Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

"ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ..."

Ή κάτι δεν πάει καλά ή όλα κυλούν ρολόι.
Δεν έχω αποφασίσει.
Το έχεις νιώσει;
Αυτό το ανάμικτο.
Αυτό που αποφεύγεις να προσδιορίσεις.
Που, όμως, δεν σε έχει ανάγκη.
Γιατί αυτοπροσδιορίζεται.
Και σου αυτοσυστήνεται:
«Γεια, είμαι αυτό που ήμουν πάντα», λέει.
Καταφατικά.
Η προτασούλα σου παρέχεται έτοιμη.
Και δεν έχει σημασία αν το πιστεύεις ή όχι.
Ούτε αν σε νοιάζει.
Γιατί με το που το βλέπεις θέλεις απλώς να το πάρεις μια αγκαλιά.
Αυθόρμητα.
Και συγκρατείσαι.
Και απλώς το χαϊδεύεις.
Και δεν έχεις αποφασίσει αν χαϊδεύεις την ιστορία, τον άνθρωπο ή εσένα στην εφηβεία σου.
Σαν τις μνήμες που «μετακόμισαν» πριν μερικές μέρες.
Και δε γίνεσαι πάλι 16, 18, 20.
Ούτε ο εμπνευστής μικραίνει.
Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Και δεν ξέρεις σε τι βάσεις πατάς.
Δεν μπήκαν καν στον κόπο να εισβάλουν οι μνήμες.

Εγώ κι εσύ.
Εσύ κι εγώ.
Στον ίδιο χώρο.
Τόσα χρόνια μετά.
Οι υπάρξεις μας μεγαλωμένες.
Δίπλα-δίπλα.
Και αυτό που κάποτε……….
Μου δίνεται.
Που αν ποτέ σκεφτόμουν με πόση ευκολία θα μπορούσε να μου δοθεί θα γέλαγα.
Και γελάω.
Σε κοιτάζω και γελάω.
Μου φαίνεσαι αστείος.
Μου φαινόμαστε αστείοι.
Μου φαίνεται αστείο.
Με ρωτάς…
Τα απλά.
Που θα μπορούσαν να είναι και αυτονόητα.
Θα…
Σου χαμογελάω.
Ψυχόρμητα.


Δεν ξέρω πώς ορίζεται.
Είμαστε μάλλον δύο φιλόλογοι που δεν θέλουμε ορισμούς.
Κι όσο φιλόλογοι και να είμαστε, τις λέξεις δεν τις χρησιμοποιούμε.
Μπορει να λέγεται κύκλος.
Χωρίς εμπνεύσεις πια.
Ο τίτλος είναι για λόγους συνεννόησης.
Θα ‘σαι πάντα ο εμπνευστής.
Τιμητικά.
Χωρίς εμνεύσεις πια.
Δεδομένο.
Μα και χωρίς τη λέξη «χωρίς».
Δεν υπάρχει «χωρίς» πια.
Και δεν ξέρω αν υπάρχει και χώρος.


Ένα χαμόγελο, μια σύγχυση και μια αμηχανία.
Και κάτι μάτια που τα αγαπάω με όλη μου την αθωότητα.
Ή με όλη την ανάμνηση της αθωότητας.
Ή με όλη την ανάμνηση.
Το πρόβλημα είναι ότι η αθωότητα είναι σχεδόν ξεπουλημένη έννοια.
Όχι.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα.
Είμαστε ακόμα ό,τι ήμασταν πριν 9 χρόνια.
Δυο άνθρωποι που συναντήθηκαν σ’αυτή τη ζωή.
Να λύσουν κάτι.
Να λυθούν.
Είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι, μεγαλωμένοι.
Διαφορετικοί.
Που κρατούν μια ιστορία κάπου μέσα τους.
Που κρατούν.
Σχεδόν μαγικά και σχεδον ηλίθια.
Κρατούν.
Ο ένας τον άλλον.
Κάτι μας δένει.
Απροσδιόριστο.
Κι αυτό που λέγεται «ζωή» δεν μας αφήνει.
Σαν καμπανάκι υπενθύμισης με την υποσημείωση:
«τί ήμασταν ο ένας για τον άλλον».
Τί είμαστε ο ένας για τον άλλον;

