Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

"Το άδειο παράθυρο..."


Να μετονομάσουμε τις μεταβατικές περιόδους σε κάτι άλλο.
Να δώσουμε ένα όνομα πιο οικείο.
Πιο γλυκό.

Με ενοχλούν οι μεταβάσεις.
Οι ταμπελίτσες που αλλάζουν.
Οι συνήθειες που αλλάζουν.
Τα δεδομένα που ναι μεν σου δόθηκαν, αλλα δεν ορίστηκαν χρονικά.
Με ενοχλώ.
Κάθε δέκα χρόνια μεγαλώνω.
Αλλάζω ταμπέλα.
Ξεκαθαρίζω ανθρώπους.
Ξεριζώνω.
Μου δίνω άλλο όνομα.
Ξεδιαλέγω.
Παίρνω εμβρυική στάση.
Μετά μεγαλώνω.
Μου φωνάζω.
Αντιμετωπίζω το χάος.
Ανακαινίζω το χάος.

Η μετάβαση είναι ανεμοστρόβιλος.
Ό,τι δεν έχει ρίζες, το σκορπίζει.

Διαχειριζόμαστε ανθρώπους.
Κι αυτό έχει ένα βάρος.
Κι αυτό έχει μια ευθύνη.
Κουβαλάμε ερεθίσματα.
Κάτι ανεπεξέργαστα δεδομένα που έγιναν δέρμα.
Κάτι απομεινάρια που σέρνονται μαζί μας.
Ή μας σέρνουν.
Που δεν τα διαλέξαμε.
Πέρασαν μέσα μας.
Κι ούτε πόρτες, ούτε παράθυρα λογαριάζουν.
Ούτε κλειδαριές και στιγμές.

Οι επιλογές κρύβουν «λόγο».
Κάτι καθρεφτίσματα του εαυτού.
Κάτι αντανακλάσεις δισεπίλυτες.
Κάτι εξισώσεις μυστηριώδεις.
Και πρέπει να βρεις λέξεις, να κατεβάσεις τα μαθηματικά που ξέρεις, να σε αντιμετωπίσεις.
Να βρεις τη διαφορά του «απλού» από το «απλοϊκό».
Να βρεις τον άγνωστο χ, τον άγνωστο ψ και τον γνωστό-άγνωστο εαυτό.
Έρχεται μια μέρα που παύεις να κατηγορείς τις συμπτώσεις για τις επιλογές σου.
Έρχεται μια μέρα που η λογική σου χτυπάει την πόρτα.
Αφού έχει πρώτα κονταροχτυπηθεί με αιθήσεις, συναισθήματα, άλλοθι, χαζοσυμπεράσματα.
Έρχεται μια μέρα που παίρνεις τις ασφαλείς αποστάσεις και βρίσκεσαι στον ανασφαλή δρόμο.

Κάθε δέκα χρόνια μεγαλώνω.
Δεν ξέρω αν διαλέγω.
Ξεδιαλέγω.
Αποσαφηνίζω τα «δεν μπορώ».
Κάνω στην άκρη τα «εσύ».
Στολίζω το «εγώ».
Του δίνω χώρο.
Μου δίνω χώρο.
Μου δίνω.
Με παρακαλουθώ.
Δεν με δίνω.
«Προσωπική μου ιδιόκτητη επανάσταση».
Με σάουντρακ.
Με ευθύνη.
Τα ονομάζω προσπάθειες.
Ή απόπειρες.
Βουτάω στη σιωπή.
Με βαφτίζω.

Με ενοχλούν οι συνήθειες.
Με ενοχλεί οποιαδήποτε μορφή παίρνει το έθος.
Αλλά αυτό το «συν» με τρομάζει.
Το «συν» είναι μαζί.
Η συνήθεια παίρνει κι άλλα μαζί της.
Συμπαρασύρει.
Σέρνει.
Μαζεύει.
Συμβιβάζει.
Βολεύει.

Ανεπαρκή γαμημένα διλήμματα.
Ανεπαρκείς αιτίες.
Ανεπαρκή άλλοθι.
Ανεπαρκείς ασάφειες.
Ανεπαρκείς εκκρεμότητες.

Έχεις να διαχειριστείς κάτι που ονόμασες «συμβιβασμό» και κάτι που ονόμασες «ασυμβατότητα».
Μένεις στη μέση.
Κάτι λείπει.
Κάτι περισσεύει.
Κάτι διαρκεί στιγμούλες λίγες.
Σου δίνει χαμόγελα.
Κάτι διαρκεί πολύ.
Σου αφαιρεί χαμόγελα.
Γίνεται βάρος.
Έχεις να διαχειριστείς το όμορφο «λίγο» και το περίεργο «βαρύ».

Θα ξυπνήσουμε μια μέρα και θα έχουμε γίνει άλλοι.
Θα ξυπνήσουμε και θα ξυπνήσουν και όλα όσα βάζαμε στην άκρη γιατί δεν είχαμε χρόνο και ενέργεια να ασχοληθούμε.
Θα ξυπνήσουμε και θα ξυπνήσει μαζί μας μια μεγαλοπρεπής αταξία.
Θα ξυπνήσουμε και δεν θα ξέρουμε αν εκτιμούμε από πληρότητα ή από ανασφάλεια.

Και τώρα που γκρεμίστηκαν τα «βολέματα», χτίσε.
Ή χτίσου.


Το άδειο παράθυρο

Το ξένο πρόσωπο της νύχτας με κοιτά
κρύβω το βλέμμα στη φωτιά.
Πνίγω τα λόγια στο ποτήρι στο κενό
σ’ ένα παράθυρο αδειανό.

Μισή καρδιά μισώ το άλλο σου μισό,
αυτό που χτίζει το γκρεμό.
Θα πέφτω μες του μισεμού σου το κενό
σ’ ένα παράθυρο αδειανό.

Θα κρύβω πάντα ένα όχι στην καρδιά μου
κι ένα μεγάλο ναι σαν βόμβα που ανασαίνει.
Σπάζουν νερά, χύνω στο δρόμο τα παιδιά μου,
στρατιά νεογέννητη στα κόκκινα βαμμένη.

Ίσως μια μέρα καταφέρω να με αλλάξω
προσωπική μου ιδιόκτητη επανάσταση.
Θα μπω μια νύχτα να χαθώ και να με ψάξω
στο άδειο παράθυρο.

Το ξένο δάκτυλο του κόσμου με κρατά
κι όσα δεν είμαι μου ζητά.
Φτωχός κι ανάργυρος χωρίς αποσκευή,
χωρίς πατρίδα και φυλή.

Θα βγω να ανάψω τη σημαία τ’ ουρανού,
την απειλή του φεγγαριού.
Σβήνω τα φώτα του πλανήτη για να μπω
σ’ ένα παράθυρο αδειανό
.


Αλκίνοος Ιωαννίδης