Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

"ΜΑΤΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΚΗ..."

Δεν θυμάμαι πότε σε βρήκα.
Θυμάμαι μόνο ότι κάπου, κάποτε συνάντησα ένα ζευγάρι ματιών που με πλημμύρισε εικόνες από το μέλλον.
Ξέρεις πώς ονομάζονται αυτές οι εικόνες;
Όνειρα.

Θυμάμαι ότι κάπου, κάποτε άρχισα να ονειρεύομαι.
Πολύ ροζ τα όνειρα.
Πολύ αθώα.
Και για ‘μένα ήταν περίεργο γιατί ποτέ δεν αγαπούσα το ροζ κι όλα αυτά τα κοριτσίστικα χρώματα.
Αγαπούσα τα ασπρόμαυρα.

Δεν με θυμάμαι πριν.
Ή μάλλον με θυμάμαι, αλλά πολύ αχνά.
Είναι πολύπλοκες οι συναντήσεις με τα ζευγάρια ματιών.
Κολλάς τόσο στη λέξη «ζευγάρι».
Εγώ όμως κόλλησα στα μάτια.
Μη φανταστείς, δεν ήταν ούτε μπλε, ούτε γκρι, ούτε πράσινα.
Καφέ ήταν, όπως τόσα άλλα.
Μα κάτι έκρυβαν (όπως τόσα άλλα).
Εξυπνα, μελαγχολικά, βαθιά.
Έκρυβαν το πυρ.
Ήταν μονίμως υπό απειλή.
Και τα δικά μου και τα δικά σου.
Ήμασταν απειλή.
Ο ένας για τον άλλον.
Δεν υπήρχαν λέξεις.
Δεν τις είχαμε εφεύρει.
Υπήρχαν γνώσεις: αυτές που διαλύσαμε κι αυτές που χτίσαμε.
«Υπο διάλυση», κι οι γνώσεις κι εμείς.
Ο καθένας ξεχωριστά.
Πιο πολύ ο καθένας ξεχωριστά, παρά μαζί.
Δεν υπάρχει «μαζί» διάλυση.
Υπάρχει διάλυση του «μαζί».
Από τον καθέναν ξεχωριστά…


Επεμβαίνεις.
Είσαι πανταχού παρών μέσα μου.
Όχι εσύ, η παλιά σου παρουσία.
Λόγω της αρχής.
Κάποιος σε όρισε ως «Α».
Εννοείται ότι δε με ρώτησε.
Καλά έκανε (μεταξύ μας).


«Συναισθηματικά ανάπηρος», έλεγες.
Αν έλεγες «άπειρος», θα το δικαιολογούσα.
Ίσως το εκτιμούσα κιόλας.


Ψάχναμε, ψάχναμε, ψάχναμε.
Ψάξαμε.
Στα σκουπίδια.
Εκεί βρήκαμε αυτό που ψάχναμε.
Εγώ εσένα κι εσύ εμένα.
Εσύ μόνος σου μπήκες κι εγώ είπα να σε ακολουθήσω.
«Σκουπίδια καρδιάς», θυμάσαι;
Έτσι σου έλεγα: με γέμισες σκουπίδια.


…Δεν τα έχω, αν ποτέ αναρωτηθείς…
Τα έβγαλα, τα καθάρισα, τα φίλησα και τα δάνεισα.
Δανεικά δεν είναι όλα;



-----------------------------------------------------------------------------


Αυτά γράφτηκαν χθες.
Έχοντας αφορμή τις λέξεις του Σταύρου Σταυρόπουλου (κλικ εδώ!).
Πες το ένστικτο, πες το όπως θέλεις.
Είχα χρόνια να γράψω μόνο για ‘σένα.
Μια αράδα λέξεις στις οποίες να μην επεμβαίνει καμία λέξη-σκέψη άλλου «εσύ».
Κι εμφανίζεσαι μπροστά μου.
Απ΄το πουθενά.
Τριάμιση χρόνια μετά.
Σου γελάω.
Για μια ακόμη φορά η «συνωμοσία δευτερολέπτων».
Σου μιλάω και χαμογελώ.
Αποκτάς ξανά σάρκα και οστά.
Τα μάτια σου μπροστά μου.
Με αγγίζεις.
Επιφανειακά.
Μέσα δεν περνάει τίποτα.
Βράχος.
Οι λέξεις στάθηκαν λίγες.
Μόνο χαμόγελα.
Γι’αυτό που δεν εκφράζεται:
τη χαρά.
…την αμοιβαία χαρά…


«Όχι με σκέψεις, όχι με μνήμες…»
Μόνο παρουσία.
Γιατί σήμερα, μέσα μου, γιόρτασα το «κάποτε».
Ένα «κάποτε» που του άξιζε αυτή η γιορτή.


Έψαξα να βρω αν ξύπνησε κάτι.
Κάτι που θα έπρεπε να με κάνει να φοβηθώ.
Δεν ξύπνησε τίποτα.
Γιατί τίποτα δεν είχα αφήσει να κοιμηθεί.
Όσα σκοτώθηκαν, έφυγαν.

…Γι’αυτό, μόνο χαρά.
Για την παρουσία…
«Για το θαύμα που είδα», τότε, κάποτε.


Κλείνει η άνοιξη.
Η άνοιξη που έκλεισε ανοιχτούς λογαριασμούς.
(εννοείται ότι άνοιξε άλλους, νέους).
Κλείνουν κεφάλαια.
Όχι, εσύ δεν έκλεισες τώρα.
Το λουκέτο μπήκε πριν χρόνια.
Και σήμερα είδα ότι ήταν γλυκό το λουκέτο…



Καλό καλοκαίρι, επισήμως, ε;
Καλός καιρός και μέσα μας…


(Το «Μάτια δίχως λογική», δικό σου.
…Πάντα δικό σου δεν ήταν;)





ΜΑΤΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΚΗ


Είναι τα μάτια σου
ένας διάδρομος παλιός
δάκρυα πνιγμένα
ξεφλουδίζουνε τους τοίχους
που ένας ένοικος αθόρυβος κρυφός
αντί συνθήματα
ζωγράφισε με στίχους


Και μέσα υπάρχουν τα σκαλιά
που οδηγούν
σ' ένα υπόγειο με παιχνίδια χαλασμένα
όσα οι άνθρωποι βαριούνται και ξεχνούν
μετά τη χρήση
τα φορτώνουνε σε σένα


Μου λες τα μάτια σου
να μη τα αγαπώ
και να μη πάψω
να πιστεύω στα δικά μου
μα αυτά τα μάτια όπου χαθώ
κι όπου βρεθώ
τα έχω πίσω μου
και μέσα και μπροστά μου


Μέσα στην ίριδα ανάβει μια φωτιά
που κάθε άστεγο
και άνεργο ζεσταίνει
κι η καλοσύνη τους
απλώνει σαν λαδιά
να μαλακώσει μιαν ανάγκη
πετρωμένη


Σ΄αυτά τα μάτια δεν υπάρχει λογική
όσο βαθιά κι αν τα κοιτάζω
μ΄αγαπούνε
της ιστορίας πυρπολούν τη φυλακή
στα παραμύθια και στ' αστέρια
να με βρούνε...

Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
στίχοι: Ισαάκ Σούσης
μουσική: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας