Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2011

"Αν μ' αγαπάς..."

Έχω σκεφτεί άπειρες φορές πόσες άχρηστες πληροφορίες αντέχει να κουβαλάει ένα μυαλό.
Ξέρεις τι θα διέγραφα με μεγάλη μου χαρά;
Τις ημερομηνίες.
Με μελαγχολεί η ανάμνησή τους.
Μου προκαλεί μια περίεργη αναβίωση.
Μπορεί το γεγονός της ανάμνησης να νιώθω ότι δε με αφορά.
Τον εαυτό μου θυμάμαι.
Το συναίσθημα θυμάμαι.
Έχει μνήμη το συναίσθημα.
Ενοχλητικό είναι.
Ψυχρό είναι.
Μούδιασμα προκαλεί.
Και θα ‘θελα να διαγράψω το ρήμα «θυμάμαι».
Κι ας θυμάμαι.
Κι ας ενοχλούμαι.
Κι ας έχει σημασία.
Και ας μην έχει.
Και ας έχει διαγραφεί.
Και ας έχει παραγραφεί.
«Κακή συνήθεια να ξεχνάς.
Κακή συνήθεια και να θυμάσαι».


Δεν με τρόμαζε ποτέ ο μέλλων.
Ο χρόνος που θα έρθει.
Ποτέ.
Με ανακούφιση και χαρά τον περίμενα.
Ο χρόνος που έχει περάσει, όμως, ενίοτε με τρομάζει.
Οι αριθμοί με τρομάζουν.
Μετράς.
Χρόνια.
Μετράς.
Ανθρώπους.
Μετράς.
Εαυτούς.
Μετράς.
Γεγονότα.
Μετράς.
Πληροφορίες.
Μετράς.
Σκάνε αριθμοί στο μυαλό.
«9» απ’τη μία.
«8» απ’την άλλη.
«1» απ’την παράλλη.
Σημασία καμία.
Δεν είναι μνήμη ανθρώπων.
Είναι η μνήμη του εαυτού που ήρθε αντιμέτωπος με το αναπάντεχο.
Που στο παρόν δεν νοιάζεται.
Που στο παρόν απλώς θυμάται.
Και κάνει ένα υποσυνείδητο μνημόσυνο.
Μνημόσυνο εαυτού.


Είναι οι στιγμές που το «delete» θα ήταν χρήσιμο.
Που μηχανές δεν είμαστε.
Αλλά η μνήμη λειτουργεί μηχανικά.
Μη φανταστείς, 2-3 φορές τον χρόνο.
Και εστιάζει και στα καλά.
Υπάρχει και καλή μνήμη.


Εγκέφαλος.
Δεν σε ρωτάει.
Στα σκάει έτσι.
Στα μούτρα.
Σαν φωτογραφίες.
Γυρνάω το κεφάλι μου αλλού.
Θυμάμαι ούτως ή άλλως.
Χωρίς μνημόσυνα.
Θυμάμαι για να μπορώ να χτίζω.
Ξεχνάω για να μπορώ να χτίζω.


Ο εγκέφαλος…αρχηγός.
Αν απορρίψει, απέρριψε.
Με τελεία και παύλα.
Υποκλίνομαι στην απολυτότητά του.
Υποκλίνομαι και στην εμπιστοσύνη που του έχω.


Καμιά φορά εξηγώ.
Με όσες λέξεις έχω.
Με όσες λέξεις αντέχω.
Με μια συναισθηματική λογική εμπιστοσύνης.
Με ή χωρίς επιχειρήματα.
Την εμπιστοσύνη κρατάω.
Όχι στα λόγια.
Στον εγκέφαλο.

 
Τη θυμάσαι την «αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού»;
Πολύ μου άρεσε αυτή η ταινία.


Το μυαλό εστιάζει στα ουσιώδη.
Έμαθε να το κάνει.
Έμαθε να ενεργοποιεί και να απενεργοποιεί τις αισθήσεις.
Καμιά φορά, κάνει ένα διάλειμμα και εστιάζει σε παλιές «φωτογραφίες».
Σαν χαστούκι.
Για πλάκα.
Που μπορεί και να ‘χει πλάκα, τελικά…
Ξέρεις, από αυτά τα αστεία που σου κάνει η ζωή.
Και γελάς.
Με τη ζωή.
Και τον εαυτό σου.


Μη δίνεις σημασία.
Απόψε γράφει η μνήμη για τη μνήμη.
Απόψε γράφει μια περίεργη ζάλη από το κρασί.
2-3 στιγμές διαρκούν οι λέξεις.
Μέτρα.
Δύο στιγμές.
Τρεις στιγμές…
Με αριθμούς και λέξεις παίζουμε.
Οι αριθμοί κι οι λέξεις παίζουν με εμάς.
Δικό τους το παιχνίδι.
Απόψε παραδόθηκα.
Στη μνήμη.
Την ξορκίζω με λέξεις.
Δε με αφορά η ύπαρξή της.
Ας πιάσει όσο χώρο θέλει στο μυαλό μου.
Μόνο για απόψε θα ‘ναι.
Ο «χρόνος από ‘δω και πέρα» πάντα θα πιάνει περισσότερο χώρο.
Άλλωστε ο «χρόνος» και ο «χώρος» ταιριάζουν πιο πολύ ως λέξεις.
Ταιριάζουν και τα γράμματά τους.


Θα ονομάζω πειράματα τις στιγμές μου για να έχω άλλοθι.
Σαν τα άλλοθι του Σεπτεμβρίου.
Ο μήνας αυτός μου παρέχει άλλοθι.
Κι η μνήμη με φορτώνει με άλλοθι.
Χρησιμοποιώ τα άλλοθι για άλλοθι.
Για απόψε.
Που όσο η μνήμη παίζει μαζί μου, άλλο τόσο τη φορτώνω και την παιδεύω.
Και την εκπαιδεύω.
Άλλο τόσο την κοροϊδεύω.
Και τους αριθμούς κοροϊδεύω.
Που καλοί είναι για προσδιορισμό, αλλά δεν ξέρουν να μετρούν την ουσία.
Αν ήξεραν η «ουσία» θα είχε και πληθυντικό αριθμό.
Μονάδα.
Μία είναι η ουσία.
Δε χρειάζεται καν να ξέρεις να μετράς για να την προσδιορίζεις.
Δεν χρειάζεται καν να ξέρεις να προσδιορίζεις.
Αυτοπροσδιορίζεται η ουσία.


Μνήμη είναι η περιστροφή του κεφαλιού προς τα πίσω.
Μνήμη είναι το «τι πίστευες;» και το «τι έγινε».
Δεν έχει νόημα η μνήμη.
Νόημα έχει το τι σε οδήγησε ως εδώ.
Ως το παρόν.
Κι αν το παρόν σε καλύπτει, τότε κι η μνήμη να σε καλύπτει.
Μπορεί να θέλει να σου σπάσει τα νεύρα.
Μπορεί να θέλει να σου πει ότι απόψε είναι άχρηστη.
Η μνήμη δεν είναι ζωή.
Κι η ζωή μη γίνει μνήμη…


Είναι και το «όταν» που απόψε δεν θέλει να συνδυαστεί με τη μνήμη.
Θέλει μέλλοντα και κατάφαση.
Θέλει τελεία.


Είναι κι η Δημουλά:
"Η μνήμη ,
κύριο όνομα των θλίψεων ,
ενικού αριθμού ,
μόνο ενικού αριθμού
και άκλιτη .
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη."


Δες τη.
Χάιδεψέ τη.
Βρίσε τη.
Γέλασε μαζί της.
Παρέα.
Μια μνήμη είναι.
Αύριο θα έχει φύγει.
Μαζί με το αλκοόλ.
Με μνήμη ή χωρίς, στο ίδιο σημείο είμαι.
Θυμάμαι-δεν θυμάμαι, ο χρόνος ό,τι θέλει θα κάνει.
Με μνήμη κι ο χρόνος.
Ή χωρίς.
Απόψε παραδόθηκα.
Στη μνήμη για τη μνήμη.
Με μνήμη ή χωρίς.


ΑΝ Μ'ΑΓΑΠΑΣ

 
Αν μ' αγαπάς
θα κλέψω χρώμα της φωτιάς και λευκό πανί
οι δυο μαζί να ζωγραφίσουμε ξανά τη ζωή


Αν μ' αγαπάς
δεν θα 'χει γκρίζο πουθενά να κοιτάς.
Θα με κρατάς και σε λιμάνια γιορτινά θα με πας


Μα αν όλα αυτά
που μοιάζουν όνειρα τρελά γίνουν μια κραυγή
αν όλα αυτά κι ό,τι κι αν έχω φανταστεί δε θα 'ρθει


θα 'ναι χαμός θα σκοτεινιάσει όλο το φως θα σβηστεί
ίσως γιατί για μένα ο κόσμος είσαι εσύ μόνο εσύ


Αν μ' αγαπάς
δε θα 'χει σύνορα για μας ούτε μοναξιά
με το βοριά και με τ' αστέρια της νυχτιάς συντροφιά


Αν μ' αγαπάς
με λόγια μόνο της καρδιάς θα μιλάς
θα με κρατάς και σε λιμάνια γιορτινά θα με πας


Αν μ' αγαπάς
δεν θα 'χει γκρίζο πουθενά να κοιτάς
θα με κρατάς και σε λιμάνια γιορτινά θα με πας


Αν μ' αγαπάς
θα κλέψω χρώμα της φωτιάς μόνο αν μ' αγαπάς


Αν μ' αγαπάς
δεν θα 'χει σύνορα για μας μόνο αν μ' αγαπάς.


Τάνια Τσανακλίδου
στίχοι: Τάκης Καρνάτσος
μουσική: Γιάννης Σπανός

Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

"Ο ΕΞΩΣΤΗΣ..."

Είναι λεπτά τα όρια μεταξύ «πρόφασης» και «απόφασης».
Είναι λεπτά τα όρια μεταξύ του «φεύγω» και του «έρχομαι».
Κάπου εκεί κινούμαι.
Ανάμεσα σε δύο ρήματα και δύο ουσιαστικά.
Ανάμεσα στα όριά τους.
Ανάμεσα στα όριά μου.
Ανάμεσα στα όριά σου.
Ανάμεσα στις λέξεις.



Απλή η ζωή.
Με αρχή-μέση-τέλος.
Με ένα «τέλος» που έρχεται τόσο φυσικά.
Και αθόρυβα.
Ζούμε άραγε το ίδιο φυσικά;
(Ελπίζω όχι αθόρυβα.)
Αμήχανοι μπροστά του.
Δεν το κινούμε εμείς.
(Αυτά που κινούμε εμείς τα φροντίζουμε;)
Γιατί αυτό που θεωρούμε αυτονόητο θέλει καμπανάκι υπενθύμισης για να αποκολλήσεις την ταμπέλα «αυτονόητο»;
Γιατί χρειαζόμαστε αφορμές για να κατανοήσουμε την ουσία;
Αμηχανία…
Το τέλος κάθε ζωής μου προκαλεί αμηχανία.
Στο τέλος της ζωής, εύχεσαι μόνο να υπήρχε ζωή… Γεμάτη.





Στεκόμαστε και κοιτάμε.
Μάτια κοιτάμε.
Όψη κοιτάμε.
Μια ζωή κοιτάμε.
Απέναντί μας.
Με ερωτηματικά.
«Τι θα γινόταν αν…;».
Γινότ-αν.
Γιν-όταν.
Με δεμένα χέρια.
Παραλυμένα.
Μάτια παραλυμένα.
Κι αν σε πάνε τα πόδια σου τί τις θες τις δικαιολογίες για το μυαλό;
Τα πόδια ξέρουν καλύτερα καμιά φορά.


Κάποια στιγμή, τα μάτια κοιτούσαν μία τον Ταΰγετο, μία τη θάλασσα.
Τι βρίσκουν οι άνθρωποι στα βουνά;
Ποτέ δεν κατάλαβα.
Μετά, και τα δύο μάτια στη θάλασσα.
Κολλημένα.
Για να χαθεί το μυαλό.
Με δικαιολογία την απεραντοσύνη του γαλάζιου.
Σπουδαίο άλλοθι το γαλάζιο.
Και τα πόδια τον δικό τους δρόμο.
Το μυαλό το δικό του.
Μπερδεύεσαι.
Φανάρι.
Να περάσεις απέναντι.
Να κυλήσεις ανάμεσα στα πόδια και το μυαλό.
Τα εμπόδια κάποιος τα έθεσε.
Τα πόδια ή το μυαλό.
Ή και τα δύο.
Κάποιο από τα δύο παίζει.
Γλιστράς.
Κάπου ανάμεσα.


