Αρχή.
Βήμα.
Γράφω.
Δρόμος.
Ελευθερία.
Ζωή.
Ηρεμία.
Θάλασσα.
Ιμερος.
Κλειδί.
Λέξη.
Μουσική.
Νίκη.
Ξαφνικά.
Οιστρηλασία.
Προχωρώ.
Ροπή.
Σαγήνη.
Ταξίδι.
Υλοποίηση.
Φως.
Χρόνος.
Ψηλά.
Ωσπου…...
Ένα αυθόρμητο προσωπικό αλφάβητο.
Παιχνίδι με τα γράμματα.
Να ανακαλύψω.
Ίσως κάτι να κρύβουν.
Ίσως έχουν κάτι να πουν.
Ίσως δεν έχουν τίποτα.
Παίζω μαζί τους για να μην παίξουν μαζί μου.
Τα χρησιμοποιώ για να μη με χρησιμοποιήσουν.
Για να αποφύγω την όποια διένεξη μαζί τους.
Και ακούω,
Και λέω:
«…πάντα υπάρχει κάποιος λόγος…»
«…για όλα υπάρχει μια αιτία…»
…κι εσύ ψάχνεις να τη βρεις.
Κι αφού τη βρεις, δεν αλλάζει κάτι, απλώς μαθαίνεις.
Κι αφού μάθεις;
Κυνηγητό.
Κρυφτό.
Νιώθω ότι παίζω.
Δεν ξέρω αν έχει πλάκα.
Αναλόγως την οπτική γωνία από την οποία βλέπω κάθε φορά το παιχνίδι.
Τώρα το βλέπω από κάπου.
Σε λίγο θα το βλέπω από κάπου άλλου.
Κάπου…
Κάπου χάνεις.
Κάπου κερδίζεις.
Κάπου τα χάνεις.
Κάπου παραιτείσαι, ουσιαστικά.
Κάπου παραιτείσαι, στα λόγια.
Κάπου δεν παραιτείσαι.
Κάπου ψάχνεις λέξεις.
Κάπου ελπίζεις σε αυτές.
Κάπου δεν τις βρίσκεις.
Στοχοθετείς.
Διαλέγεις.
Επιλέγεσαι.
Και μετά;
Μετά αποπροσανατολίζεσαι.
Και βρίσκεσαι πάλι κάπου.
Κάπου πανικοβάλλεσαι.
Κάπου τίποτα δεν μπορεί να σε σοκάρει.
Κάπου ανησυχείς.
Κάπου αδιαφορείς.
Κάπου τελειώνεις.
Κάπου αρχίζεις.
Κάπου συναντάς κάποιους.
Κάποιοι πλησίασαν.
Κάποιοι έφυγαν.
Κάποιους έδιωξες.
Κάποιοι μιλάνε πολύ.
Κάποιοι λιγότερο.
Κάποιοι καθόλου.
Κάποιοι δεν ξέρουν.
Κάποιοι δεν έμαθαν.
Κάποιοι θα μάθουν.
Αινίγματα.
Κάποια θα εμφανιστούν μπροστά σου.
Κάποια θα τα παλέψεις.
Κάποια θα τα αφήσεις.
Κάποια θα τα λύσεις.
Κάπως.
Κάπως θα βρεις λύσεις.
Κάπως θα ξεγλιστρίσεις.
Κάπως θα βρεις φως.
Κάπου...
Κάπως…
…θα εξηγηθεί κάτι…
Κάτι που σε απασχολεί.
Κάτι που τρέχει και δεν πιάνεται.
Κάτι που παιδεύει.
Και τριγυρνάει κάπου…
Κάπου είσαι εσύ…
Κάπου κι εγώ…
Κάπου,
Κάπως,
Κάποιοι,
Κάτι ζουν…
Κάπου,
Κάπως,
Κάποιοι
Σε κάτι πιστεύουν…
Ίσως κάπου,
Ίσως κάπως,
Ίσως κάποιους,
Ίσως κάτι
…μάθεις…
…κάποτε…
ΕΙΜΑΙ ΞΕΝΟΣ
Είμαι ξένος,είμαι μοναχός
μες στους ξένους ένας ξένος
ένας ναυαγός.
Είμαι ξένος μες στον κόσμο αυτό
πού πατάω,πού πηγαίνω
τί γυρεύω εδώ.
Αφού σαν ξένο με κοιτάς
και λύνεις τα σκυλιά
το όνομά μου αφού ξεχνάς
να συστηθώ ξανά.
Είμ' ένας ευγενής αλήτης
είμαι ροκάς ανατολίτης
δίχως συγγενείς.
Είμαι της τρέλας μου εργάτης
σιωπηλός επαναστάτης
στη χώρα της κραυγής.
Είμαι ξένος,είμαι ορφανός
δε με είδες,δε με ξέρεις
είμ' αόρατος.
Είμ' ένας ξένος, είμαι ο κανείς
στα φανάρια σου ξεπλένω
τα τζάμια για να δεις.
Ένας άπιστος μες στους πιστούς
στους άπιστους πιστός
είμ' ένας ξένος μες στους αδελφούς
στους ξένους αδελφός.
Είμαι τυφλός μα βλέπω κάτι
και για σινιάλο κλείνω μάτι
σ' όλους τους τυφλούς.
Ξέρω εσύ θα καταλάβεις
και θα το πεις, θα το προλάβεις
στου κόσμου τους κουφούς.
Είμαι ξένος, είμαι άστεγος
δίχως μύθο, δίχως μάσκα
στέκομαι γυμνός.
Οργισμένος είμαι θεατής
στην πατρίδα της κομπίνας
της παραγραφής.
Μα μη ζητάς να γίνω αρχηγός
ούτε οπαδός
σύντροφος,σύντεκνος και συνεργός
δεν είμαι κανενός.
Μα εσύ ζητάς να γίνω άλλος
κάποιος σπουδαίος και μεγάλος
για να μ' αγαπάς.
Κάποιος σοφός να σε διδάξει
στρατηγός να σε διατάξει
προς τα πού να πας.
Είμαι ξένος,είμαι ιθαγενής
άλλος ένας πικραμένος
ιδιοφυής.
Είμαι ξένος, ψάχνω συγγενείς
απ`τη μοίρα χτυπημένος
όπως και εσείς.
Νίκος Πορτοκάλογλου
Τρίτη 9 Μαρτίου 2010
Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010
"ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΛΙΑ..."
Τα τραγούδια είναι στιγμές.
Όλα είναι στιγμές.
Και τις μετράω αυτές τις στιγμές.
Δεν τις χαρίζω χωρίς να τις σκέφτομαι.
Δεν τις ξοδεύω.
Αρνούμαι.
Τα τραγούδια είναι οι φωτογραφίες των στιγμών.
Είναι συνδεδεμένα με ανθρώπους, λόγια, περιόδους, συναισθήματα, σκέψεις.
Η «ιστορία παλιά» δεν είναι ένα οποιοδήποτε τραγούδι για ‘μένα.
Είναι ένας σάκος με συναισθήματα, παλιά.
Είναι ένας με σάκος ιδέες, παλιές.
Είναι ένας σάκος με «ζωή», παλιά ζωή.
…Αφορμή κάποια λόγια και μια ερώτηση του γλ μου.
Μου ζήτησε να του μιλήσω για «’σένα», για την «ιστορία παλιά».
Για το «εσύ».
Τα «εσύ» που περιέχονται σε ένα «εσύ».
Γι’αυτά που γνωρίζουμε,
Γι’αυτά που υποθέτουμε ότι γνωρίζουμε.
Γι’αυτά που νομίζαμε ότι γνωρίζαμε.
Γι’αυτά που δεν γνωρίσαμε.
Ένα «εσύ» δεν έχει μόνο ένα χαρακτηριστικό.
Είτε έχει ένα, είτε πολλά, εγώ δεν γνώρισα το «εσύ» σου..
Ούτε εσύ το «εγώ» μου.
Δεν γνώρισα κανένα χαρακτηριστικό σου..
Ούτε εσύ.
Μάλλον δε γνωριστήκαμε ποτέ.
Μάλλον ζήσαμε στο «μάλλον» και την υπόθεση.
Απεχθάνομαι τις υποθέσεις, στο είπα ποτέ;
Κι εμείς κρυφτήκαμε σε αυτές.
Δεν ξέρω για ‘σένα, εγώ πάντως εκεί κρυβόμουν.
Έκανα τις υποθέσεις, γνώση.
Γνώση δίχως βάση.
Και δεν υπάρχει υποθετική γνώση.
Υπάρχουν ξεχωριστά: γνώση-υπόθεση.
Να αφαιρείς το σεντόνι του μύθου.
Να ξεγυμνώνεις το «πριν».
Τόσο πλούσιος μες στη φτώχεια σου…
Τόσο ώριμος μες στην παιδικότητά σου…
Τόσο ένοχος μες στην αθωότητά σου…
Τόσο χαμένος στον ίδιο το δρόμο σου…
Τόσο ψεύτικος μες στην αλήθεια σου…
…Ή τόσο αληθινός μες στο ψέμα σου…
Κι ένα μυαλό που αξιολογεί τα «απτά».
Που διαχωρίζει την αγάπη απ’την «αγάπη».
Το υπήρξε απ’το «υπήρξε».
Το μαζί απ’το «μαζί».
Το «ζήσαμε» απ’το «έζησα».
Σε όλα αυτά.
Στα «απτά» και μη.
Στα εσύ και στα «εσύ».
Εκεί, άκουσα την «ιστορία παλιά».
Δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που συγκινήθηκα σε live από ερμηνείες.
Το τραγούδι ήρθε και με χτύπησε.
Μετά με χάιδεψε.
Άκουγα.
Θυμόμουν.
Εμένα.
Εμένα κι εσένα.
Εμένα.
Εμένα ξανά.
Είχα να το ακούσω από εκείνον τον Δεκέμβρη, σχεδόν 6 χρόνια πριν, τότε,
λίγο πριν αλλάξει η μέρα, το είχα αποκαλέσει «τελευταίο μας τραγούδι».
Έτσι θα έκλεινε η ιστορία.
Έτσι θα γινόταν «ιστορία παλιά».
Δεν έγινε τότε «ιστορία παλιά».
Μα τα τελευταία χρόνια είναι «ιστορία παλιά».
Τόσο παλιά που δεν ξέρω να σου πω αν την έζησα.
Ξέρω όμως ότι είμαι το αποτέλεσμά της.
Ήταν η αρχή.
Είμαι η συνέχεια.
