Ο παρατηρητής μέσα μου έχει μπει στο fast forward.
Οι σκέψεις περνούν με ταχύτατους ρυθμούς.
Μπλέκονται μεταξύ τους.
Σαν χαζές λέξεις σε στιγμή πανικού.
Ασυνάρτητες.
«Μπλέξαν οι γραμμές μας…»
Μπλέχτηκα κι εγώ.
Πλάκα έχει.
Γελάω αφάνταστα με τις αμηχανίες μας..
Τα «προσεγμένα» λόγια.
Τα τυπικώς άτυπα.
Που προσπαθούν να αδράξουν πληροφορίες!
Συλλογή και μετά επεξεργασία.
Και ξανά επεξεργασία…
Και μετά χαμόγελο.
Μπλέξιμο!
Γλυκό…
Μπλέκονται σκέψεις,
Λέξεις,
Αθωότητα,
Ψέματα,
Παιχνίδια,
Βλέμματα,
Αμήχανα τηλεφωνήματα,
Αμήχανα ραντεβού.
Σαν παιδικά παιχνίδια όλα.
Σε μία σειρά.
«Ψηλά τα χέρια».
Ο ένοχος.
Η ένοχη.
Η ενοχή.
Κι οι ενοχές.
«Και τότε ρίξαμε τον κλήρο…»
Κι έπεσε στο σύμπαν!
Το σύμπαν ανέλαβε την ευθύνη σου!
(σιγά την ευθύνη!)
(Και σιγά την κατηγορία!)
Δυο λέξεις-κλειδιά δεν αρκούν για την αποσαφήνισή της…
….αφού την αγνοείς…(!)
…και δεν έχεις καν περιέργεια να την ακούσεις…(!)
Τα λογικοφανή-υποθετικά (αντ)επιχειρήματα για την «υπεράσπισή» σου πού τα βρήκες…;
Χωρίς να «γνωρίζεις» πλήρως την κατηγορία…….
(...ούτε να τα είχες προετοιμάσει...! Ούτε να τα περίμενες...!)
«Παρανόηση», βέβαια!
…Μια εφηβεία που αρνείται πεισματικά να αποβληθεί…
…Αρνείται να (παρα)δεχτεί και το παιχνίδι…!
Παιδικά παιχνίδια χωρίς θάρρος;
Τι σόι παιχνίδια είναι αυτά;
…
Παίζω.
Παίζεις.
Παίζουμε.
Δικαστήριο ή θέατρο παίζουμε;
(στο θέατρο με κερδίζεις……! Τα μαθήματα έπιασαν τόπο! …ταλέντο!)
(στο δικαστήριο σ’έχω! …λόγω θάρρους…)
«Περνά-περνά η μέλισσα…»
«Δεν περνάς κυρά-Μαρία»
Περνά-περνά το θάρρος…!
Δεν περνάς αλήθεια…!
Να παίξουμε το «κορόιδο»;
Να βάλουμε εσένα στη μέση.
Να σε σημαδεύουμε με την μπάλα-ευθύνη.
Πλάκα δεν θα ‘χε;
Περνά-περνά…
«Πέρασε ο καιρός, παιχνίδι αλλιώτικο που χάθηκε στο φως…»
Παιχνίδια.
Παιδικά.
Ξέρω.
Ξέρεις.
Ξέρουμε.
(πολύ κακό για το τίποτα…)
Παρεξηγήσεις.
Χωρίς εξηγήσεις…
"ποιός θα τα φυλάει";
Και τελικά ποιός τα φυλούσε...;
Είναι αστείο ρε!
…Παιδικά αστεία.
Γέλασε κι εσύ (καθώς διαβάζεις!) και βούλωσέ το μετά!
...Χωρίς «μετά».
Γιατί όχι;
Τουλάχιστον είχε πλάκα…
Έχεις πλάκα…
Αδυναμίες…
Ποιός τις διαλέγει, νομίζεις;
Αδυναμία…
"Ο καθένας κρύβει μια......." αδυναμία...!
……..
Πανικοί.
(πρώτη φορά χρησιμοποιώ τον πληθυντικό αυτής της λέξης! Υπάρχει;)
Κακοί-καλοί.
Εναλλάσσονται τρομακτικά γρήγορα.
Κι οι εναλλαγές είναι τρομακτικά συνεπείς.
Κι εγώ συνεπής στην παρατήρησή τους.
Βουτάω λίγο μέσα τους,
να πάρω μια γεύση πανικού,
έπειτα βγαίνω στην επιφάνεια,
τους κρίνω «αστείους»,
γελάω με ‘μένα,
γελάω με τους άλλους,
και περιμένω την επόμενη έναλλαγή,
το επόμενο «χτύπημα».
Το σύμπαν (το πραγματικό, όχι αυτό που ανέλαβε την «ευθύνη» σου),
έχει χιούμορ…..
«Και τότε ρίξαμε τον κλήρο…»
Κι όποιος τον έριξε ας με ενημερώσει κι εμένα…!
Α-μπε-μπα-μπλομ…
«Βγαίνει η βαρκούλα…»
Και φεύγω…!
Για «παιδικές» διακοπές.
Ανέμελες.
Με παιχνιδιάρικη διάθεση!
Σ’ένα μέρος που κατά κάποιο τρόπο κρύβει μια δική μου ανεμελιά…
Ρέθυμνο. (για αρχή!)
Μερικά χρόνια μετά.
Ήδη νιώθω ότι αντανακλάται ο εαυτός μου όταν ήμουν δεκαεφτά, τότε που πήγα στο Ρέθυμνο για να «ξεφύγω» από εμένα-από "εσένα"-από μνήμες-από πείσματα-από τις επιλογές "σου"…από εμένα, τελικά...!
Με αυτήν την πόλη έχω χρωστούμενα. Δεν έχω αποφασίσει ακόμα αν μου χρωστάει ή της χρωστάω...)
Το mp3 γεμάτο με τραγούδια.
Και η τσάντα με βιβλία, δικής μου επιλογής, όχι αυτά τα καταναγκαστικά της σχολής.
Καλοκαίρι.
(δεν το αγαπώ, αλλά φέτος το συμπάθησα γιατί είναι ξεκούραστο…!)
Πάω να χάσω τις μέρες.
Πάω να χάσω τις ώρες.
Πάω να θυμηθώ.
Πάω να βρω.
Πάω να «παίξω» ξέγνοιαστα!
Παιδικά…
Έγχρωμα…!
Σε λίγες ώρες θα βρίσκομαι μεσοπέλαγα…!
«Φτου ξελευθερία για όλους!»
Καλές διακοπές!!!
ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Πέρασ' ο καιρός.
Παιχνίδι αλλιώτικο
που χάθηκε στο φως
τα μεσημέρια
μίλα μου.
Μ' όλες τις φωνές
ποτέ δεν έμαθα
τι σ' έκανε να κλαις
βγαίνει η βαρκούλα.
Βγαίνει η βαρκούλα
βγαίνει η βαρκούλα του ψαρά.
Ήλιος και βροχή
χιλιάδες όνειρα
παντρεύονται οι φτωχοί
κι εγώ σε χάνω
μίλα μου
κι άκου τι θα πω
ψηλά τα χέρια
γιατί τόσο σ' αγαπώ
και μένω αταξίδευτος
και τότε ρίξαμε τον κλήρο
να δούμε ποιος, ποιος, ποιος
θα φαγωθεί
να δούμε ποιος, ποιος, ποιος
θα τα φυλάει.
Νταμ, νταμ
φιλίμι κοντάμ
νταμ
νταμ
καραγάς
ξεπετώ
δίπλα
στον ποταμό
εγώ θα βγω
περνά περνά
η μέλισσα
με τα μελισσόπουλα.
Δεν περνάς
κυρά Μαρία.
Δεν περνάς.
Δεν με πονάς.
Τι με κοιτάζεις
μ' αυτά τα μάτια
αυτό που ζήσαμε
σκοτάδι και μας πνίγει
εσύ μια κούκλα
στα σκαλοπάτια
κι εγώ τρενάκι
που δεν πρόκειται να φύγει.
Πέρασ' ο καιρός
παιχνίδι αλλιώτικο
που χάθηκε στο φως
τα μεσημέρια μίλα μου
μού 'λειψες πολύ
και στρατιωτάκι
μολυβένιο, με στολή
σε περιμένω.
Τίποτα.
Νταμ - φιλίμικο νταμ - νταμ
καραγάτς - ξεπετώ δίπλα στον ποταμό
εγώ ταγκό.
Άλκηστις Πρωτοψάλτη
στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
(πρώτη εκτέλεση: Γιώργος Μαρίνος)
Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010
Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010
"Στα μισά της νύχτας..."
Μία
Δύο
Τρεις στιγμές.
Μία
Δύο
Τρεις λεξεις.
Ένας
Δύο
Τρεις άνθρωποι.
Μία
Δύο
Τρεις ζωές.
Μπερδευονται.
Οι στιγμές, οι λέξεις, οι άνθρωποι, οι ζωές.
Και αν το καλοσκεφτείς, όλα κρατανε λιγο.
Οι στιγμές,
Οι λέξεις,
Οι άνθρωποι,
Οι ζωές που μπερδευονται.
Και αν το καλοσκεφτείς πόσο παρών εισαι;
Στις στιγμές, στις λέξεις, στους ανθρώπους, στη ζωή…
Απών ή παρών;
Εσύ επιλέγεις.
Όχι οι συνθήκες.
Και τι σημασία έχει;
Μεταβαίνεις τόσο αθόρυβα από την παρουσία στην απουσία και από την απουσία στην παρουσία.
Μεταβαίνεις τόσο αθόρυβα απ’τη μία σκέψη στην άλλη.
Απ’τη μία στιγμή στην άλλη.
Περάσματα.
Είμαστε περάσματα στις ζωές των άλλων.
Περάσματα και αρπακτικά.
Περνάμε, αρπάζουμε, φεύγουμε.
Ξέρεις, δεν πιστεύω στην «τελεία».
Μου φαίνεται πολύ απόλυτο για σημείο στίξης.
Φταίει που δεν είμαι απόλυτη.
Σκέψου, πόσο συχνά βάζεις αποσιωπητικά.
Τελικά πόσα είναι αυτά που κρύβονται πίσω από τη σωρεία τελειών;
Και γιατί να μαντεύουμε;
Και γιατί να κουράζουμε το μυαλό μας;
Και ποιος σου είπε ότι μαντεύω σωστά;
Σου είπε κανείς ότι εσύ μαντεύεις σωστά;
Δεν είμαι η αντανάκλασή σου.
Ούτε η καλή, ούτε η κακή.
Είμαι η αντανάκλαση της στιγμής.
Προσαρμόζομαι.
Στα δεδομένα σου.
Στα δεδομένα που επιλέγω.
Δεν υπάρχει μυαλό τελευταία.
Ούτε θέλω να (σ)το «δώσω».
Έλλειψη έμπνευσης;;;
Ή μήπως η έμπνευση οδηγεί στη δυσκολία έκφρασης;
Πολλές ερωτήσεις…
Και μη φανταστείς ότι παίρνω τοις μετρητοίς τις απαντήσεις που ακούω…
Περισσότερο παρατηρώ.
Τον τρόπο που βάζεις στη σειρά τις λέξεις σου.
Τον τρόπο που αντιδράς στις δικές μου.
Οι λέξεις, όπλο.
Μπορεί και άμυνα.
Επίθεση, σίγουρα.
Μιλάω μηχανικά.
Ακούς μηχανικά.
(Την αμηχανία ποιος την εφηύρε γαμώτο;)
Τελικά, λες να προτιμώ τις τελείες;
Δεν αγαπώ όσα αποσιωπώνται, αντιθέτως.
Προτιμώ επίθεση.
Προτιμώ αμεσότητα.
Προτιμώ εσένα.
Pause.
Έχει πατηθεί.
Μια τουλάχιστον φορά τον χρόνο έρχεται μπροστά μου αυτό το κουμπάκι.
Το πατάω.
Και ζω την παύση.
Την νοητική ανά-παυση.
Ο παρατηρητής μέσα μου στέκεται και φωτογραφίζει.
Όχι εσένα μόνο.
Κι εμένα.
Όλα τα «εσύ» με τα οποία αλληλεπιδρώ.
Φωτογραφίζει ίχνη.
Φωτογραφίζει μεταβάσεις.
Λέξεις δεν φωτογραφίζει.
Προτιμά να «απασχολείται» με την απουσία τους.
Εκτός από τις τυπικές.
«Ας κρατάμε τους τύπους, τα προσχήματα…»
(υποθέτω ότι όποιος εφηύρε την αμηχανία, εφηύρε και τα «τυπικά», ε; Δεν το λες και φοβερή ανακάλυψη…).
Το μυαλό μου κάνει διακοπές.
Τα τείχη έχουν υψωθεί μπροστά μου.
Μη σου ακουστεί «ρομαντικό»…
Δεν περνάει τίποτα μέσα.
Καμια σκέψη υπό επεξεργασία.
Μπορείς να το πεις και …ανεμελιά.
Μπορείς να το πεις και ανοσία.
Μπορείς να το πεις και απουσία (ενδιαφέροντος).
Τελικά ίσως είναι και εποικοδομητικό.
Κάθε εικόνα και μια πληροφορία.
Χωρίς υπονόημα.
Σαν αληθινή γραπτή λέξη.
Τη γράφεις, τη δηλώνεις και λήγει.
Ημερομηνια παρασκευής και ημερομηνία λήξης.
Μία ημερομηνία και για τα δύο.
Λίγο φως.
Λίγη ενοχή.
Λίγο «θέλω».
Και λίγο «εσύ».
Πολύ λίγο.
Λίγο μπερδεύεται με το «εγώ».
Και λίγο «εμείς».
Τα λόγια λίγα.
Χαζά.
Λίγο χαζά.
Πολύ χαζά.
Και υπάρχεις σε όλα αυτά που δεν ψάχνω.
Παραδόξως.
Μια-δυο επιτυχίες.
Μια-δυο μέρες χαράς.
Μια δυο επιθυμίες.
Στην τρίτη καιγόμαστε.
Και το πρόβλημα δεν είναι οι λέξεις που δε βγαίνουν.
Το πρόβλημα είναι οι λέξεις που δεν εμπνέονται να βγουν.
Τις κοίμισες.
Ή αυτοκτόνησαν.
Τελεία.
(έχω γράψει ξανά ότι έχω μια αδυναμία στη φωνή του Σταύρου Σιόλα, ε;
Ήταν ο νικητής του φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης 2006 με το τραγούδι "Της άρνης το νερό".
Μόλις κυκλοφόρησε η δεύτερη δισκογραφική δουλειά του από την "Ακτή".)
ΣΤΑ ΜΙΣΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
Πώς κατάφεραν αλήθεια τα πανέμορφα σου μάτια
και μαχαίρωσαν
Με μαχαίρωσαν
Μέσα στα μισά της νύχτας
χίλια χρόνια σκαλοπάτια τα προσπέρασα
Με πρόσπερασαν
Όπως με τα παραμύθια
μές στα χάρτινα παλάτια
Όλα τέλειωσαν
Τι να πω να με πιστέψεις
Το όνειρό μου στο κορμί σου
Θέλει έρωτα
Ακυβέρνητες οι λέξεις
Καρφωθήκαν στη σιωπή σου
Αφανέρωτα
Όπως με τα παραμύθια
μές στα χάρτινα παλάτια
Όλα τέλειωσαν
Τ' άρματά σου πήραν θέση
Σφαίρες ρίχνουν της αβύσσου
Ανελέητα...
Σταύρος Σιόλας
στίχοι: Πόλυς Κυριάκου
μουσική: Σταύρος Σιόλας
Δύο
Τρεις στιγμές.
Μία
Δύο
Τρεις λεξεις.
Ένας
Δύο
Τρεις άνθρωποι.
Μία
Δύο
Τρεις ζωές.
Μπερδευονται.
Οι στιγμές, οι λέξεις, οι άνθρωποι, οι ζωές.
Και αν το καλοσκεφτείς, όλα κρατανε λιγο.
Οι στιγμές,
Οι λέξεις,
Οι άνθρωποι,
Οι ζωές που μπερδευονται.
Και αν το καλοσκεφτείς πόσο παρών εισαι;
Στις στιγμές, στις λέξεις, στους ανθρώπους, στη ζωή…
Απών ή παρών;
Εσύ επιλέγεις.
Όχι οι συνθήκες.
Και τι σημασία έχει;
Μεταβαίνεις τόσο αθόρυβα από την παρουσία στην απουσία και από την απουσία στην παρουσία.
Μεταβαίνεις τόσο αθόρυβα απ’τη μία σκέψη στην άλλη.
Απ’τη μία στιγμή στην άλλη.
Περάσματα.
Είμαστε περάσματα στις ζωές των άλλων.
Περάσματα και αρπακτικά.
Περνάμε, αρπάζουμε, φεύγουμε.
Ξέρεις, δεν πιστεύω στην «τελεία».
Μου φαίνεται πολύ απόλυτο για σημείο στίξης.
Φταίει που δεν είμαι απόλυτη.
Σκέψου, πόσο συχνά βάζεις αποσιωπητικά.
Τελικά πόσα είναι αυτά που κρύβονται πίσω από τη σωρεία τελειών;
Και γιατί να μαντεύουμε;
Και γιατί να κουράζουμε το μυαλό μας;
Και ποιος σου είπε ότι μαντεύω σωστά;
Σου είπε κανείς ότι εσύ μαντεύεις σωστά;
Δεν είμαι η αντανάκλασή σου.
Ούτε η καλή, ούτε η κακή.
Είμαι η αντανάκλαση της στιγμής.
Προσαρμόζομαι.
Στα δεδομένα σου.
Στα δεδομένα που επιλέγω.
Δεν υπάρχει μυαλό τελευταία.
Ούτε θέλω να (σ)το «δώσω».
Έλλειψη έμπνευσης;;;
Ή μήπως η έμπνευση οδηγεί στη δυσκολία έκφρασης;
Πολλές ερωτήσεις…
Και μη φανταστείς ότι παίρνω τοις μετρητοίς τις απαντήσεις που ακούω…
Περισσότερο παρατηρώ.
Τον τρόπο που βάζεις στη σειρά τις λέξεις σου.
Τον τρόπο που αντιδράς στις δικές μου.
Οι λέξεις, όπλο.
Μπορεί και άμυνα.
Επίθεση, σίγουρα.
Μιλάω μηχανικά.
Ακούς μηχανικά.
(Την αμηχανία ποιος την εφηύρε γαμώτο;)
Τελικά, λες να προτιμώ τις τελείες;
Δεν αγαπώ όσα αποσιωπώνται, αντιθέτως.
Προτιμώ επίθεση.
Προτιμώ αμεσότητα.
Προτιμώ εσένα.
Pause.
Έχει πατηθεί.
Μια τουλάχιστον φορά τον χρόνο έρχεται μπροστά μου αυτό το κουμπάκι.
Το πατάω.
Και ζω την παύση.
Την νοητική ανά-παυση.
Ο παρατηρητής μέσα μου στέκεται και φωτογραφίζει.
Όχι εσένα μόνο.
Κι εμένα.
Όλα τα «εσύ» με τα οποία αλληλεπιδρώ.
Φωτογραφίζει ίχνη.
Φωτογραφίζει μεταβάσεις.
Λέξεις δεν φωτογραφίζει.
Προτιμά να «απασχολείται» με την απουσία τους.
Εκτός από τις τυπικές.
«Ας κρατάμε τους τύπους, τα προσχήματα…»
(υποθέτω ότι όποιος εφηύρε την αμηχανία, εφηύρε και τα «τυπικά», ε; Δεν το λες και φοβερή ανακάλυψη…).
Το μυαλό μου κάνει διακοπές.
Τα τείχη έχουν υψωθεί μπροστά μου.
Μη σου ακουστεί «ρομαντικό»…
Δεν περνάει τίποτα μέσα.
Καμια σκέψη υπό επεξεργασία.
Μπορείς να το πεις και …ανεμελιά.
Μπορείς να το πεις και ανοσία.
Μπορείς να το πεις και απουσία (ενδιαφέροντος).
Τελικά ίσως είναι και εποικοδομητικό.
Κάθε εικόνα και μια πληροφορία.
Χωρίς υπονόημα.
Σαν αληθινή γραπτή λέξη.
Τη γράφεις, τη δηλώνεις και λήγει.
Ημερομηνια παρασκευής και ημερομηνία λήξης.
Μία ημερομηνία και για τα δύο.
Λίγο φως.
Λίγη ενοχή.
Λίγο «θέλω».
Και λίγο «εσύ».
Πολύ λίγο.
Λίγο μπερδεύεται με το «εγώ».
Και λίγο «εμείς».
Τα λόγια λίγα.
Χαζά.
Λίγο χαζά.
Πολύ χαζά.
Και υπάρχεις σε όλα αυτά που δεν ψάχνω.
Παραδόξως.
Μια-δυο επιτυχίες.
Μια-δυο μέρες χαράς.
Μια δυο επιθυμίες.
Στην τρίτη καιγόμαστε.
Και το πρόβλημα δεν είναι οι λέξεις που δε βγαίνουν.
Το πρόβλημα είναι οι λέξεις που δεν εμπνέονται να βγουν.
Τις κοίμισες.
Ή αυτοκτόνησαν.
Τελεία.
(έχω γράψει ξανά ότι έχω μια αδυναμία στη φωνή του Σταύρου Σιόλα, ε;
Ήταν ο νικητής του φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης 2006 με το τραγούδι "Της άρνης το νερό".
Μόλις κυκλοφόρησε η δεύτερη δισκογραφική δουλειά του από την "Ακτή".)
ΣΤΑ ΜΙΣΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
Πώς κατάφεραν αλήθεια τα πανέμορφα σου μάτια
και μαχαίρωσαν
Με μαχαίρωσαν
Μέσα στα μισά της νύχτας
χίλια χρόνια σκαλοπάτια τα προσπέρασα
Με πρόσπερασαν
Όπως με τα παραμύθια
μές στα χάρτινα παλάτια
Όλα τέλειωσαν
Τι να πω να με πιστέψεις
Το όνειρό μου στο κορμί σου
Θέλει έρωτα
Ακυβέρνητες οι λέξεις
Καρφωθήκαν στη σιωπή σου
Αφανέρωτα
Όπως με τα παραμύθια
μές στα χάρτινα παλάτια
Όλα τέλειωσαν
Τ' άρματά σου πήραν θέση
Σφαίρες ρίχνουν της αβύσσου
Ανελέητα...
Σταύρος Σιόλας
στίχοι: Πόλυς Κυριάκου
μουσική: Σταύρος Σιόλας
Τρίτη 6 Ιουλίου 2010
"Παιχνίδι είναι..."
"Θάρρος ή αλήθεια";
Το θυμάσαι;
Πάντα διάλεγα «θάρρος».
Ξέρεις γιατί;
Λόγω έλλειψης θάρρους…
Γιατί η αλήθεια, θέλει θάρρος.
Και τη φοβόμαστε την αλήθεια.
Και τη φοβάμαι.
Λιγότερο πια.
Την επιδιώκω όμως.
Με θάρρος.
Στο δίλημμα διαλέγω την αλήθεια.
Στο παιχνίδι διαλέγω το θάρρος.
Μπορεί να λέω και ψέματα.
Μπορεί να θέλω και τα δύο.
Συνδυασμός γίνεται;
Είναι που δεν τα έχω καλά με τα διλήμματα.
Κι ας τα έχω καλά με τα παιχνίδια.
Με τα διλημματα στα παιχνίδια, ακόμη δεν έχω αποφασίσει.
Και δεν είναι αυτή περίοδος για αποφάσεις.
Μόνο για παιχνίδια.
Δεν έχω και πολλές λέξεις.
Κενά έχω.
Μνήμης.
Μικρές απώλειες.
Μικρές απουσίες.
Μεγάλες αγκαλιές.
Οι μεγάλες αποφάσεις μπορούν να περιμένουν
...τις μεγάλες στιγμές.
Οι μεγάλες στιγμές δεν περιμένουν.
Κάνουν μπαμ.
Μπροστά μου.
Στο μυαλό μου.
Θάρρος ή αλήθεια;
Είχα ευκολία στο θάρρος.
Έκανα τη ζημιά με χαμόγελο!
Την αλήθεια την απέφευγα.
Τη δική μου,
τη δική σου,
τη δική του,
τη δική μας.
Δεν έχω δυσκολία στο θάρρος.
Ούτε στην αλήθεια.
Στα μάτια σου, έχω.
...μια μικρή, τόση δα δυσκολία.
Νεοαποκτηθείσα.
Λέξεις, τέλος.
Δεν είναι καν εποχή για λέξεις.
Εποχή αλλαγών είναι.
Και δεν τα έχω καλά με τις αλλαγές γενικώς.
Με τις αλλαγές που γίνονται από 'μένα τα έχω καλύτερα.
Μεταβάσεις.
Παιχνίδια δεν είναι κι αυτές;
Και τώρα που είπα παιχνίδι:
Θάρρος ή αλήθεια;
Δεν αποφάσισα.
Και που αποφάσισα κάποτε;
Νομίζεις ότι εμείς βάζαμε τους κάνονες;
Ξέρεις πόσους δικούς μου είχα πατήσει;
Άλλους τόσους δικούς σου...
Παιχνίδι δεν ήταν;
"Θάρρος", έλεγες και κρυβόσουν.
"Θράσος", έλεγα και κρυβόμουν.
Η αλήθειες κρύβονταν μόνες τους.
Κρυφτό.
Τα φυλούσα συχνά.
Κι εσύ κρυβόσουν.
Πίσω από το δάχτυλό σου.
Κυνηγητό.
Κι εγώ έτρεχα.
Με κυνηγούσες φορώντας μάσκα αλήθειας.
Μετά αλλάξαμε ρόλους.
Τα αντίθετα.
Μετά μεγαλώσαμε.
Δεν ήθελα να τα φυλάω και βαριόμουν να κρυφτώ.
Κι εσύ δεν ήθελες να με κυνηγάς και βαρέθηκες να τρέχεις.
Και γίναμε μεγάλοι.
Και σταματήσαμε να παίζουμε ο ένας με τον άλλον.
Παίζαμε με τους εαυτούς μας.
Τους "εκπαιδεύαμε".
Έπαιζε κι ο χρόνος μαζί μας.
Πού χώρος για τα μεταξύ μας παιχνίδια...;
Εσύ άλλαξες ζωή κι εγώ μυαλό.
Και "συναντηθήκα" σήμερα με μια παλιά "στιγμή παιχνιδιού".
Με παλιούς, γνώριμους -υποτίθεται- δρόμους.
Εκεί που παίζαμε.
Στον "λίθο" ήρθαν αναμνήσεις.
Σε 'μένα κενό.
Τα "στίγματα" που έλεγα, ψέμα.
Δε στιγματίστηκαν οι δρόμοι.
Ούτε καν εγώ από τα παιχνίδια.
Από τις αλλαγες μόνο στιγματίστηκα.
"Αφού ο χρόνος τελικά όλα τα σβήνει..", ευτυχώς.
Τελικά ο μόνος πιστός στα παιχνίδια είναι ο χρόνος.
Μόνο αυτός παίζει με εμάς.
Αυτός φτιάχνει κανόνες και τους παραβαίνει.