Η αναμονή δεν θα έπρεπε να μετριέται σε χρόνο.
Μόνο σε τσιγάρα.
Και η σκέψη όταν μονοπωλείται έχει όνομα.
Κύριο όνομα.
Δεν θα έπρεπε να λέγεται σκέψη.


Καμιά φορά ανήκουμε στην όψη.
Για λίγο.
Συνήθως ανήκουμε στο μυαλό.
Για όσο…


Στις διακοπές αγαπώ τις διακοπές.
Τις παύσεις της γλώσσας.
Την απουσία λέξεων.
Την αυτονομία των ματιών.
Να χάνονται σε κάτι χρώματα περίεργα.
Που λέξεις δεν χωράνε.
«Θυμάμαι στα μάτια σου να σχηματίζεται το άπειρο….»
Κι είναι ύπουλη η μνήμη.


Έχεις νιώσει ποτέ ότι τα αφτιά σου δεν θέλουν να λειτουργήσουν;
Έχεις νιώσει ποτέ ότι βλέπεις μόνο στόματα να ανοιγοκλείνουν και το μυαλό σου φτιάχνει μουσικές;
Τις πιο όμορφες μουσικές.
Μόνο του.
Κάποια στιγμή δεν θες να ακούσεις τίποτα.
Δεν σε νοιάζει τίποτα.
Κάποια στιγμή όλα μικραίνουν.
Κάποια στιγμή οι λέξεις επιπλέουν.
Χάρτινες.
Βουλιάζουν.
Πνίγονται.
Διακοπές.
Διακόπτης.
Αντοχές.
Κλείνουν.
Κλείνει.
Κύκλος.
Ανοίγει.
Κλείνει.
Παράθυρο.
Ανοίγει.
Κλείνει.
Άνθρωποι.
Αγκαλιές.
Ανοίγουν.
Κλείνουν.




Κάπου εδώ χανόμουν:

Με τα «δειλινά» της Μοσχολιού, στα ακουστικά.
Και μια ηρεμία που παρέχεται άφθονη όταν την επιζητάς.
Με το μυαλό να ξέρει καλά…
Να κάνει τους απολογισμούς του τόσο αυθόρμητα.
Να παρατηρεί τους ανθρώπους.
Και τους ανθρώπους του.
Να αντιλαμβάνεται την ηρεμία.
Και την ειρωνεία.
Και όλα αυτά που δεν κοστίζουν τίποτα τελικά.
Και όλα αυτά που με τον δικό τους τρόπο σε χρεώνουν.
Με κάποιο τρόπο γράφονται στο βιβλίο σου.
Κλείνονται σε κεφάλαια.
Δίχως λέξεις.


Το έχω ξαναγράψει, αγαπώ τα δειλινά.
Κυρίως αυτά που τα ζεις στη θάλασσα.
Απέναντί σου ένα έγχρωμο άγνωστο άπειρο.
Μια εικόνα που σου δημιουργεί εικόνες.
Πραγματικές.
Καμιά φορά εξιδανικευμένες.
Θες να βουτήξεις.
Αλλά έρχεται και σε βουτά.
Η εικόνα.
Η μνήμη.
Η επιθυμία.
Η πρόφαση.
Η απόφαση.
Βουτιά.
Με τα μάτια ανοιχτά.
«Βουτιές με το κεφάλι».
Και βγαίνεις στεγνός.




Σιωπή αναζητούσα.
Σαγηνευτική η σιωπή…
Η μία.
Αν προστεθεί και άλλη σιωπή που δεν την έχεις διαλέξει δημιουργείται θόρυβος.
Αν-ησυχίες…


Στην υπέρβαση βρίσκεται η ουσία.
Στο παραπέρα βηματάκι.
Να αλλάξει ο δρόμος…
…«αν αφεθείς σε οδηγάει ο δρόμος»…


Το «μέλλον» απ’το «μάλλον» απέχει ένα γραμματάκι.
"Γυρίζω τις πλάτες μου στο μάλλον..."
Κοινό τους η ασάφεια.
Ασφαλέστατη.
Βολεύει.
Καταφύγιο.



Οι διακοπές παράξενες φέτος.
Με τον «εξώστη» να αποτυπώνει σχεδόν απόλυτα (και «σχεδόν» και «απόλυτα», καλά το πάω…) το μυαλό μου.
Στο replay.
Στίχο-στίχο.
Εικόνα-εικόνα.
Κάπου-κάπου έμπαινε και το «σε εσπερινό του Νότου».
Συνδυασμός…
Η ισορροπία χαμένη υπόθεση.