Το δεύτερο ήταν το «απ΄τα κουμπάκια ανάμεσα» .
Νομίζω πως ποτέ δεν το είχα ακούσει προσεκτικά.
Ένιωθα ότι το άκουγα πρώτη φορά.
(έχει κι Αποστόλης την ικανότητα να κάνει τα τραγούδια «δικά» του)
Τραγούδι-χάδι.
Ήρθε και μου έφερε μπροστά μου έναν καθρέφτη:
«Tι κι αν σε κάστρο απάτητο ο άνθρωπος το νου διπλά κλειδώνει…»
Και το κλειδί κρυμμένο.
Μα...υπάρχει ένα «μα».
Μα…..
Μα δεν ξεφεύγεις.
Δεν ξεφεύγεις απ΄την άνοιξη.
Μα…την πατάς!
Κλείνεις τα μάτια, μα.....μάταια...
που ως το λαιμό κουμπώνει
απ' τα κουμπάκια ανάμεσα
ο έρωτας τρυπωνει»
Bλέπεις;
Βλέπεις πώς δένουν τα τραγούδια;
Μετά από μια «ιστορία παλιά», έρχεται το «απ’τα κουμπάκια ανάμεσα» και δένει.
Δένει με το παρόν.
Με δένει.
Κι ας δένω το νου μου.
Διπλά και τριπλά.
Είναι που τρέμω τους εγκεφαλικούς εισβολείς και ταραχοποιούς.
Είναι που κατά βάθος μ’αρέσουν…
Καλή άνοιξη, παιδιά!
Άνοιξη γενικώς…!
(αμήν!)
------------------------
εδώ: "απ'τα κουμπάκια ανάμεσα", απ'τον Αποστόλη:
(...για 'σένα......που αν κάθε φορά που σε σκεφτόμουν μου έλεγες «ευχαριστώ», θα είχα μαζέψει πολλές τέτοιες λεξούλες στο σακούλι μου……)
-------------------------------
Η "ιστορία παλιά" ακούγεται εδώ από τον Απόστολο Ρίζο και τη Ρίτα Αντωνοπούλου.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΛΙΑ
Ιστορίες παλιές
Θα ‘ρθεις να μου πεις να διαλέξω
Τις ξέρω καλά, τις ξέρω, τις έμαθα απ’ έξω
Ιστορία παλιά, που σου λέει ξανά σ’ αγαπώ
Τώρα πάω, πάω μακριά
Και ό,τι κι αν πεις είναι αργά δε μετράει
Σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει
Τώρα πάω.... Πάω μακριά
Σ’ αγαπάω ... Μα είναι αργά
Ιστορία παλιά, θα σου πω άλλη μια φορά
Τα λόγια της ακριβός θησαυρός
Οι λέξεις της είναι χρυσός
Μην την πεις, μην την πεις μ’ ακούς
Η σιωπή σου είναι ο μόνος χρυσός
Δεν σ’ ακούω, δεν έχεις φωνή
Τα ξεπούλησες όλα, δε μένει δραχμή
Και στη μάχη που θέλεις να πας
Έχεις χάσει από πριν, φύγε, μην πολεμάς
Τι μου ‘πες, τι σου ‘πα, είναι αργά δεν μετράει
Σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει
Μα που πας
Πάω μακριά
Μ’ αγαπάς
Σου λέω είναι αργά
Ιστορία παλιά, τελευταία φορά θα σου πω
Μην ψάχνεις τέλος κι αρχή
Η φωτιά σου έχει σβήσει, είναι σ’ άλλη εποχή
Πονάει η φωνή σου, μη λες
Αν φύγεις εσύ, δεν υπάρχω κι εγώ
Δεν έχει η ιστορία αρχή ούτε τέλος
Κάθε της λέξη θανάσιμο βέλος
Και ό,τι κι αν πούμε είναι αργά, δεν μετράει
Σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει
Τώρα πάω... πάω μακριά
Σ’ αγαπάω
Μα είναι αργά
Τώρα πάω, σ’ αγαπάω
Στίχοι: Δοξιάδης Απόστολος
Μουσική: Lo Ismael
Χρήστος Θηβαίος-Ελευθερία Αρβανιτάκη
Όλα είναι στιγμές.
Και τις μετράω αυτές τις στιγμές.
Δεν τις χαρίζω χωρίς να τις σκέφτομαι.
Δεν τις ξοδεύω.
Αρνούμαι.
Τα τραγούδια είναι οι φωτογραφίες των στιγμών.
Είναι συνδεδεμένα με ανθρώπους, λόγια, περιόδους, συναισθήματα, σκέψεις.
Η «ιστορία παλιά» δεν είναι ένα οποιοδήποτε τραγούδι για ‘μένα.
Είναι ένας σάκος με συναισθήματα, παλιά.
Είναι ένας με σάκος ιδέες, παλιές.
Είναι ένας σάκος με «ζωή», παλιά ζωή.
Πριν μερικές μέρες σε θυμήθηκα.
…Αφορμή κάποια λόγια και μια ερώτηση του γλ μου.
Μου ζήτησε να του μιλήσω για «’σένα», για την «ιστορία παλιά».
Για το «εσύ».
Τα «εσύ» που περιέχονται σε ένα «εσύ».
Γι’αυτά που γνωρίζουμε,
Γι’αυτά που υποθέτουμε ότι γνωρίζουμε.
Γι’αυτά που νομίζαμε ότι γνωρίζαμε.
Γι’αυτά που δεν γνωρίσαμε.
Ένα «εσύ» δεν έχει μόνο ένα χαρακτηριστικό.
Είτε έχει ένα, είτε πολλά, εγώ δεν γνώρισα το «εσύ» σου..
Ούτε εσύ το «εγώ» μου.
Δεν γνώρισα κανένα χαρακτηριστικό σου..
Ούτε εσύ.
Μάλλον δε γνωριστήκαμε ποτέ.
Μάλλον ζήσαμε στο «μάλλον» και την υπόθεση.
Απεχθάνομαι τις υποθέσεις, στο είπα ποτέ;
Κι εμείς κρυφτήκαμε σε αυτές.
Δεν ξέρω για ‘σένα, εγώ πάντως εκεί κρυβόμουν.
Έκανα τις υποθέσεις, γνώση.
Γνώση δίχως βάση.
Και δεν υπάρχει υποθετική γνώση.
Υπάρχουν ξεχωριστά: γνώση-υπόθεση.
Αλήθεια σου λέω, δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από το να ξεσκεπάζεις το παρελθόν σου.
Να αφαιρείς το σεντόνι του μύθου.
Να ξεγυμνώνεις το «πριν».
Τόσο πλούσιος μες στη φτώχεια σου…
Τόσο ώριμος μες στην παιδικότητά σου…
Τόσο ένοχος μες στην αθωότητά σου…
Τόσο χαμένος στον ίδιο το δρόμο σου…
Τόσο ψεύτικος μες στην αλήθεια σου…
…Ή τόσο αληθινός μες στο ψέμα σου…
Γυμνά μάτια.
Κι ένα μυαλό που αξιολογεί τα «απτά».
Που διαχωρίζει την αγάπη απ’την «αγάπη».
Το υπήρξε απ’το «υπήρξε».
Το μαζί απ’το «μαζί».
Το «ζήσαμε» απ’το «έζησα».
Και το «εγώ» μου σε όλα.
Σε όλα αυτά.
Στα «απτά» και μη.
Στα εσύ και στα «εσύ».
…Το σάββατο πήγα στη μουσική σκηνή «Δίπλα στο ποτάμι» να δω τον Απόστολο Ρίζο και τη Ρίτα Αντωνοπούλου.
Εκεί, άκουσα την «ιστορία παλιά».
Δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που συγκινήθηκα σε live από ερμηνείες.
Το τραγούδι ήρθε και με χτύπησε.
Μετά με χάιδεψε.
Άκουγα.
Θυμόμουν.
Εμένα.
Εμένα κι εσένα.
Εμένα.
Εμένα ξανά.
Είχα να το ακούσω από εκείνον τον Δεκέμβρη, σχεδόν 6 χρόνια πριν, τότε,
λίγο πριν αλλάξει η μέρα, το είχα αποκαλέσει «τελευταίο μας τραγούδι».
Έτσι θα έκλεινε η ιστορία.
Έτσι θα γινόταν «ιστορία παλιά».
Δεν έγινε τότε «ιστορία παλιά».
Μα τα τελευταία χρόνια είναι «ιστορία παλιά».
Τόσο παλιά που δεν ξέρω να σου πω αν την έζησα.
Ξέρω όμως ότι είμαι το αποτέλεσμά της.
Ήταν η αρχή.
Είμαι η συνέχεια.
Η «ιστορία παλιά» δεν ήταν το μοναδικό «χτύπημα» του Σαββάτου.
Το δεύτερο ήταν το «απ΄τα κουμπάκια ανάμεσα» .
Νομίζω πως ποτέ δεν το είχα ακούσει προσεκτικά.
Ένιωθα ότι το άκουγα πρώτη φορά.
(έχει κι Αποστόλης την ικανότητα να κάνει τα τραγούδια «δικά» του)
Τραγούδι-χάδι.
Ήρθε και μου έφερε μπροστά μου έναν καθρέφτη:
«Tι κι αν σε κάστρο απάτητο ο άνθρωπος το νου διπλά κλειδώνει…»
Διπλοκλειδωμένος ο νους μου.
Και το κλειδί κρυμμένο.
Μα...υπάρχει ένα «μα».
Μα…..
Μα δεν ξεφεύγεις.
Δεν ξεφεύγεις απ΄την άνοιξη.
Μα…την πατάς!
Κλείνεις τα μάτια, μα.....μάταια...
«Tι κι αν φορείς πουκάμισο
που ως το λαιμό κουμπώνει
απ' τα κουμπάκια ανάμεσα
ο έρωτας τρυπωνει»
Bλέπεις;
Βλέπεις πώς δένουν τα τραγούδια;
Μετά από μια «ιστορία παλιά», έρχεται το «απ’τα κουμπάκια ανάμεσα» και δένει.
Δένει με το παρόν.
Με δένει.
Κι ας δένω το νου μου.
Διπλά και τριπλά.
Είναι που τρέμω τους εγκεφαλικούς εισβολείς και ταραχοποιούς.
Είναι που κατά βάθος μ’αρέσουν…
Άνοιξη γενικώς…!
(αμήν!)