Είμαστε οι πιο διαφορετικοί άνθρωποι του κόσμου.
Μα «κάπου θα υπήρχε η ίδια ρίζα».
Και ακόμα εντυπωσιάζομαι που όταν σε βλέπω έχω μια χαρά εφηβική.
Και κάποτε είπα ότι μου πρόσθεσες χρόνια στην πλάτη.
Τα παίρνεις πίσω.
Αλλά δε γυρνάμε πίσω.
Κάπου πάμε.
Σχεδόν παράλληλα.
Οι ζωές μας κάθε τόσο διασταυρώνονται.
Σαν χρωστούμενες.
Δυο ζωές χρωστούμενες.
Ένα «μέλλον» κι ένα «μάλλον» με τόσο κοινή αβεβαιότητα.
«Το "μάλλον" απ’το παρελθόν».
http://www.youtube.com/watch?v=diWPYplQ7T8

Σα να δίνουν κάθε τόσο ραντεβού οι ζωές.
Να θυμηθούμε ότι υπήρξαμε.
Να σκεφτούμε αν θα υπάρξουμε.
Με «μάλλον» και «μέλλον».

Δεν έχω κανένα άλλοθι να με αθωώνει.
Αλλά το πιο περίεργο είναι ότι δεν έχω και τίποτα που να με κατηγορεί πια.
Εννιά χρόνια μετά με άλλα δεδομένα.
Δεν είμαι tabula rasa και δεν μπορείς να γράψεις μέσα μου.
Το αντίθετο.
Ξέρω καλά τι είμαι και αφήνομαι στο να «γίνομαι» και να «διαμορφώνομαι».
Δεν έχω ιδέα τι είσαι.
Δεν έχω ιδέα αν είσαι ό,τι ήσουν.
Δεν είμαι ό,τι ήμουν.
Κι αν είσαι κάτι δεν έχω ιδέα ποιο είναι το «εύρος» σου.
Δεν ξέρω που είσαι, αλλά το πιο σίγουρο είναι ότι δεν ξέρω που είμαι εγώ.

Καμία «λέξη» δεν παίζει μαζί μας.
Μόνο ο αναγραμματισμός της μας παιδεύει μυστηριωδώς: μια ηλίθια «έλξη».
Αδικαιολόγητη πια.
Και δεν πρόκειται για άγνοια.
Πρόκειται για κάτι μοιράσματα που ούτε κι αυτά τα έχω ορίσει.
Κι αν ψάξεις αυτή τη στιγμή τη ζωή μου σε ένα περίεργο «αφήνομαι» θα σταθείς.
Στον χρόνο αφήνομαι.
Δεν ψάχνω.
Δεν πάω γυρεύοντας.
Δεν ξέρω.
Διώκω την τύχη μου.
Μάλλον, με διώκει η τύχη.
Ό,τι τύχη τύχει.
Έχω πάρει ρεπό.
Ο χρόνος τρέχει πιο γρήγορα απ’ό,τι θα ήθελα.
Το μυαλό μου γεμίζει με περισσότερα απ’όσα θα ήθελα.
Οι εγκεφαλικοί εισβολείς σε συγκεκριμένες θέσεις.
Στην πόρτα του μυαλού υπάρχει face control.
«Περιορισμένης διαθεσιμότητας και ενέργειας», γράφει.

Περιορίζω.
Δεν περιορίζομαι.
Άγνοια.
Αμφιβάλλω.
Συνεχώς.
Θα αμφιβάλλω και θα αμφιβάλω.
Για ‘σένα με ένα -λ-.
Για ‘μένα με –λλ-.
Τα κουτάκια που κρατάω σφραγισμένα και τοποθετημένα δεν τα κοιτάω.
Κάποια χαλαρώνουν γιατί δε φοβούνται.
Κάποια κλείνουν πιο σφιχτά.
Αμύνομαι.
«Βόλτα στα σύννεφα που πάντα γυρνάς με τα πόδια».
Και μια αμφιβολία να διέπει τα πάντα.
Γύρω μου.
Μέσα μου.
Αόριστα και οριστικά.
Αόριστοι και μέλλοντες.

ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ

Θα αμφιβάλλεις,
γιατί έτσι παίζεται αυτό
Η φαντασία σου θα βάζει στην αγάπη μου εμπόδιο
Οι συγγενείς σου , οι φίλοι απ'το δημοτικό
Ταινίες με τίτλους όπως: "Η αγάπη το βάζει στα πόδια"


Ο βίος ο σύγχρονος,
το άρωμα σου που σε κάνει ξεχωριστή
Η κάμερά σου που στέκεται στο φούτερ σου και σε κοιτάζω

Κάποιος που υπήρξε
και κάποιος που δεν ήρθε στη σωστή σου στιγμή
Εγώ παράλυτος

κι εγώ που περπατώντας το κορμί μου γυμνάζω

Θα αμφιβάλλω,

γιατί έτσι κουρδίζεται αυτό
Η εμπειρία μου θα υψώνει στο δόσιμό σου εμπόδια
Η απόδρασή μου, οι τσόντες μου σ'ένα φόλντερ κρυφό
Και τα χαρτάκια στο αμάξι από χιλιάδες διόδια


Ο βίος της Τέχνης, το στούντιο,
μ'ένα PC που κρασάρει διαρκώς
Η κάμερά μου που στέκεται στο πιάνο μου και με κοιτάζεις
Κάποια που υπήρξε

και κάποια που μ'έκανε να νιώθω μισός
Εσύ αριστούργημα κι εσύ μόνη το μέικ-απ να βγάζεις

Θα αμφιβάλλεις,

γιατί έτσι πηγαίνει αυτό
Έτσι οδηγείται, έτσι φλέγεται, έτσι ανεβαίνει στη μέρα
Έτσι το μάθαν οι άνθρωποι κάτω από τον ουρανό
Αυτό πιστέψαν οι άνθρωποι

κι αυτό πάει τον κόσμο πιο πέρα
Θα αμφιβάλλω,
γιατί έτσι πρέπει να παίξω κι εγώ
Η φαντασία μου θα βάζει στην αγάπη σου εμπόδια
Είναι ο άγραφος κώδικας, είναι το κοινό μυστικό
Είναι μια βόλτα στα σύννεφα

που πάντα γυρνάς με τα πόδια...

Φοίβος Δεληβοριάς

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

"ΦΙΛΕΝΑΔΑ..."

(το mixpod αρνήθηκε να συνεργαστεί. Το τραγούδι της ανάρτησης εδώ: http://www.youtube.com/watch?v=esrHNcemFqY )

Δίνεις στα πράγματα τη διάσταση που αντέχεις.
Δίνεις στα πράγματα τη διάσταση που έχεις ανάγκη.

Ώρες-ώρες μου φαίνεται αστεία η διαμόρφωσή μας.
Και οι από κοινού ζωές μέσα στις ζωές.
Είμαστε κομμάτια ιστοριών.
Ανά δύο ή και ανά παρέα.
Μοιραζόμαστε κομματάκια ζωής.
Κι είμαστε ζωές μέσα στις ζωές.
Οι άνθρωποι μέσα μας είναι ιστοριούλες γραμμένες κατά κάποιον τρόπο.
Κάποτε ξεθωριάζουν.
Κάποτε ξαναγράφονται.


Οι αναμνήσεις, ακόμα κι αν πακετάρονται, δε μετακομίζουν.
Υπάρχουν χώροι που σε έχουν κλειδώσει μέσα τους για πάντα.
Υπάρχουν γέλια που θα αντηχούν για πάντα.
Υπάρχουν δάκρυα που πότισαν για πάντα.
Και μουσικές που κλειδώθηκαν σε χώρους για πάντα.
Ακόμα κι αν ξεκαρφιτσώθηκαν οι φωτογραφίες.
Ακόμα κι αν έφυγαν οι μοκέτες που είχαν καεί από τα τσιγάρα.
Ακόμα κι αν δε σου κάνουν τα ρούχα που φορούσες τότε.
Ακόμα κι αν χάθηκαν τα τετράδια που έκλειναν τραγούδια και ραβασάκια.
Ακόμα κι αν έσπασαν τα cd που είχες γράψει και ξαναγράψει.
Η εικόνα της ξανθούλας, αρχές Σεπτέμρη, που παίζει βόλεϊ στα κάγκελα, θα μείνει για πάντα στο μυαλό μου.

Ραντεβού στο «καρπουζόμερος» για τσιγάρο.
Ραντεβού στην ταράτσα, κρυφά, να προσπαθήσουμε να σύρουμε αργά τις καρέκλες, να μη μας ακούσουν.
Γιατί να τις σύρουμε;
Αφού κάτω θα κάτσουμε.
Και θα γυρίσουμε με βρώμικα ρούχα, μέσα στη σκόνη.
Και θα βάλουμε το στρώμα στο σαλόνι.
Εσύ θα κοιμάσαι κι εγώ θα διαβάζω λατινικά και θα σηκωθώ το πρωί να πάω στο φροντιστήριο.
Θα σου πω για τον Χρήστο.
Θα μου πεις για τον Παναγιώτη.
Θα παμε στο μικρολίμανο.
Θα παραγγείλουμε breezer καπούζι ή freddoccino.
Θα καπνίσεις.
Θα κοιτάμε τον Αλέξη και τον φίλο του.

Και μετά θα έρθεις στο σχολείο μου.
Θα πάμε στον αγιασμό με τα πόδια.
Θα σε φωνάζω «καινούργια»!
Θα σε γνωρίσω στα παιδιά και στους καθηγητές.
Θα κάτσουμε στο πρώτο θρανίο.
Θα πίνουμε φραπέ.
Θα σου κάνει παρατήρηση ο διευθυντής.
Θα γελάω και θα κρύβω τον δικό μου καφέ κάτω από το παλτό μου.
Θα ανεβαίνω στις καρέκλες και θα κάνω τον μπατμαν.
Θα ανεβαίνεις στον πίνακα να λύσεις ασκήσεις μαθηματικών και θα γελάς.
Κι εγώ θα διορθώνω όλα τα ορθογραφικά του Νικολακάκη.
Θα με σπρώχνεις και θα μου λες να βγάλω τα ακουστικά κάθε φορά που η καθηγήτρια θα στέκεται από πάνω μου.
Κι εγώ πάντα θα εκνευρίζομαι και θα σου λέω «δε με νοιάζει».
Και θα λέω ότι θα γίνω φιλόλογος.
Και θα λες ότι θα γίνεις ψυχολόγος.
Και θα διαβάζουμε.
Και θα αναστατώνουμε το σχολείο.
Θα μοιράζουμε γλειφιτζούρια στα παιδιά.
Θα σε τραβάει η Αναστασίου από το ένα χέρι κι εγώ από το άλλο μέχρι να πέσεις κάτω.
Θα κάνεις ότι στέλνεις μήνυμα κι εγώ θα κρεμάω σε ένα κορδόνι τα στυλό μου.
Θα έχουμε ένα βιβλίο και οι δύο.
Θα κάνουμε ότι χτύπησα.
Θα πάρω αποβολή και θα ζητάς να πάρεις κι εσύ.


Μετά θα βγούμε στο μπαλκόνι.
Θα κάνουμε πως διαβάζουμε και θα κοιτάμε τον τύπο που φτιάχνει το πεζοδρόμιο.
Θα μου πετάς τσιγάρα.
Θα τραγουδάμε.
Θα λέμε ότι η Μαριέττα πάει νηπιαγωγείο κι ο Δημοσθένης στο τρελοκομείο.
Κι ο Χρήστος αδέσμευτος.
Θα ποντάρουμε να βρούμε την ηλικία του.
Η Κάτια θα σου πετάει βιβλία στο κεφάλι.
Εσύ θα βάζεις επιδέσμους στο χέρι και θα λες ότι δεν μπορούσες να γράψεις.
Εγώ θα γελάω.
Θα οργανώνουμε πάρτυ με σπανακόπιτα και κεράκια.
Θα μαθαίνουμε για γάμους και η «κυρία-Ντένη» θα παίρνει τηλέφωνο να επιβεβαιώνει.
Κι εγώ θα ακούω «τα ήσυχα βράδια» στην ίδια γωνιά.
Πάνω στο κρεβάτι σου.
Θα καπνίσω πρώτη φορά κι εσύ θα με μαλώσεις.

Θα δώσουμε πανελλήνιες.
Θα λες ότι θα πέσει Ελύτης.
Θα τραγουδάς στο αμάξι στον μπαμπά σου «shut up, just shut up».
Θα μου δείχνεις το άλλο σου σπίτι…
Θα τρέμω τι θα πέσει στα αρχαία.
Θα ασχολούμαι με τον Χρήστο.
Ο Βασίλης θα μοιάζει με τον Χατζηγιάννη.
«Αυτή η νύχτα μένει» και θα μένει για πάντα.
Θα τρως σοκολάτα μετά το φροντιστήριο.
Εγώ θα κάνω δίαιτα.
Θα μου λες «στην πουτάνα πουτανιές δεν κάνουν».
Θα κοιτάς κάποιον άλλον και θα εμφανίζεται μπροστά σου ο Μάρκος.
Θα με ρωτάς κάθε Τρίτη βράδυ τι έχουμε να διαβάσουμε στη φιλοσοφία.
Δεν θα έρχεσαι ποτέ στο μάθημα της φιλοσοφίας.
Θα ακούμε Χατζηγιάννη.
Θα τραγουδάμε «Πώς χάνω τον έλεγχο».
Θα λέμε στους καθηγητές να μιλήσουμε για το «θελώπρεπο».
Θα μου κόβεις τούφες από τα μαλλιά με το ψαλιδάκι σου.
Θα σβήνω γράμματα από τα βιβλία την ώρα που διαβάζεις.
Η Φάκου θα σου πιάνει την κουβέντα.
Θα ζωγραφίζουμε το απουσιολόγιο.
Θα γίνουμε εφορευτική επιτροπή και θα βγάλουμε πρόεδρο όποιον θέλουμε έμεις.
Και δεν θα πάρει κανείς χαμπάρι.


Η μαμά σου θα ρωτάει τη μαμά μου σε ποιο φροντιστήριο θα πάω.
Η μαμά μου θα θέλει να κάνουμε παρέα.
Εγώ θα θυμώνω με τη μαμά μου.
Κι εσύ θα με συμπαθείς.
Εγώ θα σε λέω ψεύτικη και θα απορώ γιατί χαίρεσαι κάθε φορά που με βλέπεις.
Και θα σου δώσω ένα πουκάμισο για την παρέλαση.
Θα μου πεις για τον Αλέξη.
Θα σου πω για τον Μιχάλη.
Θα μου πεις για τον Κορκολή.
Θα σου πω για τον Σχοινά.

Θα σχεδιάζουμε τη συγκατοίκησή μας.
Θα έρχομαι στο σχολείο όταν θα ξαναδίνεις πανελλήνιες.
Θα αποφασίσουμε να κάνουμε αγγλικά.
Θα γράφουμε στίχους στα βιβλία μας.
Θα έχεις ντοσιέ πολύχρωμα.
Θα έχω πολύχρωμα στυλό.
Θα παίρνουμε αυτοκόλλητα.
Θα μου δώσεις ένα σαπούνι με μια τίγρη.
Θα φωνάζεις "νιάου γάτα".

