Πέμπτη 19 Ιουλίου 2012

"Ο καημός της φυσαρμόνικας"...

Η γενική αντίληψη είναι αποτέλεσμα μαθηματικών πράξεων.
Μια πρόσθεση αντιλήψεων.
Ένα σύνολο που έρχεται αντιμέτωπο με την προσδοκία.
Η προσδοκία είναι το μέτρο που τίθεται κάθε φορά.
Η προσδοκία είναι το όριο.
Κλείνεις τα μάτια σου και φτιάχνεις κόσμους.
Κόσμους που ζουν πέρα από εσένα.
Κόσμους ιπτάμενους, χωρίς κλωστούλα να τους δένει με τον πραγματικό.
Όσες ιδέες κι αν σου έδωσαν αυτοί οι κόσμοι, κανένας δεν σου έδωσε πνοή, έτσι δεν είναι;
Όσα παιχνίδια και να έπαιξες κανένα δεν σε εξέλιξε στ’αλήθεια, έτσι δεν είναι;
Όση «ζωή» και να σου έδωσαν, κανένα δεν σου έδωσε ζωή, χωρίς εισαγωγικά, έτσι δεν είναι;


Καλή η απογείωση, αλλά στηρίζω γείωση.
Προτιμώ τα βήματα παρά το πέταγμα.
Είναι πιο στέρεα.
Είσαι πιο στέρεος.
Είσαι πιο ακέραιος.


Με ενοχλεί ο κάθετος εαυτός μου.
Με ενοχλεί ο αδιάφορος εαυτός μου.
Με ενοχλεί ο χρόνος που σε πετάει σε μια γωνιά κουρασμένο.
Βγαίνεις από το τούνελ.
Κοιτάς τριγύρω σου: «Βγήκα αλώβητός», σκέφτεσαι.
«Βγήκα», ξανασκέφτεσαι.
Πολύς χαμένος χρόνος.
Δεν υπάρχει χειρότερος χαρακτηρισμός για την έννοια του χρόνου από τη μετοχή «χαμένος».
Με αυτό τερματίζεις.
Με αυτό η προσδοκία σου γίνεται μπαλόνι και πετάει.
Κι εσύ ξαπλώνεις στο πάτωμα ανακουφισμένος.
Ταξιδάκια μωρέ.
Με σκοπό ή χωρίς.
Τι σημασία έχει τελικά;
Ξαπλώνεις και αγναντεύεις ουρανούς.
Ξαπλώνεις και επαναδημιουργείσαι για άλλους ουρανούς.
Είμαστε μέρος μιας αντικαστάστασης.
Αντικαθιστούμε και μας αντικαθιστούν.
Με συνέπεια.
Ευτυχώς.


Μετρήματα αυθόρμητα.
Μαθηματικά απλά.
«Πόσα πήρες;»-«πόσα δεν πήρες;».
«Τι πήρες;».
Πραξούλες.
Αποτέλεσμα.
Που απλώς το κοιτάς.
Που υποσυνείδητα το αξιολογείς.
Που ασυνείδητα το έχεις αξιολογήσει καθ΄όλη τη διάρκεια της πορείας.
Σεβάσου το μυαλό και τις ανάγκες του.
Για το τέλος.
Στην αρχή ψαξ’το λίγο.
Αν δεν το ψάξεις τουλάχιστον κράτα αυτόν τον γαμημένο σεβασμό.
Αν μπορείς ανάλυσέ το.
Όχι τον σεβασμό.
Την ανάγκη του μυαλού.


Ημιτελείς είμαστε.
Τα απέναντι μάτια μπορούν να μας κοιτάξουν ως το «τέλειο».
Μετά ως το «ατελές».
Αλλά ημιτελείς είμαστε.
Επιδεχόμαστε διόρθωσης διανοητικά.
Ο άλλος μας κατασκευάζει στη συνείδησή του.
Χτιζόμαστε.
Μετά γκρεμιζόμαστε.
Σαν να φοράς ένα ζευγάρι γυαλιά και μετά να τα βγάζεις.
Σπουδαίο παιχνίδι.
Αρρωστημένο.
Παλέυεις να δικαιολογήσεις και να διασώσεις.
Μια μέρα θα μπει στα λεξικά το ρήμα «εξαλλοθίζω».
«Δημιουργώ άλλοθι στις καταστάσεις».
Πόσες φορές το έχεις κάνει;
Είναι που «ο κόσμος είναι μια χούφτα από εκατομμύρια μόρια
Κι η κατανόηση δείχνει ν' αργοπεθαίνει».