------------------------
εδώ: "απ'τα κουμπάκια ανάμεσα", απ'τον Αποστόλη:
(...για 'σένα......που αν κάθε φορά που σε σκεφτόμουν μου έλεγες «ευχαριστώ», θα είχα μαζέψει πολλές τέτοιες λεξούλες στο σακούλι μου……)
-------------------------------
Η "ιστορία παλιά" ακούγεται εδώ από τον Απόστολο Ρίζο και τη Ρίτα Αντωνοπούλου.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΛΙΑ
Ιστορίες παλιές
Θα ‘ρθεις να μου πεις να διαλέξω
Τις ξέρω καλά, τις ξέρω, τις έμαθα απ’ έξω
Ιστορία παλιά, που σου λέει ξανά σ’ αγαπώ
Τώρα πάω, πάω μακριά
Και ό,τι κι αν πεις είναι αργά δε μετράει
Σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει
Τώρα πάω.... Πάω μακριά
Σ’ αγαπάω ... Μα είναι αργά
Ιστορία παλιά, θα σου πω άλλη μια φορά
Τα λόγια της ακριβός θησαυρός
Οι λέξεις της είναι χρυσός
Μην την πεις, μην την πεις μ’ ακούς
Η σιωπή σου είναι ο μόνος χρυσός
Δεν σ’ ακούω, δεν έχεις φωνή
Τα ξεπούλησες όλα, δε μένει δραχμή
Και στη μάχη που θέλεις να πας
Έχεις χάσει από πριν, φύγε, μην πολεμάς
Τι μου ‘πες, τι σου ‘πα, είναι αργά δεν μετράει
Σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει
Μα που πας
Πάω μακριά
Μ’ αγαπάς
Σου λέω είναι αργά
Ιστορία παλιά, τελευταία φορά θα σου πω
Μην ψάχνεις τέλος κι αρχή
Η φωτιά σου έχει σβήσει, είναι σ’ άλλη εποχή
Πονάει η φωνή σου, μη λες
Αν φύγεις εσύ, δεν υπάρχω κι εγώ
Δεν έχει η ιστορία αρχή ούτε τέλος
Κάθε της λέξη θανάσιμο βέλος
Και ό,τι κι αν πούμε είναι αργά, δεν μετράει
Σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει
Τώρα πάω... πάω μακριά
Σ’ αγαπάω
Μα είναι αργά
Τώρα πάω, σ’ αγαπάω
Στίχοι: Δοξιάδης Απόστολος
Μουσική: Lo Ismael
Χρήστος Θηβαίος-Ελευθερία Αρβανιτάκη
Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
"All I need is everything..."
Φως.
Σκοτάδι.
Υπάρχει μια συνεχής εναλλαγή.
Με απόλυτη συνέπεια.
Φως.
Σκοτάδι.
Εναλλαγή των στιγμών.
Φως.
Και έλλειψη φωτός.
Και σκοτάδι να το πεις, το ίδιο είναι.
Μην κολλάς στις λέξεις.
Αφού συνηθως κολλάμε στις ελλείψεις.
Η κατακτημένη περιουσία σπανίως εκτιμάται.
Ξεχνιέται γρήγορα.
Κι αυτή και οι προσπάθειες απόκτησής της.
Βραχύβια μνήμη.
Επίτηδες.
Σχεδόν επίτηδες.
Φως.
Σκοτάδι.
Το «μαγικό χέρι» μονίμως εν κινήσει.
Σου εναλλάσσει τη ζωή.
«Παίζει» με τις στιγμές.
Λες και η ζωή είναι ένα κουκλοθέταρο.
Κι εσύ η μαριονέτα, στη σκηνή, η βιτρίνα.
Κάποιος παίζει με τα νήματα κι εσύ νομίζεις ότι είσαι αυτόνομος.
Πού τελειώνει η αυτονομία του κουκλοπαίχτη και πού ξεκινά η δική σου;
Όταν σπάσει το νήμα;
Και πότε σπάει;
Σπάει ποτέ;
Ζεις και αφού σπάσει;
Δεν ξέρεις.
Ξέρεις μόνο ότι υπάρχει το φως και το σκοτάδι.
Διαδέχονται-σχεδόν εμμονικά-το ένα το άλλο.
Κι είσαι υποχρεωμένος να αναπνέεις και στα δύο.
Μόνο που το ένα σου χαρίζει απλόχερα πνοές,
Ενώ το άλλο σου τις αφαιρεί.
Δεν υπάρχει καβάτζα.
«…δίχως καβάτζα καμιά…»
Στο φως εξαντλείς και τις περισσευούμενες πνοές.
Στο σκοτάδι τις ζητιανεύεις.
Τις βασικές.
Πού να βρεθεί περίσσευμα…;
Φως.
Σκοτάδι.
Μέσα.
Όχι έξω.
Μέσα σου και τα δύο.
Δεν υπάρχει μέση κατάσταση.
Ψέματα.
Υπάρχει.
Κάτι σαν την ανατολή και τη δύση.
Δεν είναι ακριβώς μέση γιατί έχει μια κλίση.
Τουλάχιστον, δεν είσαι στα άκρα, στο «απόλυτο».
Προτιμώ την ανατολή.
Δεν είναι προτιμότερο να περιμένεις το φως;
Προτιμότερη η αναμονή του.
Υπάρχει όμως ένα περίεργο κομμάτι σε όλο αυτό..
Ένας περίεργος «χρόνος».
Με διάρκεια.
Δεν είναι στα άκρα.
Αλλά δεν μπορείς να προσδιορίσεις τι ακριβώς είναι:
δύση διαρκείας;
ή ανατολή διαρκείας;
Μοιάζουν τόσο πολύ.
Και τα χρώματά αυτού του περίεργου χρόνου, σχεδόν μαγικά, και σχεδόν όμοια.
«Βραδυφλεγές φως».
Αναμονή «μέχρι».
Αν ήξερες τουλάχιστον ποιό είναι το «μέχρι» θα ανέμενες ήρεμος.
Μα τι λέω;
Υπάρχει αναμονή που μπορεί να σε καταστήσει ήρεμο;
Όλες οι αναμονές ίδιες είναι.
Τρικυμιώδεις.
Και σκοτεινές.
Φως.
Σκοτάδι.
Άγνωστης προέλευσης.
Απροσδιόριστης διάρκειας.
Σχεδόν συνωμοτικά σε καθορίζουν.
Σχεδόν συνωμοτικά εισβάλλουν μέσα σου.
Ανα δύο.
Εκ διαμέτρου αντίθετα, μα αχώριστο ζευγάρι.
Αντιδράς.
Και στα δύο.
Εκτός των άλλων, υπάρχουν και οι κοινές αντιδράσεις.
Ή καλύτερα, τα κοινά καταφύγια:
Οι λέξεις.
Και η μουσική.
Καταφύγιο και τα δύο.
Καταφύγιο και για τα δύο.
Οι λέξεις και η μουσική συνωμοτούν με το φως και το σκοτάδι.
Συνυπάρχουν.
Ανά δύο και χιαστί.
Κρύβομαι.
Στα καταφύγιά μου.
Συχνά.
Κι ας με εκνευρίζουν οι «κρυψώνες».
Ακόμα κι όταν υπάρχει φως, έστω και αχνό, κρυβόμαστε.
Πίσω από λέξεις.
Πίσω από μουσική.
Κάτι σαν ανάγκη.
Κάτι σαν ασφάλεια.
Μια ανασφαλής ασφάλεια.
Φως.
Σκοτάδι.
Φως.
Έλλειψη φωτός.
Στιγμές.
Φωτεινές.
Σκοτεινές.
Αόριστες.
Πριν.
Μετά.
Ποιό είναι πιο σκοτεινό;
Ποιό σε φωτίζει περισσότερο;
Πόσο μοιάζουν όλα;
Και πόσο διαφορετικοί είμαστε σε όμοιες καταστάσεις;
«Άμυνα» σε όλα.
«Παραίτηση» απ’όλα.
Σκοτάδι.
«Πορεία».
«Εξέλιξη»
Φως.
Μυαλό σε «αταξία».
Λέξεις σε τροχιά γύρω από κάτι μισοφωτισμένα «θέλω».
Τραγούδια γύρω από ημισκότεινες προθέσεις.
Κι όλα γίνονται μουσική.
Όλα μεταφράζονται ως μουσική.
Λέξεις.
Νότες.
Φωνές.
Μουσική.
Η πιο αρμονική συνύπαρξη.
Το φως και το σκοτάδι μέσα της.
Κι οι λέξεις.
Αυτές που αρνούμαστε πεισματικά να πούμε.
Αυτές που σκεφτόμαστε.
Αυτές που αιωρούνται.
Αυτές που γράφουμε για να ξορκίσουμε τις στιγμές.
Για στιγμές γράφω.
Μόνο.
Φωτεινές λεξεις.
Σκοτεινές λέξεις.
Φωτεινά τραγούδια.
Σκοτεινά τραγούδια.
Φωτεινοί εαυτοί.
Σκοτεινοί εαυτοί.
Όλα ζουν στο φως και στο σκοτάδι.
Τρέφονται και απ΄τα δύο.
Κι εγώ από ‘μένα.
Απ’τη μουσική.
Απ’το σκοτάδι.
Απ’το φως…κυρίως…
ALL I NEED IS EVERYTHING
Slow down. Hold still.
It's not as if it's a matter of will.
Someone's circling. Someone's moving
a little lower than the angels.
And it's got nothing to do with me.
The wind blows through the trees,
but if I look for it, it won't come.
I tense up. My mind goes numb.
There's nothing harder than learning how to receive.
Calm down. Be still.
We've got plenty of time to kill.
No hand writing on the wall:
just the voice that's in us all.
And you're whispering to me,
time to get up off my hands and knees,
'cause if I beg for it, it won't come.
I find nothing but table crumbs.
My hands are empty. God I've been naive.
All I need is everything.
Inside, outside, feel new skin.
All I need is everything.
Feel the slip and the grip of grace again.
Slow down. Hold still.
It's not as if it's a matter of will.
Someone's circling. Someone's moving
a little lower than the angels.
This voice calling me to you:
it's just barely coming through.
Still, I clearly hear my name.
I've been fingering the flame
like tomorrow's martyr.
It gets harder to believe.
All I need is everything.
Inside, outside, feel new skin.
All I need is everything.
Feel the slip and the grip of grace again.
So from now till kingdom come,
taste the words on the tip of my tongue.
'Cause we can't run truth out of town,
only force it underground.
The roots grow deeper
in ways we can't conceive.
All I need is everything.
Inside, outside feel new skin.
All I need is everything.
Feel the slip and the grip of grace again.
All I need is all I need.
Over The Rhine
Σκοτάδι.
Υπάρχει μια συνεχής εναλλαγή.
Με απόλυτη συνέπεια.
Φως.
Σκοτάδι.
Εναλλαγή των στιγμών.
Φως.
Και έλλειψη φωτός.
Και σκοτάδι να το πεις, το ίδιο είναι.
Μην κολλάς στις λέξεις.
Αφού συνηθως κολλάμε στις ελλείψεις.
Η κατακτημένη περιουσία σπανίως εκτιμάται.
Ξεχνιέται γρήγορα.
Κι αυτή και οι προσπάθειες απόκτησής της.
Βραχύβια μνήμη.
Επίτηδες.
Σχεδόν επίτηδες.
Φως.
Σκοτάδι.
Το «μαγικό χέρι» μονίμως εν κινήσει.
Σου εναλλάσσει τη ζωή.
«Παίζει» με τις στιγμές.
Λες και η ζωή είναι ένα κουκλοθέταρο.
Κι εσύ η μαριονέτα, στη σκηνή, η βιτρίνα.
Κάποιος παίζει με τα νήματα κι εσύ νομίζεις ότι είσαι αυτόνομος.
Πού τελειώνει η αυτονομία του κουκλοπαίχτη και πού ξεκινά η δική σου;
Όταν σπάσει το νήμα;
Και πότε σπάει;
Σπάει ποτέ;
Ζεις και αφού σπάσει;
Δεν ξέρεις.
Ξέρεις μόνο ότι υπάρχει το φως και το σκοτάδι.
Διαδέχονται-σχεδόν εμμονικά-το ένα το άλλο.
Κι είσαι υποχρεωμένος να αναπνέεις και στα δύο.
Μόνο που το ένα σου χαρίζει απλόχερα πνοές,
Ενώ το άλλο σου τις αφαιρεί.
Δεν υπάρχει καβάτζα.
«…δίχως καβάτζα καμιά…»
Στο φως εξαντλείς και τις περισσευούμενες πνοές.
Στο σκοτάδι τις ζητιανεύεις.
Τις βασικές.
Πού να βρεθεί περίσσευμα…;
Φως.
Σκοτάδι.
Μέσα.
Όχι έξω.
Μέσα σου και τα δύο.
Δεν υπάρχει μέση κατάσταση.
Ψέματα.
Υπάρχει.
Κάτι σαν την ανατολή και τη δύση.
Δεν είναι ακριβώς μέση γιατί έχει μια κλίση.
Τουλάχιστον, δεν είσαι στα άκρα, στο «απόλυτο».
Προτιμώ την ανατολή.
Δεν είναι προτιμότερο να περιμένεις το φως;
Προτιμότερη η αναμονή του.
Υπάρχει όμως ένα περίεργο κομμάτι σε όλο αυτό..
Ένας περίεργος «χρόνος».
Με διάρκεια.
Δεν είναι στα άκρα.
Αλλά δεν μπορείς να προσδιορίσεις τι ακριβώς είναι:
δύση διαρκείας;
ή ανατολή διαρκείας;
Μοιάζουν τόσο πολύ.
Και τα χρώματά αυτού του περίεργου χρόνου, σχεδόν μαγικά, και σχεδόν όμοια.
«Βραδυφλεγές φως».
Αναμονή «μέχρι».
Αν ήξερες τουλάχιστον ποιό είναι το «μέχρι» θα ανέμενες ήρεμος.
Μα τι λέω;
Υπάρχει αναμονή που μπορεί να σε καταστήσει ήρεμο;
Όλες οι αναμονές ίδιες είναι.
Τρικυμιώδεις.
Και σκοτεινές.
Φως.
Σκοτάδι.
Άγνωστης προέλευσης.
Απροσδιόριστης διάρκειας.
Σχεδόν συνωμοτικά σε καθορίζουν.
Σχεδόν συνωμοτικά εισβάλλουν μέσα σου.
Ανα δύο.
Εκ διαμέτρου αντίθετα, μα αχώριστο ζευγάρι.
Αντιδράς.
Και στα δύο.
Εκτός των άλλων, υπάρχουν και οι κοινές αντιδράσεις.
Ή καλύτερα, τα κοινά καταφύγια:
Οι λέξεις.
Και η μουσική.
Καταφύγιο και τα δύο.
Καταφύγιο και για τα δύο.
Οι λέξεις και η μουσική συνωμοτούν με το φως και το σκοτάδι.
Συνυπάρχουν.
Ανά δύο και χιαστί.
Κρύβομαι.
Στα καταφύγιά μου.
Συχνά.
Κι ας με εκνευρίζουν οι «κρυψώνες».
Ακόμα κι όταν υπάρχει φως, έστω και αχνό, κρυβόμαστε.
Πίσω από λέξεις.
Πίσω από μουσική.
Κάτι σαν ανάγκη.
Κάτι σαν ασφάλεια.
Μια ανασφαλής ασφάλεια.
Φως.
Σκοτάδι.
Φως.
Έλλειψη φωτός.
Στιγμές.
Φωτεινές.
Σκοτεινές.
Αόριστες.
Πριν.
Μετά.
Ποιό είναι πιο σκοτεινό;
Ποιό σε φωτίζει περισσότερο;
Πόσο μοιάζουν όλα;
Και πόσο διαφορετικοί είμαστε σε όμοιες καταστάσεις;
«Άμυνα» σε όλα.
«Παραίτηση» απ’όλα.
Σκοτάδι.
«Πορεία».
«Εξέλιξη»
Φως.
Μυαλό σε «αταξία».
Λέξεις σε τροχιά γύρω από κάτι μισοφωτισμένα «θέλω».
Τραγούδια γύρω από ημισκότεινες προθέσεις.
Κι όλα γίνονται μουσική.
Όλα μεταφράζονται ως μουσική.
Λέξεις.
Νότες.
Φωνές.
Μουσική.
Η πιο αρμονική συνύπαρξη.
Το φως και το σκοτάδι μέσα της.
Κι οι λέξεις.
Αυτές που αρνούμαστε πεισματικά να πούμε.
Αυτές που σκεφτόμαστε.
Αυτές που αιωρούνται.
Αυτές που γράφουμε για να ξορκίσουμε τις στιγμές.
Για στιγμές γράφω.
Μόνο.
Φωτεινές λεξεις.
Σκοτεινές λέξεις.
Φωτεινά τραγούδια.
Σκοτεινά τραγούδια.
Φωτεινοί εαυτοί.
Σκοτεινοί εαυτοί.
Όλα ζουν στο φως και στο σκοτάδι.
Τρέφονται και απ΄τα δύο.
Κι εγώ από ‘μένα.
Απ’τη μουσική.
Απ’το σκοτάδι.
Απ’το φως…κυρίως…
ALL I NEED IS EVERYTHING
Slow down. Hold still.
It's not as if it's a matter of will.
Someone's circling. Someone's moving
a little lower than the angels.
And it's got nothing to do with me.
The wind blows through the trees,
but if I look for it, it won't come.
I tense up. My mind goes numb.
There's nothing harder than learning how to receive.
Calm down. Be still.
We've got plenty of time to kill.
No hand writing on the wall:
just the voice that's in us all.
And you're whispering to me,
time to get up off my hands and knees,
'cause if I beg for it, it won't come.
I find nothing but table crumbs.
My hands are empty. God I've been naive.
All I need is everything.
Inside, outside, feel new skin.
All I need is everything.
Feel the slip and the grip of grace again.
Slow down. Hold still.
It's not as if it's a matter of will.
Someone's circling. Someone's moving
a little lower than the angels.
This voice calling me to you:
it's just barely coming through.
Still, I clearly hear my name.
I've been fingering the flame
like tomorrow's martyr.
It gets harder to believe.
All I need is everything.
Inside, outside, feel new skin.
All I need is everything.
Feel the slip and the grip of grace again.
So from now till kingdom come,
taste the words on the tip of my tongue.
'Cause we can't run truth out of town,
only force it underground.
The roots grow deeper
in ways we can't conceive.
All I need is everything.
Inside, outside feel new skin.
All I need is everything.
Feel the slip and the grip of grace again.
All I need is all I need.
Over The Rhine
Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010
"ΓΟΥΟΚΜΑΝ"
Mόνο τραγούδι.
Λέει όσα έχω στο μυαλό μου.
"...παράξενη ετούτη η εποχή..."
Μέρες "απόψυξης".
Όσα πάγωσαν παλέυουν να "αναθερμανθούν".
"Μια φωνή που τη γνωρίζω κάθε βράδυ στα όνειρά μου
Παραιτήσου μου φωνάζει παραιτήσου από παντού..."
Ακούς;
"Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει...;"
Αυτό ξανά και ξανά...
Μέχρι βρεθεί η απάντηση...
Ως τότε...
"Ακούω μόνο γουόκμαν..."
ΓΟΥΟΚΜΑΝ
Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή
Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά
Κάτι ακούγεται εδώ κάτι ακούγεται εκεί
Που με παίρνει και με πάει και δεν με βγάζει πουθενά
Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή
Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά
Όχι, όχι δε βρίσκω δε βρίσκω άλλες λέξεις
Έτσι ωραία να ζωγραφίζουν την πολυσύχναστη ερημιά
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουόκμαν
Τα φεγγάρια με τους μύθους συναντιώνται τις νύχτες
Σε γιορτές αδελφοσύνης ενός άλλου καιρού
Που ολοένα ξεμακραίνουν, ξεμακραίνει και πάλι
Για να γεννηθεί και πάλι στην φαντασία ενός παιδιού
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουόκμαν
Μια φωνή που τη γνωρίζω κάθε βράδυ στα όνειρά μου
Παραιτήσου μου φωνάζει παραιτήσου από παντού
Είναι τα ίδια μου τα λόγια που επιστρέφουν σε μένα
Έτσι καθώς σου τραγουδάω με το σφυγμό ενός νεκρού
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουόκμαν
ΔΗΜΟΣ ΜΟΥΤΣΗΣ
Λέει όσα έχω στο μυαλό μου.
"...παράξενη ετούτη η εποχή..."
Μέρες "απόψυξης".
Όσα πάγωσαν παλέυουν να "αναθερμανθούν".
"Μια φωνή που τη γνωρίζω κάθε βράδυ στα όνειρά μου
Παραιτήσου μου φωνάζει παραιτήσου από παντού..."
Ακούς;
"Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει...;"
Αυτό ξανά και ξανά...
Μέχρι βρεθεί η απάντηση...
Ως τότε...