Κρατάει, διαγράφει, συνωμοτεί,
ό,τι γουστάρει κάνει.
Κι εγώ ακόμη δεν αποφάσισα τί διαλέγω:
"Θάρρος ή αλήθεια...;"
...Και τί σημασία έχει...;
...Παιχνίδι είναι....
ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΕΙΝΑΙ
Θυμάμαι ένα παιχνίδι που παίζαμε μαζί
Ρωτούσες από τι σ' αγαπάω πιο πάνω
Πιο πάνω από τη γη κι από τον ουρανό
Πιο πάνω απ' ό,τι ζω
Πιο πάνω απ' ό,τι φτάνω
Παιχνίδι είναι
Πες ό,τι σου 'ρθει μου 'λεγες
Παιχνίδι είναι…
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω αληθινά
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Παιχνίδι είναι;
Θυμάμαι κάτι βράδια που παίζαμε κι οι δυο
Το γέλιο σου νερό κι εγώ να ξεδιψάω
Σε ρώταγα θα 'ρθεις μαζί μου στο γκρεμό
Δώσ' μου ένα σ' αγαπώ και έλα όπου πάω
Παιχνίδι είναι
Πες ό,τι σου 'ρθει σου 'λεγα
Παιχνίδι είναι;
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω αληθινά
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Παιχνίδι ήταν
Πες ό,τι σου 'ρθει μου 'λεγες...
Μελίνα Ασλανίδου
στίχοι: Νίκος Μωραΐτης
μουσική: Στέφανος Κορκολής
Το θυμάσαι;
Πάντα διάλεγα «θάρρος».
Ξέρεις γιατί;
Λόγω έλλειψης θάρρους…
Γιατί η αλήθεια, θέλει θάρρος.
Και τη φοβόμαστε την αλήθεια.
Και τη φοβάμαι.
Λιγότερο πια.
Την επιδιώκω όμως.
Με θάρρος.
Στο δίλημμα διαλέγω την αλήθεια.
Στο παιχνίδι διαλέγω το θάρρος.
Μπορεί να λέω και ψέματα.
Μπορεί να θέλω και τα δύο.
Συνδυασμός γίνεται;
Είναι που δεν τα έχω καλά με τα διλήμματα.
Κι ας τα έχω καλά με τα παιχνίδια.
Με τα διλημματα στα παιχνίδια, ακόμη δεν έχω αποφασίσει.
Και δεν είναι αυτή περίοδος για αποφάσεις.
Μόνο για παιχνίδια.
Δεν έχω και πολλές λέξεις.
Κενά έχω.
Μνήμης.
Μικρές απώλειες.
Μικρές απουσίες.
Μεγάλες αγκαλιές.
Οι μεγάλες αποφάσεις μπορούν να περιμένουν
...τις μεγάλες στιγμές.
Οι μεγάλες στιγμές δεν περιμένουν.
Κάνουν μπαμ.
Μπροστά μου.
Στο μυαλό μου.
Θάρρος ή αλήθεια;
Είχα ευκολία στο θάρρος.
Έκανα τη ζημιά με χαμόγελο!
Την αλήθεια την απέφευγα.
Τη δική μου,
τη δική σου,
τη δική του,
τη δική μας.
Δεν έχω δυσκολία στο θάρρος.
Ούτε στην αλήθεια.
Στα μάτια σου, έχω.
...μια μικρή, τόση δα δυσκολία.
Νεοαποκτηθείσα.
Λέξεις, τέλος.
Δεν είναι καν εποχή για λέξεις.
Εποχή αλλαγών είναι.
Και δεν τα έχω καλά με τις αλλαγές γενικώς.
Με τις αλλαγές που γίνονται από 'μένα τα έχω καλύτερα.
Μεταβάσεις.
Παιχνίδια δεν είναι κι αυτές;
Και τώρα που είπα παιχνίδι:
Θάρρος ή αλήθεια;
Δεν αποφάσισα.
Και που αποφάσισα κάποτε;
Νομίζεις ότι εμείς βάζαμε τους κάνονες;
Ξέρεις πόσους δικούς μου είχα πατήσει;
Άλλους τόσους δικούς σου...
Παιχνίδι δεν ήταν;
"Θάρρος", έλεγες και κρυβόσουν.
"Θράσος", έλεγα και κρυβόμουν.
Η αλήθειες κρύβονταν μόνες τους.
Κρυφτό.
Τα φυλούσα συχνά.
Κι εσύ κρυβόσουν.
Πίσω από το δάχτυλό σου.
Κυνηγητό.
Κι εγώ έτρεχα.
Με κυνηγούσες φορώντας μάσκα αλήθειας.
Μετά αλλάξαμε ρόλους.
Τα αντίθετα.
Μετά μεγαλώσαμε.
Δεν ήθελα να τα φυλάω και βαριόμουν να κρυφτώ.
Κι εσύ δεν ήθελες να με κυνηγάς και βαρέθηκες να τρέχεις.
Και γίναμε μεγάλοι.
Και σταματήσαμε να παίζουμε ο ένας με τον άλλον.
Παίζαμε με τους εαυτούς μας.
Τους "εκπαιδεύαμε".
Έπαιζε κι ο χρόνος μαζί μας.
Πού χώρος για τα μεταξύ μας παιχνίδια...;
Εσύ άλλαξες ζωή κι εγώ μυαλό.
Και "συναντηθήκα" σήμερα με μια παλιά "στιγμή παιχνιδιού".
Με παλιούς, γνώριμους -υποτίθεται- δρόμους.
Εκεί που παίζαμε.
Στον "λίθο" ήρθαν αναμνήσεις.
Σε 'μένα κενό.
Τα "στίγματα" που έλεγα, ψέμα.
Δε στιγματίστηκαν οι δρόμοι.
Ούτε καν εγώ από τα παιχνίδια.
Από τις αλλαγες μόνο στιγματίστηκα.
"Αφού ο χρόνος τελικά όλα τα σβήνει..", ευτυχώς.
Τελικά ο μόνος πιστός στα παιχνίδια είναι ο χρόνος.
Μόνο αυτός παίζει με εμάς.
Αυτός φτιάχνει κανόνες και τους παραβαίνει.
Κρατάει, διαγράφει, συνωμοτεί,
ό,τι γουστάρει κάνει.
Κι εγώ ακόμη δεν αποφάσισα τί διαλέγω:
"Θάρρος ή αλήθεια...;"
...Και τί σημασία έχει...;
...Παιχνίδι είναι....
ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΕΙΝΑΙ
Θυμάμαι ένα παιχνίδι που παίζαμε μαζί
Ρωτούσες από τι σ' αγαπάω πιο πάνω
Πιο πάνω από τη γη κι από τον ουρανό
Πιο πάνω απ' ό,τι ζω
Πιο πάνω απ' ό,τι φτάνω
Παιχνίδι είναι
Πες ό,τι σου 'ρθει μου 'λεγες
Παιχνίδι είναι…
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω αληθινά
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Παιχνίδι είναι;
Θυμάμαι κάτι βράδια που παίζαμε κι οι δυο
Το γέλιο σου νερό κι εγώ να ξεδιψάω
Σε ρώταγα θα 'ρθεις μαζί μου στο γκρεμό
Δώσ' μου ένα σ' αγαπώ και έλα όπου πάω
Παιχνίδι είναι
Πες ό,τι σου 'ρθει σου 'λεγα
Παιχνίδι είναι;
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Τώρα δεν παίζω, ούτε γελάω
Τώρα σε χάνω και σε ζητάω
Τώρα σε χάνω αληθινά και σε ζητάω αληθινά
Πες μου πιο πάνω από τι σ' αγαπάω
Παιχνίδι ήταν
Πες ό,τι σου 'ρθει μου 'λεγες...
Μελίνα Ασλανίδου
στίχοι: Νίκος Μωραΐτης
μουσική: Στέφανος Κορκολής
Σάββατο 26 Ιουνίου 2010
"Ο έρωτας ΣΕ πάει Πανεπιστήμιο...!!!"
8.
8;;;;;;
8!!!!!!!!!
Αυτός ήταν ο τελευταίος βαθμός!
Κι αυτό σημαίνει πτυχίο!!!!
Κλείνει ένας κύκλος.
Ασφυκτικά όμορφος και γεμάτος!
Τους χαίρομαι τους κύκλους που κλείνουν.
Τους χαίρομαι και τους απολογισμούς που γίνονται.
Η αλήθεια είναι ότι μέσα μου γιόρτασα το πτυχίο την προηγούμενη Τετάρτη, τη στιγμή που μοιράστηκαν τα θέματα και συνειδητοποίησα ότι τα ξέρω.
Πέρασαν μπροστά από τα μάτια μου δεκάδες στιγμές.
Είχα ξεχάσει πόσο αγαπούσα αυτή τη σχολή.
Είχα ξεχάσει πόσο πολύ την ήθελα.
Η «Φιλολογία» που κάποτε έλεγα με περηφάνεια ότι πέρασα είχε καταλήξει να είναι μια συνήθεια, μια εκκρεμότητα.
Η αγάπη, ο εμπνευστής, τα αρχαία, είχαν όλα ξεχαστεί.
Την προηγούμενη Τετάρτη θυμήθηκα.
Θυμήθηκα τη χαρά μου όταν βγήκαν οι βαθμοί των Πανελληνίων, τη χαρά όταν δίπλα από το όνομά μου είδα τη λέξη «Φιλολογία».
Θυμήθηκα ότι αγάπησα αυτό το αντικείμενο επειδή αγάπησα εσένα.
Θυμήθηκα ότι αποφάσισα να βάλω πρώτη επιλογή το Ρεθυμνο γιατί ήθελα να φύγω μακριά σου-ή μακριά από εμένα.
Θυμήθηκα ότι αυτός ο κύκλος ξεκίνησε από το Ρέθυμνο.
Θυμήθηκα τη στιγμή που συνειδητοποίησα ότι η φυγή δε με έσωσε από εσένα και τη στιγμή που κατέθεσα τα χαρτιά μου για μετεγγραφή.
Θυμήθηκα τη χαρά της μετεγγραφής.
Θυμήθηκα την απογοήτευση της Φιλοσοφικής Αθηνών.
Θυμήθηκα τα νεύρα όταν δε μου αναγνώρισαν τα μαθήματα και δε μου έδιναν σημειώσεις.
Ένας χρόνος χαμένος για κάποιους κομπλεξικούς.
Και θυμήθηκα και την παρέα της σχολής.
Τις βλακείες και το μπουγέλο στους διαδρόμους.
Τις διακοπές που κάναμε μαζί.
Και φυσικά τον Γλ μου!
Γιατί αν κάτι κέρδισα από αυτή τη σχολή, δεν είναι οι γνώσεις, είναι ο άνθρωπος, ο Γλ μου!
Θυμήθηκα τα σκονάκια, τις αντιγραφές, τις λαμογιές, τους επιτηρητές που ήθελα να ρίξω από τις σκάλες.
Τα τρελά ξενύχτια και τις τρελές ώρες αϋπνίας.
Την τρελή κατανάλωση καφέδων, red-bull, τα άπειρα τσιγάρα.
Θυμήθηκα και τον Gadamer -μάθημα (φιλοσοφία) στο οποίο εξεταζόμασταν προφορικά από έναν καθηγητή που η ακοή του έπασχε! Το σύγραμμα δε διαβαζόταν! Ο άνθρωπος που το έγραψε ήθελε να γεμίσει τις σελίδες και γι’αυτό έγραφε με συνώνυμα!
...Μετά ή έπειτα από αυτό ή εκείνο αρχίσαμε ή ξεκινήσαμε να μιλάμε ή να συζητούμε μόνο ή αποκλειστικά με συνώνυμα ή λέξεις που έχουν την ίδια σημασία!
Θυμήθηκα τη «Φαίδρα» και το «delenda est» που από τότε άρχισε να γίνεται soundtrack μου!
Θυμήθηκα τους «Πέρσες» που διάβαζα δύο βδομάδες για να μάθω την τελευταία στιγμή ότι η εξέταση είχε γίνει ένα μήνα πριν (είχα αντιγράψει λάθος το πρόγραμμα) και μάλιστα από το επόμενο εξάμηνο στη θέση τους μπήκαν οι «Ευμενίδες»!
(Είναι πολλάάά τα highlights της σχολής, αλλα ίσως τα παραθέσω άλλη στιγμή...!)
Θυμήθηκα ανθρώπους και στιγμές.
Θυμήθηκα εμένα ανάμεσα σε ανθρώπους και στιγμές.
Θυμήθηκα ότι κάποτε αυτό το ονόμαζα «όνειρο».
Και σήμερα ήρθε ο βαθμός να επιβεβαιώσει ότι το τελευταίο μάθημα περάστηκε.
Το «όνειρο» πραγματοποιήθηκε.
Και τώρα, κοίτα να δεις, βρίσκεται ήδη πίσω…
Και δεν έχω πια νεύρα με τους καθηγητές.
Και δεν θέλω να «κάψω» τη σχολή.
Και όλο αυτό κλείνεται σε ένα κουτάκι και κλειδώνεται.
(Μαζί του κλειδώθηκες κι εσύ, εμνευστή…)
Όμορφες στιγμές στο σύνολό τους.
Δεν ήταν εύκολο πράγμα να με ανεχτεί κανείς στις εξεταστικές.
Λίθε μου σ’ευχαριστώ…!
Φέτος, μετά από πολλάάάά χρόνια, θέλω να κάνω διακοπές ξεγνοιαστες χωρίς Πλάτωνα και Αριστοφάνη στο κεφάλι μου! (γιατί ο ανάποδος ο άνθρωπος- εγώ-, διάβαζει εποικοδομητικά μόνο το καλοκαίρι και δεν κάνει διακοπές!)