Είμαστε παρατονισμένες συλλαβές.
Ανορθόγραφες λέξεις.
Λέξεις διφορούμενες.
Όλα έχουν διττή σημασία.
Εμείς διαλέγουμε μία και την κάνουμε ό,τι θέλουμε.
Τη φοράμε και τη δείχνουμε.
Τη στολίζουμε και την προσωποποιούμε.
Της δίνουμε χρώμα, σχήμα και αέρα.
Μέχρι τη μέρα που θα ξυπνήσουμε και δεν θα μας κάνει.
Ή δεν θα μας αρκεί.
Και ξέρεις, εκεί δεν έχει πισωγύρισμα και διόρθωση.
Εκεί έχει πέταμα.


Παίζουμε με σημεία στίξης ώρες-ώρες.
Είναι που η στίξη σχετίζεται με τη στιγμή.
Είναι που η στιγμή σχετίζεται με το στίγμα.
Είναι που το στίγμα σε παραμύθιασαν ότι είναι ανεξίτηλο.
Είναι που εσύ καθορίζεις καμιά φορά τι μένει και τι όχι.
Είναι κι αυτή η αιώνια εφηβική μανία του «για πάντα».
Είναι κι αυτή η αιώνια ενήλικη μανία του «ποτέ».
Είναι που φυλαγόμαστε, όχι γιατί έχουμε τίποτα πολύτιμο.
Είναι που φυλαγόμαστε από φόβο μωρέ.
Επειδή αλώβητοι δεν είμαστε.
Μαλάκες είμαστε.


Την έμπνευση ζητάμε.
Μόνο η έμπνευση δεν φοβάται.
Μόνο αυτή έρχεται με μανία και προσπερνά φόβους, χρόνους και περιορισμούς.
Ενδεδυμένη κατάλληλα,
Προσαρτημένη με τα ακατάλληλα που είναι απαραίτητα.
Κάθε έμπνευση περιλαμβάνει κάτι ακατάλληλο.
Κάθε τι ακατάλληλο περιλαμβάνει λίγη έμπνευση.


Κάθε άνθρωπος ξέρει το κομμάτι της ζωής  σου που θέλεις να του δείξεις.
Ίσως και ένα μικρό κομμάτι που διαισθάνεται.
Ως εκεί.
Τα υπόλοιπα λεξούλες που συνειδητά σου παρουσιάζει.
Όχι η ζωή του.
Οι λεξούλες του.
Μετα παίζεις με ποσοστά συσχέτισης.
Με την αντιληπτική ικανότητα, όχι που έχει, αλλά αυτή που θέλει ή έχει ανάγκη να έχει.
Το παιχνίδι λέει να βάλεις τον άλλον στον κόσμο που θέλεις, όχι στον κόσμο που είσαι.
Οι κόσμοι μας.
Ο κόσμος μου και ο κόσμος σου.
Και ο από κοινού…
Ο κόσμος μας.


Ο έρωτας δεν είναι η ψευδαίσθηση του πάντα.
Είναι η ψευδαίσθηση του «δεν μπορώ χωρίς».
Μέχρι που τα «δεν» γίνονται διπλή ψευδαίσθηση.
Και το «χωρίς» αδυνατίζει.


«Ένα τσιγάρο ακόμα».
Πόσες φορές έχεις ακούσει ή πει αυτή τη φράση;
«Ένα τσιγάρο ακόμα».
Υπάρχουν και οι σχέσεις του «ένα τσιγάρο ακόμα».
Σπανίως το έχεις ανάγκη αυτό το επιπλέον τσιγάρο, έτσι δεν είναι;
Αυτήν την επιπλέον, δίχως νόημα παράταση.
Τις σχέσεις «ένα τσιγάρο ακόμα» μια φωτιά τις σώζει.
Όχι αυτή που ανάβει το τσιγάρο.
Αυτή που το καίει μια και καλή.


*"Ο καημός της φυσαρμόνικας" είναι το τραγούδι που θα μπορούσα να ακούω για πάντα.


Ο καημός της φυσαρμόνικας
Όνειρο που φεύγει είν' η ζωή,
μέσα στ' όνειρό μου είσαι και συ

Έρχεσαι πάντα το βράδυ
μελαγχολικά
σαν το στερνό το τρένο του χειμώνα,
η καρδιά μου χιονισμένη
στέπα ερημική προσμένει
τον καημό σου και σε καρτερεί.

Όνειρο που φεύγει είν' η ζωή,
μέσα στ' όνειρό μου είσαι και συ.

Έρχεσαι και δε σωπαίνεις,
μέσ' από τη στάχτη
μια φωτιά γυρεύεις κι όλο φεύγεις
τριγυρνάς μέσα στη νύχτα
φάντασμα ωχρό της προσμονής μου
μαυροπούλι ερημικό.