"Ακούω μόνο γουόκμαν..."
ΓΟΥΟΚΜΑΝ
Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή
Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά
Κάτι ακούγεται εδώ κάτι ακούγεται εκεί
Που με παίρνει και με πάει και δεν με βγάζει πουθενά
Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή
Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά
Όχι, όχι δε βρίσκω δε βρίσκω άλλες λέξεις
Έτσι ωραία να ζωγραφίζουν την πολυσύχναστη ερημιά
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουόκμαν
Τα φεγγάρια με τους μύθους συναντιώνται τις νύχτες
Σε γιορτές αδελφοσύνης ενός άλλου καιρού
Που ολοένα ξεμακραίνουν, ξεμακραίνει και πάλι
Για να γεννηθεί και πάλι στην φαντασία ενός παιδιού
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουόκμαν
Μια φωνή που τη γνωρίζω κάθε βράδυ στα όνειρά μου
Παραιτήσου μου φωνάζει παραιτήσου από παντού
Είναι τα ίδια μου τα λόγια που επιστρέφουν σε μένα
Έτσι καθώς σου τραγουδάω με το σφυγμό ενός νεκρού
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουόκμαν
ΔΗΜΟΣ ΜΟΥΤΣΗΣ
Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010
"Κυριακή εκδρομή..."
Ένας παλιός συμμαθητής,με τον οποίο έχω να μιλήσω από το γυμνάσιο γιατί ζει μόνιμα στην Αμερική, μου ζήτησε κάτι πάρα πολύ απλό με ένα mail που μου έστειλε : να του περιγράψω τη ζωή μου.
Κόλλησα.
Στον προφορικό λόγο αρχίζεις και λες,λες, λες,λες…
Στον γραπτό τι κάνεις;
Καθόμουν και κοιτούσα την οθόνη και διάβαζα ξανά και ξανά αυτό που μου έγραφε:
«Μίλησε μου για τη ζωή σου, περίγραψέ τη μου».
...
Για πες.
Η ζωή σου χωράει σε μία λέξη;
Σε ένα απλό «καλά»;
Μήπως σε μια παράγραφο;
Μήπως σε μια σελίδα;
Ή μήπως θες βιβλίο;
Ποια είναι η ζωή σου;
Από τί αποτελείται;
Με τί ξεκινάς την περιγραφή της;
Ερωτικά;
Σπουδές;
Οικογένεια;
Δουλειά;
Φίλοι;
Άνθρωποι γενικά;
Όνειρα;
Σκέψεις;
Εμπειρίες;
(η σειρά είναι τυχαία)
Ποια είναι αυτή η ζωή που καλείσαι να περιγράψεις;
Τί σχέση έχεις εσύ με τη ζωή σου;
Ποιοί είναι αυτοί με τους οποίους τη μοιράζεσαι;
Γιατί τη μοιράζεσαι με αυτούς;
Ποιοί είναι αυτοί με τους οποίους δεν τη μοιράζεσαι πια;
Γιατί έπαψες να τη μοιράζεσαι;
Ποιοί είναι αυτοί με τους οποίους θα ήθελες να τη μοιραστείς;
Γιατί θα ήθελες με αυτούς συγκεκριμένα να τη μοιραστείς;
Όλοι αυτοί δεν είναι «ζωή» σου;
Και πάμε παρακάτω.
Τα όνειρά σου για αύριο;
Τα σχέδια σου για σήμερα;
Η περιουσία σου από χθες;
Κι αυτά δεν είναι ζωή σου;
Πώς περιγράφεται η ζωή;
Με λέξεις;
Με τραγούδια;
Με χαμόγελο;
Με μελαγχολία;
Με σιωπή;
Ποια είναι η δική σου ζωή;
Κι όταν καλείσαι να την περιγράψεις, από ποια θέση την περιγράφεις;
Από αυτή του παρατηρητή;
Ή μήπως του δρώντος;
Και όταν λέμε «ζωή» εννοούμε τα πιο σημαντικά;
Ποια είναι τα πιο σημαντικά;
Ποια έχουν βαρύνουσα σημασία:
Αυτά που πέτυχες ή αυτά που δεν πέτυχες;
Πόσα «δεν» συνάντησες στην πορεία σου;
Και το σακούλι με τις εμπειρίες τί σου δίδαξε;
Εννοώ τι σου δίδαξε για ‘σένα…
Για τους ανθρώπους γενικά δε διδάσκεσαι.
Ο καθένας διαφορετικός.
Ο καθένας διαφορετική διδασκαλία και manual.
Και για την αγάπη;
Τι λες γι’αυτή;
Για πες, υπάρχει στη ζωή σου;
Περιγράφεται;
Αγάπη για τη ζωή σου;
Από αυτήν έχεις απόθεμα;
Δεν μιλάω για θεωρία, μιλάω για πράξεις.
Αποδείξεις.
Αν σου ζητούσα να μου αποδείξεις ότι σε αγαπάς, με ποιον τρόπο θα το έκανες;
Θα διάλεγες πάλι λέξεις;
Ή μήπως φωτογραφίες;
Και το μυαλό σου;
Κι αυτό δεν είναι ζωή σου;
Οι σκέψεις σου, οι καλά φυλαγμένες.
Αυτές που κάνεις και γουστάρεις κι αυτές που θα ήθελες να μην υπάρχουν, να έχουν διαγραφεί αυτόματα.
Κι οι μικρές, όμορφες και φαινομενικά ασήμαντες στιγμές;
Αυτές που έχουν ως αποτέλεσμα το χαμόγελο στο πρόσωπό σου;
Που σου φαίνονται μέρος μιας ανεξήγητης «συνωμοσίας»;
Αυτές περιγράφονται;
Είναι «ζωή» σου όμως, ε;
Όλα αυτά δεν είναι «εγώ»;
Το «εγώ» σου.
Αυτή δεν είναι η ζωή σου;
Το «πολυσυλλεκτικό εγώ» σου.
…
Δεν απάντησα ακόμα στον φίλο μου.
Το «όλα καλά», νομίζω, είναι αρκετό.
Οι περιγραφές κουράζουν.
Θα του στείλω και το τραγούδι που ακούγεται.
Θα καταλάβει.
Ούτως ή άλλως, χρόνια τώρα, τη ζωή την αποκαλώ εκδρομή.
Αν είναι και κυριακάτικη, τόσο το καλύτερο…
«Η ζωή είναι μικρή
και δεν ξέρεις γιατί
μεγαλώνεις και φεύγεις…».
«Δεν ξέρεις γιατί»:
Αγνοια, ε;
Έχει δίκιο ο Δ.
Η άγνοια έχει την ομορφιά της……..
ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ
Ω, έλα φύγαμε πες
πάμε τώρα όπου θες
πάμε όπου μας βγάλει
Ω, Κυριακής πρωινό
σύννεφο βιαστικό
με τον ήλιο τρακάρει
Ω, μακρινές εκδρομές
με τους φίλους που θες
με φεγγάρι γεμάτο
Ω, ξημερώνει μετά
πίσω πρέπει ξανά
μα εσύ πας παρακάτω
Ω, η ζωή είναι μικρή
και δεν ξέρεις γιατί
μεγαλώνεις και φεύγεις
Κωστής Μαραβέγιας
Κόλλησα.
Στον προφορικό λόγο αρχίζεις και λες,λες, λες,λες…
Στον γραπτό τι κάνεις;
Καθόμουν και κοιτούσα την οθόνη και διάβαζα ξανά και ξανά αυτό που μου έγραφε:
«Μίλησε μου για τη ζωή σου, περίγραψέ τη μου».
...
Για πες.
Η ζωή σου χωράει σε μία λέξη;
Σε ένα απλό «καλά»;
Μήπως σε μια παράγραφο;
Μήπως σε μια σελίδα;
Ή μήπως θες βιβλίο;
Ποια είναι η ζωή σου;
Από τί αποτελείται;
Με τί ξεκινάς την περιγραφή της;
Ερωτικά;
Σπουδές;
Οικογένεια;
Δουλειά;
Φίλοι;
Άνθρωποι γενικά;
Όνειρα;
Σκέψεις;
Εμπειρίες;
(η σειρά είναι τυχαία)
Ποια είναι αυτή η ζωή που καλείσαι να περιγράψεις;
Τί σχέση έχεις εσύ με τη ζωή σου;
Ποιοί είναι αυτοί με τους οποίους τη μοιράζεσαι;
Γιατί τη μοιράζεσαι με αυτούς;
Ποιοί είναι αυτοί με τους οποίους δεν τη μοιράζεσαι πια;
Γιατί έπαψες να τη μοιράζεσαι;
Ποιοί είναι αυτοί με τους οποίους θα ήθελες να τη μοιραστείς;
Γιατί θα ήθελες με αυτούς συγκεκριμένα να τη μοιραστείς;
Όλοι αυτοί δεν είναι «ζωή» σου;
Και πάμε παρακάτω.
Τα όνειρά σου για αύριο;
Τα σχέδια σου για σήμερα;
Η περιουσία σου από χθες;
Κι αυτά δεν είναι ζωή σου;
Πώς περιγράφεται η ζωή;
Με λέξεις;
Με τραγούδια;
Με χαμόγελο;
Με μελαγχολία;
Με σιωπή;
Ποια είναι η δική σου ζωή;
Κι όταν καλείσαι να την περιγράψεις, από ποια θέση την περιγράφεις;
Από αυτή του παρατηρητή;
Ή μήπως του δρώντος;
Και όταν λέμε «ζωή» εννοούμε τα πιο σημαντικά;
Ποια είναι τα πιο σημαντικά;
Ποια έχουν βαρύνουσα σημασία:
Αυτά που πέτυχες ή αυτά που δεν πέτυχες;
Πόσα «δεν» συνάντησες στην πορεία σου;
Και το σακούλι με τις εμπειρίες τί σου δίδαξε;
Εννοώ τι σου δίδαξε για ‘σένα…
Για τους ανθρώπους γενικά δε διδάσκεσαι.
Ο καθένας διαφορετικός.
Ο καθένας διαφορετική διδασκαλία και manual.
Και για την αγάπη;
Τι λες γι’αυτή;
Για πες, υπάρχει στη ζωή σου;
Περιγράφεται;
Αγάπη για τη ζωή σου;
Από αυτήν έχεις απόθεμα;
Δεν μιλάω για θεωρία, μιλάω για πράξεις.
Αποδείξεις.