Θα δώσουμε πανελλήνιες.
Θα φύγω.
Αλλά θα είμαι εκεί.
Θα φύγω.
Αλλά θα είσαι εκεί.
Και θα ξανάρθω.
Και θα έρθει και η ξανθιά.
Θα κάνω την καλόγρια.
Θα κάνεις τη Ζαΐρα.
Η ξανθιά θα μας εξηγεί για τον συνδικαλιστή.
Και θα τραγουδάει Καλομοίρα.
Θα πίνουμε χυμό μανταρίνι.
Και θα συναντιόμαστε στο παρκάκι.
Και θα τραβάμε βιντεάκια.
Και θα λέω για τον Χρήστο.
Εσύ για τον Προ.
Η ξανθια για τον Γιώργο.
Και θα ακούμε «Πόσο πολύ σ’αγάπησα» και θα κλαίμε.
Και μετά θα γελάμε.
Θα πάμε στη συναυλία του Θηβαίου και δεν θα αντέχουμε.
Θα πάμε στο «Γρηγόρη» και θα βάζουμε μαντήλια στο κεφάλι.
Θα βλέπουμε γραμμένο «Όλη μου ζωή συνενοχή και πώς γουστάρω κάτι απογεύματα με καφέ και τσιγάρο».
Θα πιάσουμε δουλειά.
Θα παίρνουμε τηλέφωνο στα lay’s.
Θα παίρνουμε τηλέφωνο όλα τα telemarketing.
Θα κάνουμε φάρσες συνέχεια.
Θα πάμε Καστοριά ανύποπτα.
Θα λέμε ότι «ο Άγγελος είμαι από Λιβανάτες».
Θα μου παίρνεις αυτοκόλλητα.
Θα προσπαθείς να με κάνεις να γελάσω τα Χριστούγεννα.
Θα κάνουμε μαζί Πρωτοχρονιά.
Και Πάσχα.
Θα διαβάζουμε ιστορία κατεύθυνσης.
Θα έχουμε την ίδια λαμπάδα.
Με κατακόκκινη πασχαλιά.
Θα πηγαίνουμε στα Πατήσια και θα λέμε «Φως».
Με μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και μαύρο παλτό.
Θα μετονομάσουμε τις "τύψεις" σε μπάμιες.
Θα "κάνω" πάντα καφέ με τον αφρό να καλύπτει τα 3/4 του ποτηριού.
Θα φτιάχνεις πάντα νερουλούς καφέδες.
Αλλά θα τους πίνουμε.
Θα έχουμε πάντα τα BF ως έσχατη λύση.
Θα στοχεύουν στο μπαλκόνι.

Θα διαβάζουμε τις εξεταστικές.
Θα βγαίνουμε στο μπαλκόνι και θα λέμε πώς θα ήταν η ζωή αν δεν είχαμε εξεταστικές.
Θα πίνουμε πάντα ούζο με χυμό.
Θα μου δίνεις το lap top σου όταν χαλάει το δικό μου.
Θα έρχεσαι στις 4 το πρωί στο σπίτι να σκοτώνεις κατσαρίδες.
Θα σου μαγειρεύω μακαρόνια με λουκάνικο γαλοπούλας.
Θα φωνάζεις «ππππποντίκι».
Θα ακούμε το «αερικό».
Θα νοικιάζουμε συνέχεια το «οι άλλοι», αλλά δεν θα δούμε ποτέ αυτή την ταινία.
Θα μπαίνουμε κι οι τρεις μαζί στις συναυλίες κι ας έχουμε διπλή πρόσκληση.
Θα ακούς Ελευθερία.
Θα χορεύεις «τα κορμιά και τα μαχαίρια».
Θα ακούμε τα «παιδιά των δρόμων» και το «combo-combo» και θα χορεύουμε χαρούμενες.
Θα με κοροιδεύεις για το «καροτσέρη» που θα είναι πάντα «καρότσερη».
Η ξανθιά θα ρωτάει ποιο είναι το όνειρο του Γιάννη.
Θα διαβάζουμε κι οι τρεις «το ροκ που παίζουν τα μάτια σου».
Θα θέλω πάντα τον Χρήστο.
Θα θέλεις πάντα τον Προ.
Η ξανθιά θα θέλει πάντα τον Γιώργο.
Θα μείνουμε για πάντα στην ίδια ηλικία.
Πάντα μία θα είναι ξενιτεμένη.
Θα συναντιόμαστε στο μικρολίμανο και θα τραγουδάμε.
Εσύ θα τσακώνεσαι με περαστικούς και ταξιτζήδες και θα λες ότι "τους έχεις".
Θα κλέβουμε μπλούζες απλωμένες και μανταλάκια.
Θα φωνάζω «Σάάάάββας» και «γατούληηη».
Θα ακούμε μέσα στο μετρό την "υβρεοπομπή" και θα την τραγουδάμε.
Θα σου κλείνω το στόμα στον ηλεκτρικό.
Θα τρομάζεις τις γιαγιάδες που κάθονται δίπλα μας στο λεωφορείο.
Θα φωνάζεις δυνατά "όόό,τι θέέέλωωω".

Και θα καθόμαστε στο ίδιο κρεβάτι.
Στην ίδια μοκέτα.
Με τον βάτραχο δίπλα.
Με την κουβέρτα που θα καίω με το τσιγάρο μου.
Με τις στάχτες που θα πετάω έξω από το τασάκι.
Θα κάνουμε κι οι τρεις το τσιγάρο του ύπνου.
Θα λέμε όλες τις λέξεις στον πληθυντικό: αγάπες και αλήθειες.

Θα πάμε πενθήμερη.
Θα φροντίζεις όλους τους μεθυσμένους.
Θα χορεύουμε τσιφτετέλι.
Θα φωνάξουμε την αστυνομία να χαλάσουμε το πάρτυ του αχώνευτου.
Θα κλειδωνόμαστε στις τουαλέτες για να καπνίσεις και μετά η Αναστασίου θα λέει ότι εγώ είμαι η ένοχη.
Θα λέω στη Φάκου ότι θα έρθω στο νοσοκομείο και θα σου φέρω λουλούδια από εκείνη και δεν θα μου βάζει απουσία.
Θα σε σπρώχνω να μπεις πρώτη στην τάξη.
Θα ονομάσουμε το μπαλόνι "Βλάσση".
Θα βγάλουμε όνομα στο κολάρο.
Θα πάρουμε χρυσόψαρο.
Θα δίνουμε ραντεβού έξω από τον παιδικό σταθμό για να τσακωθούμε.
Θα κάνω πάντα κατακόρυφο στην πόρτα σου.
Θα μετακομίσουμε στο τελευταίο θρανίο.
Θα λέω ότι δεν υπέγραψε το απουσιολόγιο ο καθηγητής της προηγούμενης ώρας και θα σε παίρνω μαζί μου να πάμε να τον ψάξουμε.
Κι εμείς θα κάνουμε βόλτες στους διαδρόμους.
Θα με ψάχνεις και θα με βρίσκεις στη βιβλιοθήκη να παρακολουθώ dvd για τον Πρωταγόρα.
Θα σου μιλάω για τα αρχαία και θα λες ότι μυρίζει παρελθόν και σκόνη.
Η ξανθιά θα ψάχνει να βρει τον λόγο που διαβάζουμε ιστορία και θα λέει: «περασμένα, ξεχασμένα ρε αδερφέ».
Δεν θα διαβάσω ποτέ Βιολογία.
Θα λέμε στον Σωτηρόπουλο να ποζάρουμε να μας βγάλει φωτογραφία.
Θα με ρωτάει για το περιβάλλον και θα του λέω για το DNA.
Θα πηγαίνουμε στον Κάλαμο και θα κάνω μπάνιο με τα ρούχα.
Θα κανονίζουμε πάντα διακοπές για τρεις και μετά θα τσακωνόμαστε.
Και θα μείνουμε κι οι τρεις στην Καστοριά.
Εκεί.
Στα γενέθλιά σου.
Θα γελάμε.
Δεν θα μεγαλώσουμε.
Θα τραβάμε βίντεο.
Θα μιλάω ακατάπαυστα και θα απορείτε αν έχω μεθύσει.
Κι εγώ δεν θα έχω πιει ούτε μια στάλα αλκοόλ.
Θα παλεύετε να με μεθύσετε.
Και να με φιλήσετε.
Η ξανθιά θα παλεύει να πει «πο-τ-οκάλι».
Θα πάμε για καφέ στο πασαλιμάνι και θα έρθει μια τρελή να κάτσει στο τραπέζι μας.
Και μετά θα μπεις στο παιδικό τρενάκι.
Ο Χρήστος πάντα θα μου δίνει κίνητρα, έμπνευση, θα τον συναντάω πάντα κρυφά και θα σας το λέω μετά.
Ο Προ θα έρχεται πάντα κάτω από το σπίτι σου και θα του χτυπάμε πάντα παλαμάκια όταν θα χορεύει τη «μολυβιά».
Ο Γιώργος θα λέει πάντα την ξανθιά "κορίτσι μου" και θα μιλάμε πάντα για την Κρήτη.