Κι όπως έρχεσαι έτσι φεύγεις
έτσι απρόσμενα αγαπάς
μισείς ξεχνάς πλάνες μαζεύεις
μα η καρδιά μου χιονισμένη
στέπα ερημική προσμένει
τον καημό σου πάντα καρτερεί.

Όνειρο που φεύγει είν' η ζωή,
μέσα στ' όνειρό μου είσαι κι εσύ...



Μαρία Δημητριάδη
Στίχοι/Μουσική: Γιώργος Σταυριανός

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

"What are the chances..."

Το πρόβλημα με τις ανθρώπινες σχέσεις είναι ότι όλα καταγράφονται:
Γίνονται συναίσθημα,
γίνονται αποθηκευτικός χώρος,
γίνονται σκέψεις στον εγκέφαλο.
Κι από ένα σημείο και μετά δεν έχεις να διαχειριστείς σχέσεις ή ανθρώπους.
Έχεις να διαχειριστείς σημεία.
Παύει ο ανθρώπινος παράγων.
Και βρίσκεις ανάπηρο τον κόσμο στα σημεία.
Βρίσκεις τις σχέσεις σου ανάπηρες.
Τον άλλον ανάπηρο.
Τον εαυτό σου ανάπηρο.
Ο χρόνος προσωποποιείται,
περνάει μέσα απ’τη σχέση,
τραβάει απ’όπου μπορεί
Ή απ’όπου άφησες ανοιχτά παραθυράκια.
Σχέσεις που μπάζουν.
Και το αντιλαμβάνεται μόνο ο ένας.
Μια μέρα θα ξυπνήσω και θα σου τα πω όλα.
Ξέρεις αυτές τις μαλακίες του «δεν φταις εσύ, φταίω εγώ».
Ευγένειες.
Ειλικρίνειες.
Ή μια μέρα απλώς δεν θα έχω πια δικαιολογία.
Και δεν θα σου πω «ξέρεις, συμβαίνει αυτό».
Θα σου πω: ΔΕΝ ξέρεις.
Τίποτα.
Τίποτα για εμένα.
Με τρομάζει η αντίληψη.
Το πώς αντιλαμβάνεται κάποιος το κοινό σας κομμάτι.
Τι ονομασία του δίνει.
Τι εννοεί όταν λέει «σ’αγαπώ».
Ποιόν ακριβώς αγαπάει.
Αυτόν που βλέπει.
Αυτόν που αλληλεπιδρά.
Αυτόν που φαντάζεται.
Αυτόν που είναι.
Αυτόν που θα ήθελε να είναι.
Αυτόν που βλέπει η καρδιά του.
Ποιόν απ΄όλους αγαπάς γαμώτο;

Δεν μ’αρέσει η λέξη.
Το μυαλό μου είναι κατασκευασμένο για αναλύσεις.
Έμαθε να κόβει τις λέξεις, να ψάχνει την προέλευση.
Δεν είναι φτιαγμένο για τέτοια.
Δεν μπορείς να μου πασάρεις μια λεξούλα και να τη δεχτώ έτοιμη.
Και δεν ξέρω που σκατά είναι τα ανιδιοτελή «σ’αγαπώ».
Αυτά που βλέπουν την αλήθεια, και νιώθουν το ρηματάκι έτσι απλά.
Αυτά που πασάρονται με μια παρένθεση που λεει: (δεν περιμένω τίποτα από εσένα).
Με ενοχλεί, αν περιμένεις.
Με ενοχλεί αν «πρέπει» να πάρεις.
Με ενοχλεί που μπορεί να μην έχω τίποτα που να μπορείς να πάρεις.
Με ενοχλεί που αν έχω κάτι, πάνω έχει ταμπέλα και όνομα.
Με ενοχλεί αν δεν είναι το δικό σου όνομα.

Για να σε δω.
Μπορείς να τα βάλεις με τα σημεία;
Μπορείς να παλέψεις με αυτά;
Στιγματάκια.
Που αν τα ενώσεις μπορεί να βγει και σχέδιο.
Μπορει να βγει και μουτζούρα.
Για να σε δω:
Πώς νιώθεις αν εσύ είσαι η μουτζούρα;

Και ξυπνάς ένα πρωί και έχεις βρει στόχο-σκοπό-κίνητρα-προορισμό-διαδρομή.
Και έχεις φτιάξει το συμπερασματάκι σου.
Null.
Και τις απορίες σου δεν σου τις έλυσε κανείς.
Και δεν σε πολυνοιάζει.
Και ξέρεις-δεν ξέρεις δεν έχει σημασία.