Αν σου ζητούσα να μου αποδείξεις ότι σε αγαπάς, με ποιον τρόπο θα το έκανες;
Θα διάλεγες πάλι λέξεις;
Ή μήπως φωτογραφίες;
Και το μυαλό σου;
Κι αυτό δεν είναι ζωή σου;
Οι σκέψεις σου, οι καλά φυλαγμένες.
Αυτές που κάνεις και γουστάρεις κι αυτές που θα ήθελες να μην υπάρχουν, να έχουν διαγραφεί αυτόματα.
Κι οι μικρές, όμορφες και φαινομενικά ασήμαντες στιγμές;
Αυτές που έχουν ως αποτέλεσμα το χαμόγελο στο πρόσωπό σου;
Που σου φαίνονται μέρος μιας ανεξήγητης «συνωμοσίας»;
Αυτές περιγράφονται;
Είναι «ζωή» σου όμως, ε;
Όλα αυτά δεν είναι «εγώ»;
Το «εγώ» σου.
Αυτή δεν είναι η ζωή σου;
Το «πολυσυλλεκτικό εγώ» σου.
…
Δεν απάντησα ακόμα στον φίλο μου.
Το «όλα καλά», νομίζω, είναι αρκετό.
Οι περιγραφές κουράζουν.
Θα του στείλω και το τραγούδι που ακούγεται.
Θα καταλάβει.
Ούτως ή άλλως, χρόνια τώρα, τη ζωή την αποκαλώ εκδρομή.
Αν είναι και κυριακάτικη, τόσο το καλύτερο…
«Η ζωή είναι μικρή
και δεν ξέρεις γιατί
μεγαλώνεις και φεύγεις…».
«Δεν ξέρεις γιατί»:
Αγνοια, ε;
Έχει δίκιο ο Δ.
Η άγνοια έχει την ομορφιά της……..
ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ
Ω, έλα φύγαμε πες
πάμε τώρα όπου θες
πάμε όπου μας βγάλει
Ω, Κυριακής πρωινό
σύννεφο βιαστικό
με τον ήλιο τρακάρει
Ω, μακρινές εκδρομές
με τους φίλους που θες
με φεγγάρι γεμάτο
Ω, ξημερώνει μετά
πίσω πρέπει ξανά
μα εσύ πας παρακάτω
Ω, η ζωή είναι μικρή
και δεν ξέρεις γιατί
μεγαλώνεις και φεύγεις
Κωστής Μαραβέγιας
Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010
"Η ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΗ ΠΕΤΡΑ..."
«Ηρεμία».
Πολυπόθητη.
Μια αντιστροφή του -ε- με το -η- και ο τόνος στη λήγουσα.
«Ερημιά».
Δεν είναι άκρα.
Μπορεί η μια να περιέχεται στην άλλη.
Μπορεί να ζεις την πρώτη και να κρύβεις τη δεύτερη.
Να ζεις τη δεύτερη και να την εκτιμάς λόγω της πρώτης.
Μπορεί να ζεις την ερημιά, ενώ γύρω σου υπάρχει φασαρία.
Μπορεί και το αντίθετο.
Είναι τόσο κοντά.
«Ανοσία».*
Προσθήκη ενός -η-.
«Ανο-η-σία».
Μπορεί από μια ανοησία να πάθεις ανοσία.
Μπορεί η ανοσία να είναι μια ανοησία.
Η ανοσία είναι πάντα ήρεμη.
Και πάντα έρημη.
Η ανοησία απέχει σχεδόν ένα -α- από τη νόηση.
Η νόηση δεν είναι έρημη.
Ενίοτε είναι ήρεμη.
Περίεργη η ηρεμία.
Άλλοτε την επιδιώκουμε, άλλοτε την αποστρεφόμαστε.
Όταν είσαι στο ένα άκρο, επιθυμείς το άλλο.
Σε ελκύει.
Όπως σε ελκύει ενδόμυχα το «διαφορετικό»
Αυτό που κάποιος όρισε ως «διαφορετικό».
Εσύ όμως ψάχνεις το «ίδιο».
Γιατί αυτό ξέρεις να κάνεις.
Αυτό σε βολεύει.
Κι εγώ ψάχνω τον τρόπο να κάνω πράξη τη σκέψη μου.
Από τότε που με θυμάμαι, αυτό προσπαθώ.
Μετά την ανοησία, ψάχνω την ηρεμία.
Μετά την ηρεμία ακολουθεί η ανοσία.
Και μετά πάλι ανοησία.
Ξανά και ξανά.
Για να ‘μαι κοντά στη νόηση.
Να την προσεγγίσω.
Ανοησία-νόηση.
Τι νομίζεις ότι είναι αυτό το -α-;
Επειδή λέγεται «στερητικό», πιστεύεις ότι κάνει την ουσιαστική διαφορά;
Άλφα.
Α.
Όπως «αρχή».
Η κάθε αρχή.
Τέσσερα γραμματάκια. -α-,-ρ-,-χ-,-η-.
-Αναγραμματισμός-.
-χ-,-α-,-ρ-,-η-
«χάρη».
Τα ίδια γραμματάκια πάλι.
Κάθε αρχή έχει τη χάρη της.
-Αναγραμματισμός-,ξανά.
-ρ-,-η-,-χ-,-α-
«ρηχά».
Τα ίδια τέσσερα γράμματα.
Γιατί τα βλέπεις ρηχά.
Το μυαλό σου είναι ρηχό.
Κλειστό.
-Αναγραμματισμός-
-ρ-,-α-,-χ-,-η-
«Ράχη».
Δεν αλλάζουν τα γράμματα.
Τα βλέπεις ρηχά.
Τα φορτώνεις στη ράχη σου.
Καμπουριάζεις.
Αν τα έβαζες στο μυαλό σου θα «περπατούσες» πιο άνετα.
Η «αρχή» έχει τη «χάρη» της κι εσύ είσαι στα «ρηχά» με τη «ράχη» φορτωμένη.
Και δε βλέπεις καμία αρχή.
Προσπαθείς απλώς να αντικρύσεις τη ράχη σου.
Μάταια αν δεν έχεις καθρέφτη.
Έχεις σκεφτεί ποτέ πόσα από αυτά που ζεις είναι αποτέλεσμα προαίρεσης;
Κατά πόσο η πραίρεσή σου έγινε πράξη;
Έχεις στηρίξει επαρκώς τις επιλογές σου;
Αν τις έχεις στηρίξει σε ‘σένα, εννοώ.
Κι όταν αυτές άλλαξαν, συνέχισες να τις στηρίζεις;
Τις νέες επιλογές, εννοώ.
Να σεβαστείς τις παλιές και να επιδιώξεις τις καινούριες.
Αλλαγή.
Δεν αλλάζεις από επιλογή.
Αλλάζεις γιατί αφήνεσαι σε όσα δεν είναι αποτέλεσμα επιλογής.
Αφήνεσαι στα άϋλα, στο χρόνο.
Αναγκαστικά.
Έρμαια του χρόνου και της τύχης-μοίρας-Θεού-πεπρωμένου (διαλέγεις και παίρνεις ό,τι σε καλύπτει).
Μπορείς να προβλέψεις κάτι από αυτά;
Δεν μπορείς.
Σχετικότητα.
Και «μπορεί».
Ένα «μπορεί» ασαφές, παντού, πάντα.
Ανάμεσα στο «ποτέ» και το «πότε».
Ένας τόνος κάνει τη διαφορά.
Και μια στιγμή κάνει τη διαφορά.
«Στον επόμενο τόνο το “ποτέ” θα γίνει “πότε”»
Καλύτερα έτσι.
«Πότε», «ποτέ», «κάποτε».
Και τα τρία χρησιμοποιούνται τόσο για το παρελθόν, όσο και για το μέλλον.
Να βάλουμε το «ποτέ» στο πριν;
Και το «πότε» στο μετά;
Να νιώθουμε πιο ασφαλείς.
Το «κάποτε» είναι ενδιάμεσο.
Υπερέχει λόγω περισσότερων συλλαβών.
«Πίστις».
«Πύστις» (=πληροφορια <πυνθάνομαι)
Η πίστη σου δίνει πύστη;
Ή η πύστη σου δίνει πίστη;
Και τελικά σε ποιόν πιστεύεις;
Και ποιόν πιστεύεις;
Τον εαυτό σου;
Τον πιστεύεις;
Τον εμπιστεύεσαι;
Πιστεύω.
Γενικά.
Πιστεύω και σε ‘μένα.
Δεν πιστεύω σε ‘σένα.
Θα πιστέψω αν πιστέψεις κι εσύ σε ‘σένα.
Πιστεύω στον χρόνο.
Γιατί ρέει.
Μέχρι να «πιάσεις» το ένα δευτερόλεπτο, έρχεται το άλλο.
Δεν πιάνεις.
Απλώς πιστεύεις.
Πιστεύεις αυτό που έφυγε.
Πιστεύεις σε αυτό που θα έρθει.
Μετέωρος.
Μετέωρος στο «τώρα».
Εξιδανικεύεις το «πριν».
Ενίοτε το παρωδείς.
Επιλεκτική μνήμη.
Ψάχνεις οιωνούς για το «μετά».
Κι αυτό που έχεις, το «τώρα» σου, το ξοδεύεις.
Ξοδεύεσαι.
Σπαταλάς.
Χρόνο.
Εαυτό.
Ποιο από τα δύο είναι πιο «απτό»;
Ο εαυτός, ε;
Στον πλάθουν.
Και μετά του δίνεις σχήμα.
Τον καλλιεργείς.
Μα οφείλεις να ψάξεις τα «υλικά».
Το οφείλεις σε ‘σένα.
Και μετά στους ανθρώπους σου.
Και μετά στους «ξένους».
Σε όλους δίνεις.
Σε κανέναν δε δίνεσαι.
Δανείζεσαι.
Και μετά σε παίρνεις πίσω.
Και νιώθεις λίγος.
Νιώθεις «περίπου».
Μια περίπου χαρά.
Μια περίπου ευτυχία.
Μια περίπου ηρεμία.
Μια περίπου ερημιά.
Μια περίπου ζωή.
Χωρίς να ξέρεις τι λείπει για να φτάσεις την πληρότητα.
Κι όταν τη φτάνεις, τη φτύνεις.
Όπως φτύνεις και ‘σένα.
Όταν ξοδεύεσαι.
Κάθε φορά που ξοδεύεσαι.
Κάθε φορά που ξεχνάς ό,τι οφείλεις να θυμάσαι.
Κάθε φορά που θυμάσαι ό,τι οφείλεις να ξεχάσεις.
Περίπου θυμάσαι.
Περίπου ξεχνάς.