Ευχαριστώ τον Γλ, το λίθο μου, τους γνωστούς που με βοήθησαν, τους άγνωστους που με βοήθησαν επίσης (τα πτυχία copies κτῶνται!), τον όμορφο συμφοιτητή που δεν έμαθα ποτέ το όνομά του αλλά χάρη σ’αυτόν πέρασα κάποτε μάθημα, την «Letty» και την ανώνυμη επιτηρήτρια που δεν τις ξαναείδα από τότε, αλλά δεν τις ξεχνώ!
Τον εμπνευστή τον ευχαριστώ πολύ-πολύ γιατί η παρουσία του «δίδαξε» περισσότερα απ’όσα νόμιζε… Ενέπνευσε, στήριξε και εμψύχωσε κάποτε.
Ευχαριστώ και τον Δ., το γούρι των τελευταίων εξεταστικών…!
...Χμ, και αν απορείς, δεν είμαι φιλόλογος…
Τέλος, λοιπόν…….!
…Και πάμε γι’ άλλα (πτυχία και γενικότερα)!!!
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Κι άμα θες αναφορά
Πήγε 2000
γίναν οι γονείς μωρά
τα μωρά μπαμπάδες
Κι όπως περπατούσα
κι όπως σ' αγαπούσα
ζούλα μού το σφύριξαν κάτι μασκαράδες,
κι όπως περπατούσα
κι όπως σ' αγαπούσα
τ' άκουγα που το 'λεγαν κι οι πιτσιρικάδες:
Ο έρωτας δεν πάει πανεπιστήμιο,
δεν ξέρει γράμματα, ξέρει τον δήμιο
που ρίχνει τις καρδιές, ρίχνει τα σώματα
πάνω στα στρώματα
πάνω στα στρώματα
Ο έρωτας δεν θέλει φροντιστήριο,
δεν είναι φιλολό, είναι μυστήριο.
Χτυπάει κατευθείαν με το ένστικτο,
μωρό μου ευαίσθητο
παιδί μου ευαίσθητο.
Κι άμα θες αναφορά
Πάει κι ο αιώνας,
ο έρωτας φτερά φορά
να κι ο Παρθενώνας
Κι όπως είχα αράξει
κάπου με τ' αμάξι
ζούλα μού το σφύριξαν
κάποιοι απ' τους θαμώνας,
κι όπως είχα αράξει
κάπου με τ' αμάξι
άνοιξη ερωτεύτηκε κι ο παλιοχειμώνας.
Κώστας Μακεδόνας
στίχοι/μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
(πρώτη εκτέλεση: Φάνης Μεζίνης)
8;;;;;;
8!!!!!!!!!
Αυτός ήταν ο τελευταίος βαθμός!
Κι αυτό σημαίνει πτυχίο!!!!
Κλείνει ένας κύκλος.
Ασφυκτικά όμορφος και γεμάτος!
Τους χαίρομαι τους κύκλους που κλείνουν.
Τους χαίρομαι και τους απολογισμούς που γίνονται.
Η αλήθεια είναι ότι μέσα μου γιόρτασα το πτυχίο την προηγούμενη Τετάρτη, τη στιγμή που μοιράστηκαν τα θέματα και συνειδητοποίησα ότι τα ξέρω.
Πέρασαν μπροστά από τα μάτια μου δεκάδες στιγμές.
Είχα ξεχάσει πόσο αγαπούσα αυτή τη σχολή.
Είχα ξεχάσει πόσο πολύ την ήθελα.
Η «Φιλολογία» που κάποτε έλεγα με περηφάνεια ότι πέρασα είχε καταλήξει να είναι μια συνήθεια, μια εκκρεμότητα.
Η αγάπη, ο εμπνευστής, τα αρχαία, είχαν όλα ξεχαστεί.
Την προηγούμενη Τετάρτη θυμήθηκα.
Θυμήθηκα τη χαρά μου όταν βγήκαν οι βαθμοί των Πανελληνίων, τη χαρά όταν δίπλα από το όνομά μου είδα τη λέξη «Φιλολογία».
Θυμήθηκα ότι αγάπησα αυτό το αντικείμενο επειδή αγάπησα εσένα.
Θυμήθηκα ότι αποφάσισα να βάλω πρώτη επιλογή το Ρεθυμνο γιατί ήθελα να φύγω μακριά σου-ή μακριά από εμένα.
Θυμήθηκα ότι αυτός ο κύκλος ξεκίνησε από το Ρέθυμνο.
Θυμήθηκα τη στιγμή που συνειδητοποίησα ότι η φυγή δε με έσωσε από εσένα και τη στιγμή που κατέθεσα τα χαρτιά μου για μετεγγραφή.
Θυμήθηκα τη χαρά της μετεγγραφής.
Θυμήθηκα την απογοήτευση της Φιλοσοφικής Αθηνών.
Θυμήθηκα τα νεύρα όταν δε μου αναγνώρισαν τα μαθήματα και δε μου έδιναν σημειώσεις.
Ένας χρόνος χαμένος για κάποιους κομπλεξικούς.
Και θυμήθηκα και την παρέα της σχολής.
Τις βλακείες και το μπουγέλο στους διαδρόμους.
Τις διακοπές που κάναμε μαζί.
Και φυσικά τον Γλ μου!
Γιατί αν κάτι κέρδισα από αυτή τη σχολή, δεν είναι οι γνώσεις, είναι ο άνθρωπος, ο Γλ μου!
Θυμήθηκα τα σκονάκια, τις αντιγραφές, τις λαμογιές, τους επιτηρητές που ήθελα να ρίξω από τις σκάλες.
Τα τρελά ξενύχτια και τις τρελές ώρες αϋπνίας.
Την τρελή κατανάλωση καφέδων, red-bull, τα άπειρα τσιγάρα.
Θυμήθηκα και τον Gadamer -μάθημα (φιλοσοφία) στο οποίο εξεταζόμασταν προφορικά από έναν καθηγητή που η ακοή του έπασχε! Το σύγραμμα δε διαβαζόταν! Ο άνθρωπος που το έγραψε ήθελε να γεμίσει τις σελίδες και γι’αυτό έγραφε με συνώνυμα!
...Μετά ή έπειτα από αυτό ή εκείνο αρχίσαμε ή ξεκινήσαμε να μιλάμε ή να συζητούμε μόνο ή αποκλειστικά με συνώνυμα ή λέξεις που έχουν την ίδια σημασία!
Θυμήθηκα τη «Φαίδρα» και το «delenda est» που από τότε άρχισε να γίνεται soundtrack μου!
Θυμήθηκα τους «Πέρσες» που διάβαζα δύο βδομάδες για να μάθω την τελευταία στιγμή ότι η εξέταση είχε γίνει ένα μήνα πριν (είχα αντιγράψει λάθος το πρόγραμμα) και μάλιστα από το επόμενο εξάμηνο στη θέση τους μπήκαν οι «Ευμενίδες»!
(Είναι πολλάάά τα highlights της σχολής, αλλα ίσως τα παραθέσω άλλη στιγμή...!)
Θυμήθηκα ανθρώπους και στιγμές.
Θυμήθηκα εμένα ανάμεσα σε ανθρώπους και στιγμές.
Θυμήθηκα ότι κάποτε αυτό το ονόμαζα «όνειρο».
Και σήμερα ήρθε ο βαθμός να επιβεβαιώσει ότι το τελευταίο μάθημα περάστηκε.
Το «όνειρο» πραγματοποιήθηκε.
Και τώρα, κοίτα να δεις, βρίσκεται ήδη πίσω…
Και δεν έχω πια νεύρα με τους καθηγητές.
Και δεν θέλω να «κάψω» τη σχολή.
Και όλο αυτό κλείνεται σε ένα κουτάκι και κλειδώνεται.
(Μαζί του κλειδώθηκες κι εσύ, εμνευστή…)
Όμορφες στιγμές στο σύνολό τους.
Δεν ήταν εύκολο πράγμα να με ανεχτεί κανείς στις εξεταστικές.
Λίθε μου σ’ευχαριστώ…!
Φέτος, μετά από πολλάάάά χρόνια, θέλω να κάνω διακοπές ξεγνοιαστες χωρίς Πλάτωνα και Αριστοφάνη στο κεφάλι μου! (γιατί ο ανάποδος ο άνθρωπος- εγώ-, διάβαζει εποικοδομητικά μόνο το καλοκαίρι και δεν κάνει διακοπές!)
Ευχαριστώ τον Γλ, το λίθο μου, τους γνωστούς που με βοήθησαν, τους άγνωστους που με βοήθησαν επίσης (τα πτυχία copies κτῶνται!), τον όμορφο συμφοιτητή που δεν έμαθα ποτέ το όνομά του αλλά χάρη σ’αυτόν πέρασα κάποτε μάθημα, την «Letty» και την ανώνυμη επιτηρήτρια που δεν τις ξαναείδα από τότε, αλλά δεν τις ξεχνώ!
Τον εμπνευστή τον ευχαριστώ πολύ-πολύ γιατί η παρουσία του «δίδαξε» περισσότερα απ’όσα νόμιζε… Ενέπνευσε, στήριξε και εμψύχωσε κάποτε.
Ευχαριστώ και τον Δ., το γούρι των τελευταίων εξεταστικών…!
Είναι όμορφο στη λίστα με τα όνειρα να μπαίνει αυτό:
(ο έρωτας ΣΕ πάει πανεπιστήμιο και μπορώ να στο επιβεβαιώσω…!)
Κι αυτό δικό μου: "Η Τριτοδεσμίτισσα" (ή αλλιώς "η της θεωρητικής κατεύθυνσης"!)
"και στης Ελλάδας της αρχαίας ψάχνεις το συντακτικό
αυτό που κρύβεις στα ματάκια σου τα δυό...;"
Κι αυτό δικό μου: "Η Τριτοδεσμίτισσα" (ή αλλιώς "η της θεωρητικής κατεύθυνσης"!)
"και στης Ελλάδας της αρχαίας ψάχνεις το συντακτικό
αυτό που κρύβεις στα ματάκια σου τα δυό...;"
...Χμ, και αν απορείς, δεν είμαι φιλόλογος…
Απλώς «φιλόγλωσσος»….!
…Και πάμε γι’ άλλα (πτυχία και γενικότερα)!!!
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Κι άμα θες αναφορά
Πήγε 2000
γίναν οι γονείς μωρά
τα μωρά μπαμπάδες
Κι όπως περπατούσα
κι όπως σ' αγαπούσα
ζούλα μού το σφύριξαν κάτι μασκαράδες,
κι όπως περπατούσα
κι όπως σ' αγαπούσα
τ' άκουγα που το 'λεγαν κι οι πιτσιρικάδες:
Ο έρωτας δεν πάει πανεπιστήμιο,
δεν ξέρει γράμματα, ξέρει τον δήμιο
που ρίχνει τις καρδιές, ρίχνει τα σώματα
πάνω στα στρώματα
πάνω στα στρώματα
Ο έρωτας δεν θέλει φροντιστήριο,
δεν είναι φιλολό, είναι μυστήριο.
Χτυπάει κατευθείαν με το ένστικτο,
μωρό μου ευαίσθητο
παιδί μου ευαίσθητο.
Κι άμα θες αναφορά
Πάει κι ο αιώνας,
ο έρωτας φτερά φορά
να κι ο Παρθενώνας
Κι όπως είχα αράξει
κάπου με τ' αμάξι
ζούλα μού το σφύριξαν
κάποιοι απ' τους θαμώνας,
κι όπως είχα αράξει
κάπου με τ' αμάξι
άνοιξη ερωτεύτηκε κι ο παλιοχειμώνας.
Κώστας Μακεδόνας
στίχοι/μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
(πρώτη εκτέλεση: Φάνης Μεζίνης)
Κυριακή 6 Ιουνίου 2010
"Ο ΤΡΕΛΟΣ..."
Λέξεις,
βουτάω μέσα τους,
τις ρουφώ μία-μία,
γράμμα-γράμμα.
Ευθύγραμμα προχωρώ,
στρίβω.
Στη στροφή της λέξης
πιάνω ένα γράμμα
κι ύστερα άλλο.
Τα συλλέγω.
Τα βάζω σε μια σειρά.
Να μη βγάζουν νόημα.
Να βγάζω μόνο εγώ,
την ψυχή μου
στις λέξεις.
Σέρνω τις αλήθειες μου,
τις χτυπώ
τις ξεγυμνώνω.
Τραυλίζω
τις αλήθειες μου,
τις σιωπές μου,
τα βάρη μου,
τα συσσωρεύω
σε γράμματα.
Με περιγράφω
με γκρεμούς ρηχούς.
Θα φτάσω
στον πάτο
όταν βαρεθώ να πέφτω…
Γελάω,
με κοροιδεύω,
με ρίχνω
σ’έναν ουρανό
από λέξεις.
Πιάνομαι
απ’τα δικά σου φτερά,
απ’τη δική σου αλήθεια,
από κάποιου το ψέμα,
που καθώς έπεφτε
σα δίχτυ το πέταξε κατά πάνω μου.
Πέφτω
γελώντας
πάνω μου.
Με λεξεις
φτιάχνω ουρανό,
φτάχνω φτερα,
φτιάχνω πνοή,
φτιάχνω τόλμη,
φτιάχνω ζωή,
φτάχνω εμένα
και με σπρώχνω
στη ζωγραφιά του κόσμου.
Με ζωγραφίζω
με ήλιο
πιασμένο από πάνω μου
κι αστέρια στις τσέπες μου,
ενθύμια
απ’τη νύχτα της σιωπής
απ’το "τραγούδι της νύχτας".
Με μαγειρεύω,
με ψήνω,
καίγομαι.
Θα με βρεις έτοιμη,
μαγειρεμένη,
να καίω τις παλιές λέξεις μου
σε καινούργιες φωτιές,
να καίω τις παλιές λέξεις μου
στην παρούσα ευτυχία.