Εκεί είναι η ουσία μάτια μου:
Στη σημασία.
Και στις διαστάσεις της.
Πόσο μεγάλη είναι, πόσο μικρό σε κάνει.
Γαμημένο μυαλό.
Τα γεννά και τα σκοτώνει.
Σε γεννά και σε σκοτώνει.
Σε κατασκευάζει προσεκτικά, σε συναρμολογεί.
Και κάποια στιγμή βλέπεις τριγύρω σου κομμάτια,
βίδες,
ξεχαρβαλωμένες ιδέες.
Σκοτεινά δωμάτια που κλείνεις την πόρτα και φεύγεις.
Ποια κλειδιά μωρέ;
Σε παραμύθιασαν ότι τις ιστοριούλες σου τις κλειδώνεις;
Η πρόκληση είναι να έχεις τα κλειδιά σου χέρι σου και να μη σε νοιάζει.

Μη σε σαγηνεύει το σκοτάδι.
Πίσω από κάθε τι σκοτεινό και μυστήριο που σου γνέφει ιντριγκαδόρικα, κρύβεται ένα μυστικό.
Αλλιώς όλοι θα κουβαλούσαμε τις σκέψεις μας στα χέρια, φόρα-παρτίδα, με την ταμπελίτσα: Αυτός είμαι.

Τα αγαπώ τα φωτεινά πλάσματα.
Που χαμογελούν αληθινα, εξομολογούνται αληθινά, κλαίνε αληθινά και μιλάνε αυθόρμητα.
Τα αγαπώ, αλλά δεν τα ερωτεύομαι.

Είμαστε κατασκευές πολύπλοκες θεωρητικά.
Πρακτικά θέλουμε άγγιγμα στα κατάλληλα σημεία.
Να λυθούμε.
Θέλουμε ένα κατάλληλο νεύμα να ανάψει το φανάρι πράσινο.
Αν πατάς λάθος κουμπιά θα είναι πάντα κόκκινο.
Το πορτοκαλί να το προσέξεις.
Δε σημαίνει ότι άναψε πράσινο.
Δε σημαίνει ότι πάτησες το σωστό κουμπί.
Σημαίνει: ανάγκη.
Σημαίνει «πέρνα, αλλά μπορεί να το μετανιώσω»
Σημαίνει «αν δεν περάσεις, έχασες»
Ή κέρδισες.

Καμιά φορά νομίζω ότι είσαι αυτό που δεν ήθελα να είμαι.
Καμιά φορά νομίζω ότι γίνομαι αυτό που δεν θα ήθελες.
Καμιά φορά είμαι ό,τι θέλω.
Καμιά φορά θέλω ό,τι είμαι.
Καμιά φορά θέλω μόνο να θέλω.
Και να μπορώ.

Κι αν το καλοσκεφτείς, σε αυτή τη ζωή παίζεις με πιθανότητες και ευκαιρίες.
Κι αυτά συνδέονται.
Τα ψάχνεις.
Και σε ψάχνουν.
Χάσε το μέτρημα των ευκαιριών.
Να χάσω το μέτρημα των πιθανοτήτων.

(Αν το mixpod μου έκανε τη χάρη, θα ακουγόταν και αυτό:)



WHAT ARE THE CHANCES

Tell me what are the chances
of me drinking alone
of aching for you to the bone?
tell me what are the chances
this bottle could keep me alive
without you by my side?

and Tell me what are the chances
of me meeting you in the rain
with nothing to say...

I had a dream I was on fire
you were watching me closely
then you just left
I had a dream it turned into nightmare
you were light
now only darkness i see,
you were all I desired..

and Tell me what are the chances
of me meeting you in the rain
for second chances...

All my friends seem to remind me
of the bitterness that I feel
and how you despise me..
Tell me please what are the chances
of me leaving doors open wide ...
of you coming in with a smile..

and Tell me what are the chances of me meeting you in the rain
with nothing to say...
and Tell me what are the chances of me meeting you in the rain for second chances...

Tell me please is this the end ?
cause I've run out of chances my friend..
I've run out of chances..
Tell me please I'm closed to myself
I feel beaten and broken again..
beaten and broken..

and Tell me what are the chances of me
leaviing you in the rain
all covered in pain...?
and tell me what are the chances of you
passing me by in your car
when I was still there..
left alone with my chances ,
with my nightmares , withn my hopes and fears to dry...
you are a nightmare... it's a nightmare ...

What are the chances of me...?
What are the chances of you...?

Tell me please my guardiian angel...will you come for me?
will you come for me...?


Dusk