Κι εγώ περίπου γράφω.
Ή γράφω γι’ αυτό το «περίπου» που σε καθιστά ήρεμο, έρημο, ανόητο και με ανοσία.
Γράφω για τις περίπου αρχές και το περίπου τέλος.
Για την περίπου ζωή που βλέπω.
Για τους περίπου ανθρώπους.
Για τα περίπου «εσύ».
Για την περίπου σκέψη.
Και ψάχνω το αντίθετο του «περίπου».
Δεν είναι το «ακριβώς».
Δεν το βρίσκω.
Προτιμώ να το ζω.
Γράφω το «περίπου» που δεν θέλω να ζήσω.
Ζω.
Δυο μόνο γράμματα.
Μέσα σε δύο γράμματα χωράει ο καθένας.
Εγώ,
Εσύ,
Αυτός…
Ο καθένας το «ζω» του.
Περίπου ή μη.
"Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τοὺς ἀνταγωνισμούς:
ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς σὲ αἰχμαλωτίσει,
σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη"
"Ἔχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας..."
(*η ιδέα της ανοσίας-ανοησίας προήλθε από ένα σχόλιο του νάδα.- σε παλαιότερη ανάρτηση)
Η ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΗ ΠΕΤΡΑ
Μίλα.
Πὲς κάτι, ὁτιδήποτε.
Μόνο μὴ στέκεις σὰν ἀτσάλινη ἀπουσία.
Διάλεξε ἔστω κάποια λέξη,
ποὺ νὰ σὲ δένει πιὸ σφιχτὰ
μὲ τὴν ἀοριστία.
Πές:
«ἄδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πές:
«θὰ δοῦμε»,
«ἀστάθμητο»,
«βάρος».
Ὑπάρχουν τόσες λέξεις ποὺ ὀνειρεύονται
μιὰ σύντομη, ἄδετη, ζωὴ μὲ τὴ φωνή σου.
Μίλα.
Ἔχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Ἐκεῖ ποὺ τελειώνουμε ἐμεῖς
ἀρχίζει ἡ θάλασσα.
Πὲς κάτι.
Πὲς «κῦμα», ποὺ δὲν στέκεται.
Πὲς «βάρκα», ποὺ βουλιάζει
ἂν τὴν παραφορτώσεις μὲ προθέσεις.
Πὲς «στιγμή»,
ποὺ φωνάζει βοήθεια ὅτι πνίγεται,
μὴν τὴ σῴζεις,
πὲς
«δὲν ἄκουσα».
Μίλα.
Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τοὺς ἀνταγωνισμούς:
ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς σὲ αἰχμαλωτίσει,
σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη.
Τράβα μία λέξη ἀπ᾿ τὴ νύχτα
στὴν τύχη.
Ὁλόκληρη νύχτα στὴν τύχη.
Μὴ λὲς «ὁλόκληρη»,
πὲς «ἐλάχιστη»,
ποὺ σ᾿ ἀφήνει νὰ φύγεις.
Ἐλάχιστη
αἴσθηση,
λύπη
ὁλόκληρη
δική μου.
Ὁλόκληρη νύχτα.
Μίλα.
Πὲς «ἀστέρι», ποὺ σβήνει.
Δὲν λιγοστεύει ἡ σιωπὴ μὲ μιὰ λέξη.
Πὲς «πέτρα»,
ποὺ εἶναι ἄσπαστη λέξη.
Ἔτσι, ἴσα ἴσα,
νὰ βάλω ἕναν τίτλο
σ᾿ αὐτὴ τὴ βόλτα τὴν παραθαλάσσια.
Ποίηση(+φωνή): Κική Δημουλά
Άνεμος
album: Φ Χρυσός Λόγος
Πολυπόθητη.
Μια αντιστροφή του -ε- με το -η- και ο τόνος στη λήγουσα.
«Ερημιά».
Δεν είναι άκρα.
Μπορεί η μια να περιέχεται στην άλλη.
Μπορεί να ζεις την πρώτη και να κρύβεις τη δεύτερη.
Να ζεις τη δεύτερη και να την εκτιμάς λόγω της πρώτης.
Μπορεί να ζεις την ερημιά, ενώ γύρω σου υπάρχει φασαρία.
Μπορεί και το αντίθετο.
Είναι τόσο κοντά.
«Ανοσία».*
Προσθήκη ενός -η-.
«Ανο-η-σία».
Μπορεί από μια ανοησία να πάθεις ανοσία.
Μπορεί η ανοσία να είναι μια ανοησία.
Η ανοσία είναι πάντα ήρεμη.
Και πάντα έρημη.
Η ανοησία απέχει σχεδόν ένα -α- από τη νόηση.
Η νόηση δεν είναι έρημη.
Ενίοτε είναι ήρεμη.
Περίεργη η ηρεμία.
Άλλοτε την επιδιώκουμε, άλλοτε την αποστρεφόμαστε.
Όταν είσαι στο ένα άκρο, επιθυμείς το άλλο.
Σε ελκύει.
Όπως σε ελκύει ενδόμυχα το «διαφορετικό»
Αυτό που κάποιος όρισε ως «διαφορετικό».
Εσύ όμως ψάχνεις το «ίδιο».
Γιατί αυτό ξέρεις να κάνεις.
Αυτό σε βολεύει.
Κι εγώ ψάχνω τον τρόπο να κάνω πράξη τη σκέψη μου.
Από τότε που με θυμάμαι, αυτό προσπαθώ.
Μετά την ανοησία, ψάχνω την ηρεμία.
Μετά την ηρεμία ακολουθεί η ανοσία.
Και μετά πάλι ανοησία.
Ξανά και ξανά.
Για να ‘μαι κοντά στη νόηση.
Να την προσεγγίσω.
Ανοησία-νόηση.
Τι νομίζεις ότι είναι αυτό το -α-;
Επειδή λέγεται «στερητικό», πιστεύεις ότι κάνει την ουσιαστική διαφορά;
Άλφα.
Α.
Όπως «αρχή».
Η κάθε αρχή.
Τέσσερα γραμματάκια. -α-,-ρ-,-χ-,-η-.
-Αναγραμματισμός-.
-χ-,-α-,-ρ-,-η-
«χάρη».
Τα ίδια γραμματάκια πάλι.
Κάθε αρχή έχει τη χάρη της.
-Αναγραμματισμός-,ξανά.
-ρ-,-η-,-χ-,-α-
«ρηχά».
Τα ίδια τέσσερα γράμματα.
Γιατί τα βλέπεις ρηχά.
Το μυαλό σου είναι ρηχό.
Κλειστό.
-Αναγραμματισμός-
-ρ-,-α-,-χ-,-η-
«Ράχη».
Δεν αλλάζουν τα γράμματα.
Τα βλέπεις ρηχά.
Τα φορτώνεις στη ράχη σου.
Καμπουριάζεις.
Αν τα έβαζες στο μυαλό σου θα «περπατούσες» πιο άνετα.
Η «αρχή» έχει τη «χάρη» της κι εσύ είσαι στα «ρηχά» με τη «ράχη» φορτωμένη.
Και δε βλέπεις καμία αρχή.
Προσπαθείς απλώς να αντικρύσεις τη ράχη σου.
Μάταια αν δεν έχεις καθρέφτη.
Έχεις σκεφτεί ποτέ πόσα από αυτά που ζεις είναι αποτέλεσμα προαίρεσης;
Κατά πόσο η πραίρεσή σου έγινε πράξη;
Έχεις στηρίξει επαρκώς τις επιλογές σου;
Αν τις έχεις στηρίξει σε ‘σένα, εννοώ.
Κι όταν αυτές άλλαξαν, συνέχισες να τις στηρίζεις;
Τις νέες επιλογές, εννοώ.
Να σεβαστείς τις παλιές και να επιδιώξεις τις καινούριες.
Αλλαγή.
Δεν αλλάζεις από επιλογή.
Αλλάζεις γιατί αφήνεσαι σε όσα δεν είναι αποτέλεσμα επιλογής.
Αφήνεσαι στα άϋλα, στο χρόνο.
Αναγκαστικά.
Έρμαια του χρόνου και της τύχης-μοίρας-Θεού-πεπρωμένου (διαλέγεις και παίρνεις ό,τι σε καλύπτει).
Μπορείς να προβλέψεις κάτι από αυτά;
Δεν μπορείς.
Σχετικότητα.
Και «μπορεί».
Ένα «μπορεί» ασαφές, παντού, πάντα.
Ανάμεσα στο «ποτέ» και το «πότε».
Ένας τόνος κάνει τη διαφορά.
Και μια στιγμή κάνει τη διαφορά.
«Στον επόμενο τόνο το “ποτέ” θα γίνει “πότε”»
Καλύτερα έτσι.
«Πότε», «ποτέ», «κάποτε».
Και τα τρία χρησιμοποιούνται τόσο για το παρελθόν, όσο και για το μέλλον.
Να βάλουμε το «ποτέ» στο πριν;
Και το «πότε» στο μετά;
Να νιώθουμε πιο ασφαλείς.
Το «κάποτε» είναι ενδιάμεσο.
Υπερέχει λόγω περισσότερων συλλαβών.
«Πίστις».
«Πύστις» (=πληροφορια <πυνθάνομαι)
Η πίστη σου δίνει πύστη;
Ή η πύστη σου δίνει πίστη;
Και τελικά σε ποιόν πιστεύεις;
Και ποιόν πιστεύεις;
Τον εαυτό σου;
Τον πιστεύεις;
Τον εμπιστεύεσαι;
Πιστεύω.
Γενικά.
Πιστεύω και σε ‘μένα.
Δεν πιστεύω σε ‘σένα.
Θα πιστέψω αν πιστέψεις κι εσύ σε ‘σένα.
Πιστεύω στον χρόνο.
Γιατί ρέει.
Μέχρι να «πιάσεις» το ένα δευτερόλεπτο, έρχεται το άλλο.
Δεν πιάνεις.
Απλώς πιστεύεις.
Πιστεύεις αυτό που έφυγε.
Πιστεύεις σε αυτό που θα έρθει.
Μετέωρος.
Μετέωρος στο «τώρα».
Εξιδανικεύεις το «πριν».
Ενίοτε το παρωδείς.
Επιλεκτική μνήμη.
Ψάχνεις οιωνούς για το «μετά».
Κι αυτό που έχεις, το «τώρα» σου, το ξοδεύεις.
Ξοδεύεσαι.
Σπαταλάς.
Χρόνο.
Εαυτό.