Ερωτεύομαι
τις φωτιές
τις δύσκολες λέξεις,
τις άπιαστες λέξεις,
αυτές που δε με περιγράφουν,
την άπιαστη φωτιά,
που και μόνο η όψη της
με καρβουνιάζει.
Ερωτεύομαι
τους κακούς εαυτούς,
τις κακές μου αντανακλάσεις.
Είναι που στα μάτια μου δείχνεις τόσο μικρός
και τόσο ρηχός
που δεν έχει
πια
νόημα
να πέσω
πάνω σου.
Πιο πάνω
θα φτάσω
στην αρχή
του γκρεμού.
Θα ξαναπέσω
με ανοιχτά μάτια
να βρω
τον άλλο μου εαυτό
στη διαδρομή.
Καθώς θα κατεβαίνω,
αυτός θα ανεβαίνει,
θα βρεθούμε στη μέση,
θα ανταλλάξουμε μια χειραψία,
θα ανταλλάξουμε μια λέξη:
«αλλάζεις»,
και θα φύγουμε,
σε αντίθετες πορείες.
Εγώ θα γυρίσω πάλι στην κορφή
απ’όπου ξεκίνησα,
κι εκείνος πάλι στον πάτο,
εκεί που συνήθισε..
Με λέξεις
θα περιγράφω τον πάτο
τον κάθε πάτο
τον κόμπο
τη διαδρομή
την κορφή.
Από ψηλά
θα σου πετάω λέξεις
να πιάσεις όσες θέλεις,
-Λάθος-
να πιάσεις όσες μπορείς,
όσες λέξεις μου αντέχεις.
Γιατί δεν αντέχεις τις λέξεις μου,
κολλάς στο «ρε»…
Ρε, με το "ρε" θα μπορούσα να εννοώ και τη νότα…
Θα μπορούσες να αγγίξεις τα τραγούδια,
να τα φορέσεις,
να με μάθεις,
να μας στολίσεις.
Μας στόλισε
μια σιωπή
κάποτε.
Γι’αυτό παίζω με τις λέξεις
για να αποφύγω τις σιωπές
τις συσσωρευμένες.
Σε κανέναν δεν αξίζει η σιωπή
Σε κανέναν δεν αξίζουν οι λέξεις
Κι οι λυρισμοί,
παγίδα.
Μην πιαστείς.
Δεν θα σε βρεις στις λέξεις μου.
Δεν είσαι φτιαγμένος για λέξεις.
Δεν φτιάχτηκες με χρώματα.
Χάρτινος είσαι.
Καίγεσαι στις χάρτινες λέξεις.
Κάηκες.
Στη φωτιά που άναψες για να κάψεις άλλους.
Πέταξα πάγο,
μα έλιωσε.
Στις στάχτες θα βρεις τον εαυτό σου
όταν αποφασίσεις να τον κάψεις,
μόνος σου.
Μιλάω
με χρώματα.
Μου άφησες
μια γεύση γκρίζου.
Αναμασσώ
το γκρίζο σου.
Και φτύνω τη στάχτη
που έμεινε μέσα μου,
καθώς έκαιγα την ιδέα σου.
Θα γελάω δυνατά,
θα γελάω στ’αφτιά σου.
Κραυγές γέλιου
να σε κουφάνω.
Θα πετάξω στάχτη στα μάτια σου
να τυφλωθείς.
Θα σου κλείσω τη μύτη
να μην αναπνέεις τη βρωμιά.
Θα σε δέσω
να μην κινείσαι.
Θα φυλακίσω τις αισθήσεις σου
Θα μάθεις να νιώθεις
χωρις να βλέπεις
χωρίς να ακούς
χωρίς να μυρίζεις
χωρίς να γεύεσαι
χωρίς να πιάνεις.
Μόνο καρδιά και μυαλό.
Να μάθεις να νιώθεις.
Να εκτίθεσαι.
Να μη φοβάσαι.
Να γνωρίσεις τα τραύματα
χωρίς να τα βλέπεις.
Να γνωρίσεις το θύμα
χωρίς να το ακούς.
Να μάθεις τον θύτη
χωρίς να του κρύβεσαι.
Να δεις ότι στο βάθος
ο θύτης
είναι το θύμα.
Να μάθεις εσένα.
Να μάθεις εμένα.
Να μάθεις αλήθειες.
Να μαθουμε τις αληθειες μας.
Να μαθουμε να αγαπαμε τις αληθειες μας.
Να μάθουμε να αγαπάμε εμάς.
Να μάθουμε να αγαπάμε.
Να μάθουμε.
Να αγαπάμε…
«…αν δεν φαντάζεσαι φωτιές με κάρβουνα μην παίζεις…»
Ο ΤΡΕΛΟΣ
Χορεύει ο κόσμος ξέφρενα, καθένας στο ρυθμό του...
Για να 'βρει ταίρι ένας τρελός, πουλάει τον εαυτό του...
Αν δεν πιστεύεις μη ρωτάς, κι αν δεν ακούς μη με κοιτάς...
Αν δε φαντάζεσαι φωτιές, με κάρβουνα μην παίζεις...
Εεεεεεεεε....
Γυρνάει ο κόσμος γρήγορα και γίναμε όλοι σκλάβοι,
Κι ένας τρελος φρένο πατά, τον κόσμο να προλάβει...
Αν δεν μπορείς να προσκυνάς, κι αν όλα τα κατέχεις,
Τον κόσμο σου να κυβερνάς, μα σ' αγκαλιές μην πέφτεις...
Μεγάλα ψέματα μη λες, γιατί θα τα πιστέψεις...
Για τον ψηλό σου το λαιμό, χίλιες θηλειές θα πλέξεις...
Εεεεεεεεε...
Ξεχνάει ο κόσμος στη στιγμή, και ιστορίες γράφει...
Την πόρτα κλείνει ο τρελός, μήπως και δει τα λάθη...
ʼμα δεν νοιώθεις, μη μιλάς...Σώπα και μη δικάζεις...
Χίλια κεφάλια πέφτουνε, όταν εσύ δειλιάζεις...
Αν δεν πιστεύεις μη ρωτάς, κι αν δεν ακούς μη με κοιτάς...
Αν δε φαντάζεσαι φωτιές, με κάρβουνα μην παίζεις...
Μίλτος Πασχαλίδης
στίχοι/μουσική: Δανάη Παναγιωτοπούλου
βουτάω μέσα τους,
τις ρουφώ μία-μία,
γράμμα-γράμμα.
Ευθύγραμμα προχωρώ,
στρίβω.
Στη στροφή της λέξης
πιάνω ένα γράμμα
κι ύστερα άλλο.
Τα συλλέγω.
Τα βάζω σε μια σειρά.
Να μη βγάζουν νόημα.
Να βγάζω μόνο εγώ,
την ψυχή μου
στις λέξεις.
Σέρνω τις αλήθειες μου,
τις χτυπώ
τις ξεγυμνώνω.
Τραυλίζω
τις αλήθειες μου,
τις σιωπές μου,
τα βάρη μου,
τα συσσωρεύω
σε γράμματα.
Με περιγράφω
με γκρεμούς ρηχούς.
Θα φτάσω
στον πάτο
όταν βαρεθώ να πέφτω…
Γελάω,
με κοροιδεύω,
με ρίχνω
σ’έναν ουρανό
από λέξεις.
Πιάνομαι
απ’τα δικά σου φτερά,
απ’τη δική σου αλήθεια,
από κάποιου το ψέμα,
που καθώς έπεφτε
σα δίχτυ το πέταξε κατά πάνω μου.
Πέφτω
γελώντας
πάνω μου.
Με λεξεις
φτιάχνω ουρανό,
φτάχνω φτερα,
φτιάχνω πνοή,
φτιάχνω τόλμη,
φτιάχνω ζωή,
φτάχνω εμένα
και με σπρώχνω
στη ζωγραφιά του κόσμου.
Με ζωγραφίζω
με ήλιο
πιασμένο από πάνω μου
κι αστέρια στις τσέπες μου,
ενθύμια
απ’τη νύχτα της σιωπής
απ’το "τραγούδι της νύχτας".
Με μαγειρεύω,
με ψήνω,
καίγομαι.
Θα με βρεις έτοιμη,
μαγειρεμένη,
να καίω τις παλιές λέξεις μου
σε καινούργιες φωτιές,
να καίω τις παλιές λέξεις μου
στην παρούσα ευτυχία.
Ερωτεύομαι
τις φωτιές
τις δύσκολες λέξεις,
τις άπιαστες λέξεις,
αυτές που δε με περιγράφουν,
την άπιαστη φωτιά,
που και μόνο η όψη της
με καρβουνιάζει.
Ερωτεύομαι
τους κακούς εαυτούς,
τις κακές μου αντανακλάσεις.
Είναι που στα μάτια μου δείχνεις τόσο μικρός
και τόσο ρηχός
που δεν έχει
πια
νόημα
να πέσω
πάνω σου.
Πιο πάνω
θα φτάσω
στην αρχή
του γκρεμού.
Θα ξαναπέσω
με ανοιχτά μάτια
να βρω
τον άλλο μου εαυτό
στη διαδρομή.
Καθώς θα κατεβαίνω,
αυτός θα ανεβαίνει,
θα βρεθούμε στη μέση,
θα ανταλλάξουμε μια χειραψία,
θα ανταλλάξουμε μια λέξη:
«αλλάζεις»,
και θα φύγουμε,
σε αντίθετες πορείες.
Εγώ θα γυρίσω πάλι στην κορφή
απ’όπου ξεκίνησα,
κι εκείνος πάλι στον πάτο,
εκεί που συνήθισε..
Με λέξεις
θα περιγράφω τον πάτο
τον κάθε πάτο
τον κόμπο
τη διαδρομή
την κορφή.
Από ψηλά
θα σου πετάω λέξεις
να πιάσεις όσες θέλεις,
-Λάθος-
να πιάσεις όσες μπορείς,
όσες λέξεις μου αντέχεις.
Γιατί δεν αντέχεις τις λέξεις μου,
κολλάς στο «ρε»…
Ρε, με το "ρε" θα μπορούσα να εννοώ και τη νότα…
Θα μπορούσες να αγγίξεις τα τραγούδια,
να τα φορέσεις,
να με μάθεις,
να μας στολίσεις.
Μας στόλισε
μια σιωπή
κάποτε.
Γι’αυτό παίζω με τις λέξεις
για να αποφύγω τις σιωπές
τις συσσωρευμένες.
Σε κανέναν δεν αξίζει η σιωπή
Σε κανέναν δεν αξίζουν οι λέξεις
Κι οι λυρισμοί,
παγίδα.
Μην πιαστείς.
Δεν θα σε βρεις στις λέξεις μου.
Δεν είσαι φτιαγμένος για λέξεις.
Δεν φτιάχτηκες με χρώματα.
Χάρτινος είσαι.
Καίγεσαι στις χάρτινες λέξεις.
Κάηκες.
Στη φωτιά που άναψες για να κάψεις άλλους.
Πέταξα πάγο,
μα έλιωσε.
Στις στάχτες θα βρεις τον εαυτό σου
όταν αποφασίσεις να τον κάψεις,
μόνος σου.
Μιλάω
με χρώματα.
Μου άφησες
μια γεύση γκρίζου.
Αναμασσώ
το γκρίζο σου.
Και φτύνω τη στάχτη
που έμεινε μέσα μου,
καθώς έκαιγα την ιδέα σου.
Θα γελάω δυνατά,
θα γελάω στ’αφτιά σου.
Κραυγές γέλιου
να σε κουφάνω.
Θα πετάξω στάχτη στα μάτια σου
να τυφλωθείς.
Θα σου κλείσω τη μύτη
να μην αναπνέεις τη βρωμιά.
Θα σε δέσω
να μην κινείσαι.
Θα φυλακίσω τις αισθήσεις σου
Θα μάθεις να νιώθεις
χωρις να βλέπεις
χωρίς να ακούς
χωρίς να μυρίζεις
χωρίς να γεύεσαι
χωρίς να πιάνεις.
Μόνο καρδιά και μυαλό.
Να μάθεις να νιώθεις.
Να εκτίθεσαι.
Να μη φοβάσαι.
Να γνωρίσεις τα τραύματα
χωρίς να τα βλέπεις.
Να γνωρίσεις το θύμα
χωρίς να το ακούς.
Να μάθεις τον θύτη
χωρίς να του κρύβεσαι.
Να δεις ότι στο βάθος
ο θύτης
είναι το θύμα.
Να μάθεις εσένα.
Να μάθεις εμένα.
Να μάθεις αλήθειες.
Να μαθουμε τις αληθειες μας.
Να μαθουμε να αγαπαμε τις αληθειες μας.
Να μάθουμε να αγαπάμε εμάς.
Να μάθουμε να αγαπάμε.
Να μάθουμε.
Να αγαπάμε…
«…αν δεν φαντάζεσαι φωτιές με κάρβουνα μην παίζεις…»
Ο ΤΡΕΛΟΣ
Χορεύει ο κόσμος ξέφρενα, καθένας στο ρυθμό του...
Για να 'βρει ταίρι ένας τρελός, πουλάει τον εαυτό του...
Αν δεν πιστεύεις μη ρωτάς, κι αν δεν ακούς μη με κοιτάς...
Αν δε φαντάζεσαι φωτιές, με κάρβουνα μην παίζεις...
Εεεεεεεεε....
Γυρνάει ο κόσμος γρήγορα και γίναμε όλοι σκλάβοι,
Κι ένας τρελος φρένο πατά, τον κόσμο να προλάβει...
Αν δεν μπορείς να προσκυνάς, κι αν όλα τα κατέχεις,
Τον κόσμο σου να κυβερνάς, μα σ' αγκαλιές μην πέφτεις...