Μετά θα μείνουμε ξαπλωμένες στη μοκέτα.
Αυτή που έχει στίγματα από τις καύτρες μου.
Με τις φωτογραφίες από τον εκτυπωτή μου στον τοίχο.
Θα ξαπλώνεις στη φουσκωτή μπλε πολυθρόνα-κρεβάτι.
Κάθε φορά που γυρνάω από Κρήτη.
Θα κλαις από τη χαρά σου.
Θα σου λέω ότι βλέπω φοίνικες.
Και θα είμαι δίπλα.
Θα είμαι δίπλα.
Θα είσαι δίπλα.
Θα είμαστε δίπλα.
Και δεν θα κάνουμε ποτέ αγκαλιά αποχωρισμού.
Θα λέμε πάντα «θα τα πούμε αύριο».
Κι ας είμαι στην Κρήτη.
Κι ας είναι στην Καστοριά η ξανθιά.
Και θα λέμε πάντα «μη χαθούμε».
Και μετά θα γελάμε.
Και δεν θα μεγαλώσουμε.
Κι ας μεγαλώσαμε.
Κι ας ξεκαρφιτσώθηκαν οι φωτογραφίες.
Κι ας έφυγε η μοκέτα.
Κι ας πετάχτηκε η κουβέρτα.
Κι ας μη μου πετάς τσιγάρα.
Κι ας μη σου φέρνω γάλα και παγάκια για τον καφέ.
Κι ας μην έρχομαι από εκεί για καφέ.
Κι ας μην πηγαίνουμε στην ταράτσα να βλέπουμε αστέρια.
Κι ας μην τραγουδάμε καημούς.
Κι ας μη μιλάω πια για τον Χρήστο.
Κι ας μη μιλάς για τον Προ.
Κι ας μη μιλάει η ξανθιά για τον ναυτικό.
Έγινα φιλόλογος τελικά (κι ας ξε-έγινα!).
Έγινες ψυχολόγος.
Έφυγαν και τα τελευταία πράγματα.
Έμεινε ένα κιούπι στο μπαλκόνι.
Μπορεί να έχει μέσα κάνενα BF όταν θα ξεμείνω από τσιγάρα.
Ή κανένα χαρτάκι από αυτά που γράφαμε.
Κι ένα ζευγάρι κλειδιά από το σπίτι σου στο ντουλάπι μου.
Κι ένα σπίτι γεμάτο αναμνήσεις.
Άδειο από έπιπλα.
Κι έτσι όπως κοιτάω δίπλα νομίζω ότι βλέπω ένα 10χρονο ξανθό, χαρούμενο κοριτσάκι να παίζει βόλεϊ.
Κι εγώ ένα στριμμένο 10χρονο…!
Να δεις που θα είμαστε στην ίδια τάξη……





ΦΙΛΕΝΑΔΑ

Σαν αστεράκι κάτω εδώ για συντροφιά μου
σαν ερημώνει και ο κόσμος κι η καρδιά μου
κοιτάζω μέσα απο του χρόνου τη σχισμάδα
και βλέπω εσένα, φιλενάδα, φιλενάδα

Τόσα καλά που μας χαρίζει η ζωή μας
χωρίς την κοριτσίστικη γιορτή μας
πές μου τι θα'τανε χωρίς την τρυφεράδα
της μοιρασιάς τους, φιλενάδα, φιλενάδα

Σαν φυσικό μοιάζει το δώρο ετούτο
δεν χωράει ευχαριστώ
μα φιλενάδα ήρθε η ώρα να στο πω

Και όταν ψάχνω μες του χρόνου τη ρυτίδα
κι εγώ σου λέω για τα τόσα που δεν είδα
πως απ'τα βάρη μας θα μείνει η ελφράδα
αυτο το ξέρεις , φιλενάδα, φιλενάδα

Κόσμος παντού μα οι πιο πολλοί μένουνε ξένοι
κι άραγε ακόμα τι μας περιμένει
σ'αυτό το αίνιγμα που ζούμε στην Ελλάδα
ώσπου να σκίσει η ομάδα, φιλενάδα

Σαν φυσικό μοιάζει το δώρο ετούτο
δεν χωράει 'φχαριστώ
μα φιλενάδα ήρθε η ώρα να σ'το πω

Και τι πειράζει αν στο δρόμο μας χαθήκαν
όνειρα, σχέδια που αλλάξαν, ξεχαστήκαν
όλα όσα γίνανε αυτά είναι τα ωραία
κι αληθινά σαν τη δική μας την παρέα

Σαν φυσικό μοιάζει το δώρο ετούτο
δεν χωράει ευχαριστώ
μα φιλενάδα ήρθε η ώρα να στο πω.
Μελίνα Τανάγρη