Ποιο από τα δύο είναι πιο «απτό»;
Ο εαυτός, ε;
Στον πλάθουν.
Και μετά του δίνεις σχήμα.
Τον καλλιεργείς.
Μα οφείλεις να ψάξεις τα «υλικά».
Το οφείλεις σε ‘σένα.
Και μετά στους ανθρώπους σου.
Και μετά στους «ξένους».
Σε όλους δίνεις.
Σε κανέναν δε δίνεσαι.
Δανείζεσαι.
Και μετά σε παίρνεις πίσω.
Και νιώθεις λίγος.
Νιώθεις «περίπου».
Μια περίπου χαρά.
Μια περίπου ευτυχία.
Μια περίπου ηρεμία.
Μια περίπου ερημιά.
Μια περίπου ζωή.
Χωρίς να ξέρεις τι λείπει για να φτάσεις την πληρότητα.
Κι όταν τη φτάνεις, τη φτύνεις.
Όπως φτύνεις και ‘σένα.
Όταν ξοδεύεσαι.
Κάθε φορά που ξοδεύεσαι.
Κάθε φορά που ξεχνάς ό,τι οφείλεις να θυμάσαι.
Κάθε φορά που θυμάσαι ό,τι οφείλεις να ξεχάσεις.
Περίπου θυμάσαι.
Περίπου ξεχνάς.
Κι εγώ περίπου γράφω.
Ή γράφω γι’ αυτό το «περίπου» που σε καθιστά ήρεμο, έρημο, ανόητο και με ανοσία.
Γράφω για τις περίπου αρχές και το περίπου τέλος.
Για την περίπου ζωή που βλέπω.
Για τους περίπου ανθρώπους.
Για τα περίπου «εσύ».
Για την περίπου σκέψη.
Και ψάχνω το αντίθετο του «περίπου».
Δεν είναι το «ακριβώς».
Δεν το βρίσκω.
Προτιμώ να το ζω.
Γράφω το «περίπου» που δεν θέλω να ζήσω.
Ζω.
Δυο μόνο γράμματα.
Μέσα σε δύο γράμματα χωράει ο καθένας.
Εγώ,
Εσύ,
Αυτός…
Ο καθένας το «ζω» του.
Περίπου ή μη.
"Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τοὺς ἀνταγωνισμούς:
ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς σὲ αἰχμαλωτίσει,
σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη"
"Ἔχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας..."
(*η ιδέα της ανοσίας-ανοησίας προήλθε από ένα σχόλιο του νάδα.- σε παλαιότερη ανάρτηση)
Η ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΗ ΠΕΤΡΑ
Μίλα.
Πὲς κάτι, ὁτιδήποτε.
Μόνο μὴ στέκεις σὰν ἀτσάλινη ἀπουσία.
Διάλεξε ἔστω κάποια λέξη,
ποὺ νὰ σὲ δένει πιὸ σφιχτὰ
μὲ τὴν ἀοριστία.
Πές:
«ἄδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πές:
«θὰ δοῦμε»,
«ἀστάθμητο»,
«βάρος».
Ὑπάρχουν τόσες λέξεις ποὺ ὀνειρεύονται
μιὰ σύντομη, ἄδετη, ζωὴ μὲ τὴ φωνή σου.
Μίλα.
Ἔχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Ἐκεῖ ποὺ τελειώνουμε ἐμεῖς
ἀρχίζει ἡ θάλασσα.
Πὲς κάτι.
Πὲς «κῦμα», ποὺ δὲν στέκεται.
Πὲς «βάρκα», ποὺ βουλιάζει
ἂν τὴν παραφορτώσεις μὲ προθέσεις.
Πὲς «στιγμή»,
ποὺ φωνάζει βοήθεια ὅτι πνίγεται,
μὴν τὴ σῴζεις,
πὲς
«δὲν ἄκουσα».
Μίλα.
Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τοὺς ἀνταγωνισμούς:
ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς σὲ αἰχμαλωτίσει,
σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη.
Τράβα μία λέξη ἀπ᾿ τὴ νύχτα
στὴν τύχη.
Ὁλόκληρη νύχτα στὴν τύχη.
Μὴ λὲς «ὁλόκληρη»,
πὲς «ἐλάχιστη»,
ποὺ σ᾿ ἀφήνει νὰ φύγεις.
Ἐλάχιστη
αἴσθηση,
λύπη
ὁλόκληρη
δική μου.
Ὁλόκληρη νύχτα.
Μίλα.
Πὲς «ἀστέρι», ποὺ σβήνει.
Δὲν λιγοστεύει ἡ σιωπὴ μὲ μιὰ λέξη.
Πὲς «πέτρα»,
ποὺ εἶναι ἄσπαστη λέξη.
Ἔτσι, ἴσα ἴσα,
νὰ βάλω ἕναν τίτλο
σ᾿ αὐτὴ τὴ βόλτα τὴν παραθαλάσσια.
Ποίηση(+φωνή): Κική Δημουλά
Άνεμος
album: Φ Χρυσός Λόγος
Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010
"LIES..."
Καταγραφή.
Αυτόματα.
Σκέφτομαι περισσότερα απ’ όσα γράφω.
Λέω λιγότερα απ’ όσα γράφω.
Γράφω λιγότερα απ’ όσα έχω να πω.
Γράφω όσα «πρέπει».
Όσα «πρέπει» να δω κάποια στιγμή και να θυμηθώ τις λεπτομέρειες.
Λεπτομέρεια.
Σαν αυτή που ποτέ δεν σου είπα.
Σαν αυτή που δεν άκουσες όταν έπρεπε.
Έπρεπε.
Έπρεπε να έχεις ακούσει.Έπρεπε να έχεις σκεφτεί.
Έπρεπε να θέλεις.
Κι ας μην ήθελα να «πρέπει».
Ποτέ δεν έπρεπε.
Δεν ήμασταν «πρέπει» εμείς, έτσι δεν είναι;Ούτε τώρα είμαστε «πρέπει», ε;
Εμείς είμαστε «θέλω».
Ανήκουμε στους «άλλους».
Ή μήπως λέω ψέματα;Ψέματα.
Ποθητά όσο και η αλήθεια.
Τα φτιάχνεις, τα πλάθεις και τα πετάς.
Και μετά πετάς μέχρι που πέφτεις.Γκρεμίζεσαι.
Πάνω στην αλήθεια.
Έτσι μαθαίνεις.
Μαθαίνεις την αλήθεια που έκρυψες.
Την έκρυψες για να μην τη μάθουν οι άλλοι ή για να αποφύγεις την αποδοχή της;Μίλα.
Πες κάτι.
Κάτι ουσιαστικό.
Να μη βαριέμαι...Θα έχω ήδη φύγει.
Πριν το καταλάβεις.
Έφυγα.
Πριν στο πω.
Δεν στο είπα.Δεν φεύγω εύκολα.
Δεν αποφασίζω εύκολα.
Δεν θυμάσαι τί μου έλεγες;
«Εσύ πάντα επεξεργάζεσαι».
«Εσύ πάντα ισορροπείς».Θυμάσαι;
Ναι, ακόμα επεξεργάζομαι.
Πάντα επεξεργάζομαι.
Πολύ.
Τα πάντα.Τα δικά μου «πάντα».
Και τα «τίποτα».
Ίσως αυτά περισσότερο.
Εσκεμμένα.
Πολλά ξέχασα.
Ήθελα να ξεχάσω.
Ήθελε ο καιρός.
Τα πήρε μαζί του κι έφυγε.
Εμένα πήρε.Δεν θυμάμαι πού σε βρήκα.
Δεν με ένοιαξε ποτέ.
Μου αρκούσε ότι σε βρήκα.
Μου αρκεί που έφυγα.
Έλα, αφού το ξέρεις, αυτή είναι η εξέλιξη.
Αυτή είναι η εξέλιξη όταν δεν υπάρχει εξέλιξη.
Σταματήσαμε να μαθαίνουμε μαζί.
Σταματήσαμε να προχωράμε μαζί.Ο καθένας το δρόμο του.
Και κλειστά αφτιά.
Ένα κοινό παρελθόν δεν εξασφαλίζει ένα κοινό μέλλον.
Τι θα πει «κοινό»;
Μαλακίες.Μια απόφαση είναι όλα.
Ο καθένας μόνος του.
Σαν συμφωνία.
Μονόπλευρη.
Δική μου.Εγώ κι εγώ.
Εγώ με εμένα.
Ο καθένας μόνος του και «ίσως» και «μπορεί» και «ποτέ δεν ξέρεις».
«Ποτέ δεν ξέρεις».Αφού ξέρεις.
Αφού ξέρω.
Αφού με προδίδει το πρόσωπο.
Κι η φωνή.Πάντα.
Πάντα με πρόδιδαν.
Δεν κρύβομαι όσο θέλω.
Κρύβομαι όσο χρειάζεται.
Όσο χρειάζεσαι.Όσο χρειάζομαι.
Γίνονται όλα.
Κάποια στιγμή.
Έγιναν όλα.
Κάποια στιγμή.Όλα όσα έπρεπε να γίνουν.
Τώρα γίνονται άλλα.
Όλα όσα πρέπει να γίνουν.
Τι «γιατί»;
Τι «πρέπει»;Πίστευες ότι ήμασταν η εξαίρεση;
Όλοι πιστεύουμε ότι είμαστε «η εξαίρεση».
Αυτός είναι ο κανόνας: να πιστεύουμε ότι είμαστε η εξαίρεση.
Ε, δεν είμαστε.Κανείς δεν είναι.
Όλοι είναι ο κανόνας.
Όλοι είναι η εξαίρεση.
Κι εμείς κάπου ενδιάμεσα.
Υπήρξαμε.Κάποια στιγμή.
Έφυγα.
Κάποτε.
Ούτε καν θυμάμαι.Έχει σημασία όμως το «πότε»;
Έφυγα.
Κάποτε…
"LIES"
So out of line, with the stars and the sky,
with our feet wet with dew,
with our feet wet with dew,
we will sing me and you,
with your hands on my chest,
say i loved you the best and kiss me, kiss me...
Take your hand from my hand,
close the door silently,
in an hour or so you'll kiss your husband's lips,
in the fleeting remorse you know it's the pain
that's so good so kiss me, kiss me...
And if you want me to lie,
then I will, I don't mind
Jagged thorns, cut my lips
make them better, make them bleed,
punch your fist in my chest
and save your tears for someone good,
did you think this was love,
do you think you're the first, then kiss me, kiss me...
And if you want me to lie, then I will, I don't mind...
BROKEN RECORDS
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)