Μεγάλα ψέματα μη λες, γιατί θα τα πιστέψεις...
Για τον ψηλό σου το λαιμό, χίλιες θηλειές θα πλέξεις...
Εεεεεεεεε...
Ξεχνάει ο κόσμος στη στιγμή, και ιστορίες γράφει...
Την πόρτα κλείνει ο τρελός, μήπως και δει τα λάθη...
ʼμα δεν νοιώθεις, μη μιλάς...Σώπα και μη δικάζεις...
Χίλια κεφάλια πέφτουνε, όταν εσύ δειλιάζεις...
Αν δεν πιστεύεις μη ρωτάς, κι αν δεν ακούς μη με κοιτάς...
Αν δε φαντάζεσαι φωτιές, με κάρβουνα μην παίζεις...
Μίλτος Πασχαλίδης
στίχοι/μουσική: Δανάη Παναγιωτοπούλου
Τρίτη 1 Ιουνίου 2010
"ΜΑΤΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΚΗ..."
Δεν θυμάμαι πότε σε βρήκα.
Θυμάμαι μόνο ότι κάπου, κάποτε συνάντησα ένα ζευγάρι ματιών που με πλημμύρισε εικόνες από το μέλλον.
Ξέρεις πώς ονομάζονται αυτές οι εικόνες;
Όνειρα.
Θυμάμαι ότι κάπου, κάποτε άρχισα να ονειρεύομαι.
Πολύ ροζ τα όνειρα.
Πολύ αθώα.
Και για ‘μένα ήταν περίεργο γιατί ποτέ δεν αγαπούσα το ροζ κι όλα αυτά τα κοριτσίστικα χρώματα.
Αγαπούσα τα ασπρόμαυρα.
Δεν με θυμάμαι πριν.
Ή μάλλον με θυμάμαι, αλλά πολύ αχνά.
Είναι πολύπλοκες οι συναντήσεις με τα ζευγάρια ματιών.
Κολλάς τόσο στη λέξη «ζευγάρι».
Εγώ όμως κόλλησα στα μάτια.
Μη φανταστείς, δεν ήταν ούτε μπλε, ούτε γκρι, ούτε πράσινα.
Καφέ ήταν, όπως τόσα άλλα.
Μα κάτι έκρυβαν (όπως τόσα άλλα).
Εξυπνα, μελαγχολικά, βαθιά.
Έκρυβαν το πυρ.
Ήταν μονίμως υπό απειλή.
Και τα δικά μου και τα δικά σου.
Ήμασταν απειλή.
Ο ένας για τον άλλον.
Δεν υπήρχαν λέξεις.
Δεν τις είχαμε εφεύρει.
Υπήρχαν γνώσεις: αυτές που διαλύσαμε κι αυτές που χτίσαμε.
«Υπο διάλυση», κι οι γνώσεις κι εμείς.
Ο καθένας ξεχωριστά.
Πιο πολύ ο καθένας ξεχωριστά, παρά μαζί.
Δεν υπάρχει «μαζί» διάλυση.
Υπάρχει διάλυση του «μαζί».
Από τον καθέναν ξεχωριστά…
Επεμβαίνεις.
Είσαι πανταχού παρών μέσα μου.
Όχι εσύ, η παλιά σου παρουσία.
Λόγω της αρχής.
Κάποιος σε όρισε ως «Α».
Εννοείται ότι δε με ρώτησε.
Καλά έκανε (μεταξύ μας).
«Συναισθηματικά ανάπηρος», έλεγες.
Αν έλεγες «άπειρος», θα το δικαιολογούσα.
Ίσως το εκτιμούσα κιόλας.
Ψάχναμε, ψάχναμε, ψάχναμε.
Ψάξαμε.
Στα σκουπίδια.
Εκεί βρήκαμε αυτό που ψάχναμε.
Εγώ εσένα κι εσύ εμένα.
Εσύ μόνος σου μπήκες κι εγώ είπα να σε ακολουθήσω.
«Σκουπίδια καρδιάς», θυμάσαι;
Έτσι σου έλεγα: με γέμισες σκουπίδια.
…Δεν τα έχω, αν ποτέ αναρωτηθείς…
Τα έβγαλα, τα καθάρισα, τα φίλησα και τα δάνεισα.
Δανεικά δεν είναι όλα;
-----------------------------------------------------------------------------
Αυτά γράφτηκαν χθες.
Έχοντας αφορμή τις λέξεις του Σταύρου Σταυρόπουλου (κλικ εδώ!).
Πες το ένστικτο, πες το όπως θέλεις.
Είχα χρόνια να γράψω μόνο για ‘σένα.
Μια αράδα λέξεις στις οποίες να μην επεμβαίνει καμία λέξη-σκέψη άλλου «εσύ».
Κι εμφανίζεσαι μπροστά μου.
Απ΄το πουθενά.
Τριάμιση χρόνια μετά.
Σου γελάω.
Για μια ακόμη φορά η «συνωμοσία δευτερολέπτων».
Σου μιλάω και χαμογελώ.
Αποκτάς ξανά σάρκα και οστά.
Τα μάτια σου μπροστά μου.
Με αγγίζεις.
Επιφανειακά.
Μέσα δεν περνάει τίποτα.
Βράχος.
Οι λέξεις στάθηκαν λίγες.
Μόνο χαμόγελα.
Γι’αυτό που δεν εκφράζεται:
τη χαρά.
…την αμοιβαία χαρά…
«Όχι με σκέψεις, όχι με μνήμες…»
Μόνο παρουσία.
Γιατί σήμερα, μέσα μου, γιόρτασα το «κάποτε».
Ένα «κάποτε» που του άξιζε αυτή η γιορτή.
Έψαξα να βρω αν ξύπνησε κάτι.
Κάτι που θα έπρεπε να με κάνει να φοβηθώ.
Δεν ξύπνησε τίποτα.
Γιατί τίποτα δεν είχα αφήσει να κοιμηθεί.
Όσα σκοτώθηκαν, έφυγαν.
…Γι’αυτό, μόνο χαρά.
Για την παρουσία…
«Για το θαύμα που είδα», τότε, κάποτε.
Κλείνει η άνοιξη.
Η άνοιξη που έκλεισε ανοιχτούς λογαριασμούς.
(εννοείται ότι άνοιξε άλλους, νέους).
Κλείνουν κεφάλαια.
Όχι, εσύ δεν έκλεισες τώρα.
Το λουκέτο μπήκε πριν χρόνια.
Και σήμερα είδα ότι ήταν γλυκό το λουκέτο…
Καλό καλοκαίρι, επισήμως, ε;
Καλός καιρός και μέσα μας…
(Το «Μάτια δίχως λογική», δικό σου.
…Πάντα δικό σου δεν ήταν;)
ΜΑΤΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΚΗ
Είναι τα μάτια σου
ένας διάδρομος παλιός
δάκρυα πνιγμένα
ξεφλουδίζουνε τους τοίχους
που ένας ένοικος αθόρυβος κρυφός
αντί συνθήματα
ζωγράφισε με στίχους
Και μέσα υπάρχουν τα σκαλιά
που οδηγούν
σ' ένα υπόγειο με παιχνίδια χαλασμένα
όσα οι άνθρωποι βαριούνται και ξεχνούν
μετά τη χρήση
τα φορτώνουνε σε σένα
Μου λες τα μάτια σου
να μη τα αγαπώ
και να μη πάψω
να πιστεύω στα δικά μου
μα αυτά τα μάτια όπου χαθώ
κι όπου βρεθώ
τα έχω πίσω μου
και μέσα και μπροστά μου
Μέσα στην ίριδα ανάβει μια φωτιά
που κάθε άστεγο
και άνεργο ζεσταίνει
κι η καλοσύνη τους
απλώνει σαν λαδιά
να μαλακώσει μιαν ανάγκη
πετρωμένη
Σ΄αυτά τα μάτια δεν υπάρχει λογική
όσο βαθιά κι αν τα κοιτάζω
μ΄αγαπούνε
της ιστορίας πυρπολούν τη φυλακή
στα παραμύθια και στ' αστέρια
να με βρούνε...
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
στίχοι: Ισαάκ Σούσης
μουσική: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Θυμάμαι μόνο ότι κάπου, κάποτε συνάντησα ένα ζευγάρι ματιών που με πλημμύρισε εικόνες από το μέλλον.
Ξέρεις πώς ονομάζονται αυτές οι εικόνες;
Όνειρα.
Θυμάμαι ότι κάπου, κάποτε άρχισα να ονειρεύομαι.
Πολύ ροζ τα όνειρα.
Πολύ αθώα.
Και για ‘μένα ήταν περίεργο γιατί ποτέ δεν αγαπούσα το ροζ κι όλα αυτά τα κοριτσίστικα χρώματα.
Αγαπούσα τα ασπρόμαυρα.
Δεν με θυμάμαι πριν.
Ή μάλλον με θυμάμαι, αλλά πολύ αχνά.
Είναι πολύπλοκες οι συναντήσεις με τα ζευγάρια ματιών.
Κολλάς τόσο στη λέξη «ζευγάρι».
Εγώ όμως κόλλησα στα μάτια.
Μη φανταστείς, δεν ήταν ούτε μπλε, ούτε γκρι, ούτε πράσινα.
Καφέ ήταν, όπως τόσα άλλα.
Μα κάτι έκρυβαν (όπως τόσα άλλα).
Εξυπνα, μελαγχολικά, βαθιά.
Έκρυβαν το πυρ.
Ήταν μονίμως υπό απειλή.
Και τα δικά μου και τα δικά σου.
Ήμασταν απειλή.
Ο ένας για τον άλλον.
Δεν υπήρχαν λέξεις.
Δεν τις είχαμε εφεύρει.
Υπήρχαν γνώσεις: αυτές που διαλύσαμε κι αυτές που χτίσαμε.
«Υπο διάλυση», κι οι γνώσεις κι εμείς.
Ο καθένας ξεχωριστά.
Πιο πολύ ο καθένας ξεχωριστά, παρά μαζί.
Δεν υπάρχει «μαζί» διάλυση.
Υπάρχει διάλυση του «μαζί».
Από τον καθέναν ξεχωριστά…
Επεμβαίνεις.
Είσαι πανταχού παρών μέσα μου.
Όχι εσύ, η παλιά σου παρουσία.
Λόγω της αρχής.
Κάποιος σε όρισε ως «Α».
Εννοείται ότι δε με ρώτησε.
Καλά έκανε (μεταξύ μας).
«Συναισθηματικά ανάπηρος», έλεγες.
Αν έλεγες «άπειρος», θα το δικαιολογούσα.
Ίσως το εκτιμούσα κιόλας.
Ψάχναμε, ψάχναμε, ψάχναμε.
Ψάξαμε.
Στα σκουπίδια.
Εκεί βρήκαμε αυτό που ψάχναμε.
Εγώ εσένα κι εσύ εμένα.
Εσύ μόνος σου μπήκες κι εγώ είπα να σε ακολουθήσω.
«Σκουπίδια καρδιάς», θυμάσαι;
Έτσι σου έλεγα: με γέμισες σκουπίδια.
…Δεν τα έχω, αν ποτέ αναρωτηθείς…
Τα έβγαλα, τα καθάρισα, τα φίλησα και τα δάνεισα.
Δανεικά δεν είναι όλα;
-----------------------------------------------------------------------------
Αυτά γράφτηκαν χθες.
Έχοντας αφορμή τις λέξεις του Σταύρου Σταυρόπουλου (κλικ εδώ!).
Πες το ένστικτο, πες το όπως θέλεις.
Είχα χρόνια να γράψω μόνο για ‘σένα.
Μια αράδα λέξεις στις οποίες να μην επεμβαίνει καμία λέξη-σκέψη άλλου «εσύ».
Κι εμφανίζεσαι μπροστά μου.
Απ΄το πουθενά.
Τριάμιση χρόνια μετά.
Σου γελάω.
Για μια ακόμη φορά η «συνωμοσία δευτερολέπτων».
Σου μιλάω και χαμογελώ.
Αποκτάς ξανά σάρκα και οστά.
Τα μάτια σου μπροστά μου.
Με αγγίζεις.
Επιφανειακά.
Μέσα δεν περνάει τίποτα.
Βράχος.
Οι λέξεις στάθηκαν λίγες.
Μόνο χαμόγελα.
Γι’αυτό που δεν εκφράζεται:
τη χαρά.
…την αμοιβαία χαρά…
«Όχι με σκέψεις, όχι με μνήμες…»
Μόνο παρουσία.
Γιατί σήμερα, μέσα μου, γιόρτασα το «κάποτε».
Ένα «κάποτε» που του άξιζε αυτή η γιορτή.
Έψαξα να βρω αν ξύπνησε κάτι.
Κάτι που θα έπρεπε να με κάνει να φοβηθώ.
Δεν ξύπνησε τίποτα.
Γιατί τίποτα δεν είχα αφήσει να κοιμηθεί.
Όσα σκοτώθηκαν, έφυγαν.
…Γι’αυτό, μόνο χαρά.
Για την παρουσία…
«Για το θαύμα που είδα», τότε, κάποτε.
Κλείνει η άνοιξη.
Η άνοιξη που έκλεισε ανοιχτούς λογαριασμούς.
(εννοείται ότι άνοιξε άλλους, νέους).
Κλείνουν κεφάλαια.
Όχι, εσύ δεν έκλεισες τώρα.
Το λουκέτο μπήκε πριν χρόνια.
Και σήμερα είδα ότι ήταν γλυκό το λουκέτο…
Καλό καλοκαίρι, επισήμως, ε;
Καλός καιρός και μέσα μας…
(Το «Μάτια δίχως λογική», δικό σου.
…Πάντα δικό σου δεν ήταν;)
ΜΑΤΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΚΗ
Είναι τα μάτια σου
ένας διάδρομος παλιός
δάκρυα πνιγμένα
ξεφλουδίζουνε τους τοίχους
που ένας ένοικος αθόρυβος κρυφός
αντί συνθήματα
ζωγράφισε με στίχους
Και μέσα υπάρχουν τα σκαλιά
που οδηγούν
σ' ένα υπόγειο με παιχνίδια χαλασμένα
όσα οι άνθρωποι βαριούνται και ξεχνούν
μετά τη χρήση
τα φορτώνουνε σε σένα
Μου λες τα μάτια σου
να μη τα αγαπώ
και να μη πάψω
να πιστεύω στα δικά μου
μα αυτά τα μάτια όπου χαθώ
κι όπου βρεθώ
τα έχω πίσω μου
και μέσα και μπροστά μου
Μέσα στην ίριδα ανάβει μια φωτιά
που κάθε άστεγο
και άνεργο ζεσταίνει
κι η καλοσύνη τους
απλώνει σαν λαδιά
να μαλακώσει μιαν ανάγκη
πετρωμένη
Σ΄αυτά τα μάτια δεν υπάρχει λογική
όσο βαθιά κι αν τα κοιτάζω
μ΄αγαπούνε
της ιστορίας πυρπολούν τη φυλακή
στα παραμύθια και στ' αστέρια
να με βρούνε...
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
στίχοι: Ισαάκ Σούσης
μουσική: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Δευτέρα 24 Μαΐου 2010
"ΤΕΤΡΑΓΩΝΗ ΓΗ..."
Κι όσο κι αν τις αγαπώ,
κι όσο κι αν αγαπώ να τις μισώ,
το ξέρεις, δε μου φτάνουν οι λέξεις,
δε μου φτάνει ούτε μία, ούτε όλες μαζί.
Kι ας θέλησα να τις σπουδάσω.
Κανένας τους συνδυασμός δε μου έδωσε οξυγόνο
Κανένας τους συνδυασμός δε με λύτρωσε.
Κι όταν τις χωρίζω σε συλλαβές,
όταν τις κλείνω σε μέτρα,
απλώς με απαλλάσσουν από βάρη.
Απλώς με βοηθούν να εκφράζομαι λίγο πιο εύκολα.
Θα ήθελα να τις εξαφανίσω για λίγο απ’τις ζωές μας, να επικοινωνούμε με χειρονομίες, με βλέμματα, με σιωπές.
Δεν θα είχε περισσότερη «αλήθεια» αυτό που ζούμε;
Κι αν γεμίζεις τον χρόνο σου με λέξεις, δεν θα προτιμούσες να τον γεμίσεις με όλα τα άλλα;
Δε μου αρκούν οι λέξεις.
Δε μου αρκούν οι προθέσεις.
Δε μου αρκεί ο χρόνος που αντί να μας γεμίζει τον «παραγεμίζουμε» με υποχρεώσεις.
«Μισή η πίστη».
Χάνεται και βρίσκεται.
Κι εγώ πιστή σε όσα δεν πιστεύω.
Κοιτάω λίγο μέσα μου και γελάω με τις αντοχές που δεν θα ήθελα να έχω.
Κοιτάω λίγο μέσα σου και παίρνω τις απαντήσεις που δεν θες να δώσεις.
Κοιτάω κι αυτό το γκρίζο που μας περιβάλλει.
«Άθελά μας», λες.
Εγώ δεν τα πιστεύω αυτά τα «άθελά μας».
Η ευθύνη είναι μπαλάκι, περιμένεις συνεχώς να δεις σε ποιού «άτυχου» τα χέρια θα καταλήξει.
Μου ζητάς τέσσερα ρήματα. «Δικά μου».
Σου τα λέω σε ενεργητική φωνή:
Δίνω,
Κρύβω,
Γελάω,
Φοβίζω.
…Μα οι αλήθειες μου κρύβονται στην παθητική και έχουν προϋποθέσεις…:
Δίνομαι (όταν….),
Κρύβομαι (όταν…),
Γελιέμαι (όταν….),
Φοβάμαι (όταν….)…
…Οι εαυτοί μας και οι χώροι στους οποίους ξεδιπλώνονται.
Οι συνθήκες.
Αν φτιάχναμε καλύτερες συνθήκες…..
Αν φτιάχναμε καλύτερες σκέψεις…
Αν φτάχναμε καλύτερους εαυτούς…
Αν δείχναμε το «εγώ» μας απ΄την αρχή…
Αν…αν…αν…
«Ψυχογραφείς», λες…
«Όταν θέλω», απαντάω…
Απόψε το στόμα και τα χέρια θέτουν ερωτήματα.
Απόψε το μυαλό έχει απαντήσεις.
Πραγματικές απαντήσεις.
Απόψε ο καθρέφτης γελάει.
Απόψε τα τραγούδια εξηγούν τα «γιατί».
Υπάρχουν τραγούδια «κλειδιά», σε ξεκλειδώνουν, έρχονται «ουρανόπεμπτα»
και απαντούν…
Δεν είναι τα τραγούδια που θες να ακούσεις, είναι τα τραγούδια που χρειάζεσαι.
Περιλαμβάνουν τις λέξεις που χρειάζεσαι.
Τους συνδυασμούς που χρειάζεσαι.
Και διώχνεις ό,τι δεν χρειάζεσαι.
Έτσι, πριν από λίγο καιρό ήρθαν οι "Γελοίοι έρωτες" (κλικ) της Πασπαλά, κι αυτό το «ήθελα κάποιον να βρω να τον θέλω κι ήθελα να είσαι εσύ».
Εξήγησε ό,τι δεν μπόρεσα εγώ να εξηγήσω.
Tί νόημα έχουν και οι εξηγήσεις, θα μου πεις…
...Παίρνεις στα χέρια σου το mp3 μου…
Ούτε που ξέρω τι τραγούδια έχω μέσα…
Βάζεις "Το τρένο" από τις Τρύπες, γράφεις τους στίχους σε ένα χαρτάκι και μου τους δίνεις…
“…Και πιστεύεις ότι μπορώ να σε κάνω να κυλήσεις ξανά;”, σου λέω…
Γελάς…
Με λες κυνική…
Μετά το "Wire to wire" , σιωπή…
Διαλέγεις το "Δεν έχω άλλη υπομονή" , αρνούμαι να το ακούσω, αρνούμαι να το θυμηθώ. Ίσως είναι το μοναδικό τραγούδι που «φοβάμαι».
Μετά το "Σαββατόβραδο" της Τσανακλίδου και θυμάμαι αυτό: (κλικ)
«Κοίτα να δεις», σκέφτομαι…
Μου γελάω ειρωνικά.
«Δείξε μου τον κόσμο σου», μου λες…
«Ξεναγός σε λαβύρινθο δεν γίνομαι…», σου απαντάω…
Τα αγρίμια μέσα μου ξυπνούν…
Και δες τα, δε δαγκώνουν…
Μόνο σε φοβίζουν…
Σου γαβγίζουν…
Μόνο τραγούδια με περικυκλώνουν.
Μια θάλασσα τραγούδια.
Το "Όλα θα γίνουν" και το "Venceremos".
Mαζί...
Παίζω και παίζουν.
Μόνο όνειρα.
Μόνο πραγματικότητα.
Συμπτώσεις.
Συμπτώσεις..;;;
Δεν απαντάω.
Δεν υποθέτω.
Δεν τις σκέφτομαι.
Συμπτώσεις…
Ας είναι……..
Ας τα ονομάσουμε όλα έτσι και ας βουτήξουμε…
Με ανοιχτά μάτια…
…
Κλείνουν ούτως ή άλλως
και στη χαρά και στον τρόμο….
«Όχι με σκέψεις,
όχι με μνήμες,
σα να με ξέρεις μη με δεις…»
ΤΕΤΡΑΓΩΝΗ ΓΗ
Να 'ταν η γη τετράγωνη ξανά
κι απ' τα νησιά να χύνεται όλη η θάλασσα
κι όταν χυθούν του κόσμου τα νερά
να μ' αντικρίσεις πάλι στη στεριά
με δυο μάτια ξαστεριά
κοίτα με ξανά
Μπροστά εγώ και γύρω μου βουνά
να μεγαλώνουν μέσα μου τα ηφαίστεια
Κι όταν ξεσπάσει όλη μου η φωτιά
να μ' αντικρίσεις πάλι στη στεριά
με δυο μάτια ξαστεριά
κοίτα με ξανά
Όχι με σκέψεις
Όχι με μνήμη
Σαν να με ξέρεις μη με δεις
Όχι με σκέψεις
Όχι με μνήμη
Σαν να με ξέρεις μη με δεις
Να με πιστέψεις μ' αυτό τ' ασήμι
της πρώτης πρώτης μας στιγμής
Άχ κοίτα με ξανά
σα καινούργια γη
Άχ κοίτα με ξανά
σαν ζωή που αργεί
Να γεννιέται απ' τη στεριά
με δυο μάτια ξαστεριά
κοίτα με ξανά
Έλλη Πασπαλά
στίχοι: Νίκος Μωραΐτης
μουσική: Στάμος Σέμσης
κι όσο κι αν αγαπώ να τις μισώ,
το ξέρεις, δε μου φτάνουν οι λέξεις,
δε μου φτάνει ούτε μία, ούτε όλες μαζί.
Kι ας θέλησα να τις σπουδάσω.
Κανένας τους συνδυασμός δε μου έδωσε οξυγόνο
Κανένας τους συνδυασμός δε με λύτρωσε.
Κι όταν τις χωρίζω σε συλλαβές,
όταν τις κλείνω σε μέτρα,
απλώς με απαλλάσσουν από βάρη.
Απλώς με βοηθούν να εκφράζομαι λίγο πιο εύκολα.
Θα ήθελα να τις εξαφανίσω για λίγο απ’τις ζωές μας, να επικοινωνούμε με χειρονομίες, με βλέμματα, με σιωπές.
Δεν θα είχε περισσότερη «αλήθεια» αυτό που ζούμε;
Κι αν γεμίζεις τον χρόνο σου με λέξεις, δεν θα προτιμούσες να τον γεμίσεις με όλα τα άλλα;
Δε μου αρκούν οι λέξεις.
Δε μου αρκούν οι προθέσεις.
Δε μου αρκεί ο χρόνος που αντί να μας γεμίζει τον «παραγεμίζουμε» με υποχρεώσεις.
«Μισή η πίστη».
Χάνεται και βρίσκεται.
Κι εγώ πιστή σε όσα δεν πιστεύω.
Κοιτάω λίγο μέσα μου και γελάω με τις αντοχές που δεν θα ήθελα να έχω.
Κοιτάω λίγο μέσα σου και παίρνω τις απαντήσεις που δεν θες να δώσεις.
Κοιτάω κι αυτό το γκρίζο που μας περιβάλλει.
«Άθελά μας», λες.
Εγώ δεν τα πιστεύω αυτά τα «άθελά μας».
Η ευθύνη είναι μπαλάκι, περιμένεις συνεχώς να δεις σε ποιού «άτυχου» τα χέρια θα καταλήξει.
Μου ζητάς τέσσερα ρήματα. «Δικά μου».
Σου τα λέω σε ενεργητική φωνή:
Δίνω,
Κρύβω,
Γελάω,
Φοβίζω.
…Μα οι αλήθειες μου κρύβονται στην παθητική και έχουν προϋποθέσεις…:
Δίνομαι (όταν….),
Κρύβομαι (όταν…),
Γελιέμαι (όταν….),
Φοβάμαι (όταν….)…
…Οι εαυτοί μας και οι χώροι στους οποίους ξεδιπλώνονται.
Οι συνθήκες.
Αν φτιάχναμε καλύτερες συνθήκες…..
Αν φτιάχναμε καλύτερες σκέψεις…
Αν φτάχναμε καλύτερους εαυτούς…
Αν δείχναμε το «εγώ» μας απ΄την αρχή…
Αν…αν…αν…
«Ψυχογραφείς», λες…
«Όταν θέλω», απαντάω…
Απόψε το στόμα και τα χέρια θέτουν ερωτήματα.
Απόψε το μυαλό έχει απαντήσεις.
Πραγματικές απαντήσεις.
Απόψε ο καθρέφτης γελάει.
Απόψε τα τραγούδια εξηγούν τα «γιατί».
Υπάρχουν τραγούδια «κλειδιά», σε ξεκλειδώνουν, έρχονται «ουρανόπεμπτα»
και απαντούν…
Δεν είναι τα τραγούδια που θες να ακούσεις, είναι τα τραγούδια που χρειάζεσαι.
Περιλαμβάνουν τις λέξεις που χρειάζεσαι.
Τους συνδυασμούς που χρειάζεσαι.
Και διώχνεις ό,τι δεν χρειάζεσαι.
Έτσι, πριν από λίγο καιρό ήρθαν οι "Γελοίοι έρωτες" (κλικ) της Πασπαλά, κι αυτό το «ήθελα κάποιον να βρω να τον θέλω κι ήθελα να είσαι εσύ».
Εξήγησε ό,τι δεν μπόρεσα εγώ να εξηγήσω.
Tί νόημα έχουν και οι εξηγήσεις, θα μου πεις…
...Παίρνεις στα χέρια σου το mp3 μου…
Ούτε που ξέρω τι τραγούδια έχω μέσα…
Βάζεις "Το τρένο" από τις Τρύπες, γράφεις τους στίχους σε ένα χαρτάκι και μου τους δίνεις…
“…Και πιστεύεις ότι μπορώ να σε κάνω να κυλήσεις ξανά;”, σου λέω…
Γελάς…
Με λες κυνική…
Μετά το "Wire to wire" , σιωπή…
Διαλέγεις το "Δεν έχω άλλη υπομονή" , αρνούμαι να το ακούσω, αρνούμαι να το θυμηθώ. Ίσως είναι το μοναδικό τραγούδι που «φοβάμαι».
Μετά το "Σαββατόβραδο" της Τσανακλίδου και θυμάμαι αυτό: (κλικ)
«Κοίτα να δεις», σκέφτομαι…
Μου γελάω ειρωνικά.
«Δείξε μου τον κόσμο σου», μου λες…
«Ξεναγός σε λαβύρινθο δεν γίνομαι…», σου απαντάω…
Τα αγρίμια μέσα μου ξυπνούν…
Και δες τα, δε δαγκώνουν…
Μόνο σε φοβίζουν…
Σου γαβγίζουν…
Μόνο τραγούδια με περικυκλώνουν.
Μια θάλασσα τραγούδια.
Το "Όλα θα γίνουν" και το "Venceremos".
Mαζί...
Παίζω και παίζουν.
Μόνο όνειρα.
Μόνο πραγματικότητα.
Συμπτώσεις.
Συμπτώσεις..;;;
Δεν απαντάω.
Δεν υποθέτω.
Δεν τις σκέφτομαι.
Συμπτώσεις…
Ας είναι……..
Ας τα ονομάσουμε όλα έτσι και ας βουτήξουμε…
Με ανοιχτά μάτια…
…
Κλείνουν ούτως ή άλλως
και στη χαρά και στον τρόμο….
«Όχι με σκέψεις,
όχι με μνήμες,
σα να με ξέρεις μη με δεις…»
ΤΕΤΡΑΓΩΝΗ ΓΗ
Να 'ταν η γη τετράγωνη ξανά
κι απ' τα νησιά να χύνεται όλη η θάλασσα
κι όταν χυθούν του κόσμου τα νερά
να μ' αντικρίσεις πάλι στη στεριά
με δυο μάτια ξαστεριά
κοίτα με ξανά
Μπροστά εγώ και γύρω μου βουνά
να μεγαλώνουν μέσα μου τα ηφαίστεια
Κι όταν ξεσπάσει όλη μου η φωτιά
να μ' αντικρίσεις πάλι στη στεριά
με δυο μάτια ξαστεριά
κοίτα με ξανά
Όχι με σκέψεις
Όχι με μνήμη
Σαν να με ξέρεις μη με δεις
Όχι με σκέψεις
Όχι με μνήμη
Σαν να με ξέρεις μη με δεις
Να με πιστέψεις μ' αυτό τ' ασήμι
της πρώτης πρώτης μας στιγμής
Άχ κοίτα με ξανά
σα καινούργια γη
Άχ κοίτα με ξανά
σαν ζωή που αργεί
Να γεννιέται απ' τη στεριά
με δυο μάτια ξαστεριά
κοίτα με ξανά
Έλλη Πασπαλά
στίχοι: Νίκος Μωραΐτης
μουσική: Στάμος Σέμσης
Παρασκευή 14 Μαΐου 2010
"ΌΜΟΡΦΟΙ ΚΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ..."
Να δεις που κάποτε θα μιλάμε για τους μεγάλους κατακτημένους στόχους μας σαν να ήταν ένα δεδομένο βηματάκι παραπέρα.
Όπως τώρα γελάμε με αυτά που κάποτε σπαράζαμε.
Να δεις που θα νιώθουμε τόσο αδιάφοροι δίπλα σε αυτά που τώρα ονομάζουμε «όνειρα».
Τότε, το παζλ των ονείρων θα έχει ολοκληρωθεί κι εσύ θα στέκεσαι από πάνω του προσπαθώντας να το χαλάσεις.
Για να το φτιαξεις ξανά, απ’την αρχή.
Να νιώσεις δημιουργικός.
Δημιουργικός με τα κεκτημένα σου.
Θα ανατροφοδοτείς την έμπνευσή σου.
Με τις ίδιες σκέψεις.
Ενέσεις έμπνευσης από το ίδιο και το ίδιο φάρμακο: κάποιο «εσύ» που κάπου, κάποτε, συνάντησες και κάποιο άλλο που του έμοιαζε και κάποιο άλλο που περιμένεις να του μοιάζει.
«Εσύ» σε ενέσιμη μορφή.
Όχι, αυτό δεν είναι έμπνευση, αυτό είναι στασιμότητα.
Πόση θεωρία χωράει στο μυαλό σου;
Παπαγαλίζεις όσα θέλεις να πιστέψεις.
Τα έμαθες απ’έξω πια.
Δεν τα πίστεψες όμως.
Αφήνεις πάντα μια μικρή χαραμάδα αλήθειας και ελπίζεις σε αυτή λίγο πριν κοιμηθείς.
Λίγο πριν ευχηθείς.
Πόση λίγη πράξη χωράει στα πόδια σου;
Και τι κρίμα που περπατάς τόσο αργα;
Μπερδεύεις το «μπροστά» με το «πίσω», το «πάνω» με το «κάτω», όπως κάποτε μπέρδευες το «αριστερό» με το «δεξί».
Καμιά φορά βρίσκεσαι μετέωρος.
Ψάχνεις με τα μάτια σου γη να να ακουμπήσεις τα πόδια σου, και αντικρύζεις το χάος.
Δαιμονισμένη ψυχη που αποβάλλει πεισματικά τη γαλήνη της γιατί τη θέλει αλλιώς.
Πώς είναι η αλλιώτικη γαλήνη;
Εγω μία ξέρω.
Κι είναι αυτή που θα είχες «αν»….
«Αν»…
Ονειρεύεσαι αυτό που θα ήσουν «αν»…
Θα αγαπούσες αυτό που είσαι «αν δεν»…
Πόσες εικασίες για μια πραγματικότητα που δεν περιλαμβάνει «αν»…;
Περιλαμβάνει μόνο «έτσι».
Σου παρέχεται «έτσι».
Χάνεσαι.
Στον αέρα ενός τσιγάρου που πιστεύεις ότι σου δίνει αυτό που χρειάζεσαι:
τον χρόνο για τον εαυτό σου.
Χάθηκες στη δίνη μιας σκέψης που πίστεψες ότι είναι αληθινή.
Πώς γίνεται να μην πιστεύεις την πραγματικότητα και να δίνεις ισχύ στη φαντασία;
Κι εγώ απλώς σε παρατηρώ.
Σου χαμογελάω με τον ίδιο ειρωνικό τρόπο τόσα χρόνια.
Σου παρέχω τις λέξεις και τις σκέψεις μου και σε βεβαιώνω κάθε στιγμή ότι είναι πιθανόν να μην ισχύει τίποτα αύριο.
Και με κοιτάς με το ίδιο βλέμμα.
Σα να μου λες ότι αυτό θα ισχύει πάντα.
Ένα βλέμμα τόσο ίδιο και τόσο αλλόκοτα αληθινό..
Με το ίδιο μήνυμα -σιωπηλό και εκκωφαντικό-.
Μήνυμα σε δύο-τρεις λέξεις...που δε λέγονται.
Κι ένα δικό μου μήνυμα, επτά λέξεις, σ'ένα μικρό χαρτάκι...:
« …Πετάς…ακόμα και τη στιγμή της πτώσης…»
"Θα συνεχίσω να σου γελάω μέχρι να μου γελάσεις χωρίς λόγο…"
ΟΜΟΡΦΟΙ ΚΙ ΟΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ
Συγχρονισμένοι πλήρως
και κάπου ανάμεσα στις αναπνοές
του κόσμου όλου ο γύρος
σ' ογδόντα μέρες, σ' ογδόντα άδικες φυλακές
Αναστημένοι κι άδειοι
απ' το τριήμερο κάτω απ' τη γη
πόρνες μαζί και άγιοι
σ' ένα αγκάλιασμα, σε ένα βρώμικο φιλί
Κι αν το κορμί σου είναι η γη σου
φύτεψε πάθη, θέρισε ενοχές
βάλ' τη σοδειά σου μες στην ποδιά σου
πούλα την στα παζάρια, σ' αγορές
Όμορφοι κι ηττημένοι
την ήττα γιορτάσαμε με ωραία γιορτή
σαν σ' εξορία σταλμένοι
κι ούτε τολμήσαμε να ξεστομίσουμε το "γιατί"
Κι αν το κορμί σου είναι η γη σου
φύτεψε πάθη, θέρισε ενοχές
βάλ' τη σοδειά σου μες στην ποδιά σου
πούλα την στα παζάρια, σ' αγορές
Μαρία Παπαγεωργίου
στίχοι-μουσική: Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης
Όπως τώρα γελάμε με αυτά που κάποτε σπαράζαμε.
Να δεις που θα νιώθουμε τόσο αδιάφοροι δίπλα σε αυτά που τώρα ονομάζουμε «όνειρα».
Τότε, το παζλ των ονείρων θα έχει ολοκληρωθεί κι εσύ θα στέκεσαι από πάνω του προσπαθώντας να το χαλάσεις.
Για να το φτιαξεις ξανά, απ’την αρχή.
Να νιώσεις δημιουργικός.
Δημιουργικός με τα κεκτημένα σου.
Θα ανατροφοδοτείς την έμπνευσή σου.
Με τις ίδιες σκέψεις.
Ενέσεις έμπνευσης από το ίδιο και το ίδιο φάρμακο: κάποιο «εσύ» που κάπου, κάποτε, συνάντησες και κάποιο άλλο που του έμοιαζε και κάποιο άλλο που περιμένεις να του μοιάζει.
«Εσύ» σε ενέσιμη μορφή.
Όχι, αυτό δεν είναι έμπνευση, αυτό είναι στασιμότητα.
Πόση θεωρία χωράει στο μυαλό σου;
Παπαγαλίζεις όσα θέλεις να πιστέψεις.
Τα έμαθες απ’έξω πια.
Δεν τα πίστεψες όμως.
Αφήνεις πάντα μια μικρή χαραμάδα αλήθειας και ελπίζεις σε αυτή λίγο πριν κοιμηθείς.
Λίγο πριν ευχηθείς.
Πόση λίγη πράξη χωράει στα πόδια σου;
Και τι κρίμα που περπατάς τόσο αργα;
Μπερδεύεις το «μπροστά» με το «πίσω», το «πάνω» με το «κάτω», όπως κάποτε μπέρδευες το «αριστερό» με το «δεξί».
Καμιά φορά βρίσκεσαι μετέωρος.
Ψάχνεις με τα μάτια σου γη να να ακουμπήσεις τα πόδια σου, και αντικρύζεις το χάος.
Δαιμονισμένη ψυχη που αποβάλλει πεισματικά τη γαλήνη της γιατί τη θέλει αλλιώς.
Πώς είναι η αλλιώτικη γαλήνη;
Εγω μία ξέρω.
Κι είναι αυτή που θα είχες «αν»….
«Αν»…
Ονειρεύεσαι αυτό που θα ήσουν «αν»…
Θα αγαπούσες αυτό που είσαι «αν δεν»…
Πόσες εικασίες για μια πραγματικότητα που δεν περιλαμβάνει «αν»…;
Περιλαμβάνει μόνο «έτσι».
Σου παρέχεται «έτσι».
Χάνεσαι.
Στον αέρα ενός τσιγάρου που πιστεύεις ότι σου δίνει αυτό που χρειάζεσαι:
τον χρόνο για τον εαυτό σου.
Χάθηκες στη δίνη μιας σκέψης που πίστεψες ότι είναι αληθινή.
Πώς γίνεται να μην πιστεύεις την πραγματικότητα και να δίνεις ισχύ στη φαντασία;
Κι εγώ απλώς σε παρατηρώ.
Σου χαμογελάω με τον ίδιο ειρωνικό τρόπο τόσα χρόνια.
Σου παρέχω τις λέξεις και τις σκέψεις μου και σε βεβαιώνω κάθε στιγμή ότι είναι πιθανόν να μην ισχύει τίποτα αύριο.
Και με κοιτάς με το ίδιο βλέμμα.
Σα να μου λες ότι αυτό θα ισχύει πάντα.
Ένα βλέμμα τόσο ίδιο και τόσο αλλόκοτα αληθινό..
Με το ίδιο μήνυμα -σιωπηλό και εκκωφαντικό-.
Μήνυμα σε δύο-τρεις λέξεις...που δε λέγονται.
Κι ένα δικό μου μήνυμα, επτά λέξεις, σ'ένα μικρό χαρτάκι...:
« …Πετάς…ακόμα και τη στιγμή της πτώσης…»
"Θα συνεχίσω να σου γελάω μέχρι να μου γελάσεις χωρίς λόγο…"
ΟΜΟΡΦΟΙ ΚΙ ΟΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ
Συγχρονισμένοι πλήρως
και κάπου ανάμεσα στις αναπνοές
του κόσμου όλου ο γύρος
σ' ογδόντα μέρες, σ' ογδόντα άδικες φυλακές
Αναστημένοι κι άδειοι
απ' το τριήμερο κάτω απ' τη γη
πόρνες μαζί και άγιοι
σ' ένα αγκάλιασμα, σε ένα βρώμικο φιλί
Κι αν το κορμί σου είναι η γη σου
φύτεψε πάθη, θέρισε ενοχές
βάλ' τη σοδειά σου μες στην ποδιά σου
πούλα την στα παζάρια, σ' αγορές
Όμορφοι κι ηττημένοι
την ήττα γιορτάσαμε με ωραία γιορτή
σαν σ' εξορία σταλμένοι
κι ούτε τολμήσαμε να ξεστομίσουμε το "γιατί"
Κι αν το κορμί σου είναι η γη σου
φύτεψε πάθη, θέρισε ενοχές
βάλ' τη σοδειά σου μες στην ποδιά σου
πούλα την στα παζάρια, σ' αγορές
Μαρία Παπαγεωργίου
στίχοι-μουσική: Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)