«…Ταξίδεψέ με όπου εσύ πιστεύεις, είμαι τυφλός και μόνο εσύ το ξέρεις…»







Ο ΕΞΩΣΤΗΣ


Θα θυμάμαι πάντα τα μάτια του φίλου μου
ν' ακολουθούν σαν πουλιά τις γραμμές του τρένου
να κοιτάνε στον ορίζοντα ένα τοπίο άβατο
να σκέφτονται αν η αγάπη είναι πιο κρύα απ' το θάνατο
Από ένα εξώστη μου έδειχνε μια άλλη ζωή
τώρα αυτός είναι στο διάστημα κι εγώ ακόμα στη Γη
περπατώντας σ' ένα επίπεδο προάστιο
σημαδεύω τους ανθρώπους μ' ένα κομμένο λάστιχο


Κι εγώ που πάντα ήθελα να ζήσω μαζί σου
φτιάχνω τον κόσμο μ' ένα κομμάτι τής ψυχής σου
κι απ' τον εξώστη εκείνο βλέπω την ίδια ταινία
κάθε καλοκαίρι το "θάνατο στη Βενετία"
κι αναρωτιέμαι πάλι οι προσευχές μου πού πάνε
κι αν έχουν γίνει πουλιά προς τα πού πετάνε


Χιλιάδες εικόνες έρχονται σαν κύματα
αλλεπάλληλα μου στέλνεις μηνύματα
συνθήματα στους τοίχους, στο κέντρο της πόλης
όπου κοιτάξω, η ζωή μου όλη
μια μεγάλη απόδραση με τον Ήτα-Βήτα
για μεγάλους κλέφτες σαν τον Κ. Βήτα
στέκομαι εδώ χωρίς να ξέρω τι θέλω
κι είναι τόσο ωραία όλα αυτά που πιστεύω


Κι εγώ που πάντα ήθελα να ζήσω μαζί σου
φτιάχνω τον κόσμο μ' ένα κομμάτι τής ψυχής σου
κι απ' τον εξώστη εκείνο βλέπω την ίδια ταινία
κάθε καλοκαίρι το "θάνατο στη Βενετία"
κι αναρωτιέμαι πάλι οι προσευχές μου πού πάνε
κι αν έχουν γίνει πουλιά προς τα πού πετάνε


Ταξίδεψέ με όπου εσύ πιστεύεις
είμαι τυφλός και μόνο εσύ το ξέρεις
τα πιο όμορφα πράγματα χάνονται γρήγορα
άνθρωποι, σύννεφα, το μελάνι στα ποιήματα
Πόσο παράξενα χτυπάει τώρα η καρδιά μου
υπάρχει άδικο έξω απ' τα όνειρά μου
θυμάμαι στα μάτια σου να σχηματίζεται το άπειρο
θυμάμαι στα μάτια σου να σχηματίζεται το άπειρο


Κι εγώ που πάντα ήθελα να ζήσω μαζί σου
φτιάχνω τον κόσμο μ' ένα κομμάτι τής ψυχής σου
κι απ' τον εξώστη εκείνο βλέπω την ίδια ταινία
κάθε καλοκαίρι το "θάνατο στη Βενετία"
κι αναρωτιέμαι πάλι οι προσευχές μου πού πάνε
κι αν έχουν γίνει πουλιά προς τα πού πετάνε

Στέρεο Νόβα

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

"ALL WE GO TO HELL..."

Καμιά φορά μπέρδευα το «ποιώ» με το «πράττω».
Καμιά φορά ανιχνεύω κάτι σκέψεις που όσο ζωντανές κι αν είναι έχουν κάτι από παρελθόν.
Καμιά φορά μπερδεύεις την «πρόθεση» με την «υπόθεση».
Και καμιά φορά παίρνουμε θέση.
Γινόμαστε οι ίδιοι όρια.
Ένα αόριστο όριο.
Δύο αόριστα όρια.
Δύο αόριστοι.
Κι ένα όριο.


Έχεις μετρήσει ποτέ τους παράδρομους καθώς διανύεις έναν δρόμο;
Γιατί ο δρόμος δεν είναι ποτέ ένας.
Και το μυαλό δεν έχει έναν δρόμο.
Ούτε μία οπτική.
Η άποψη, η πάγια πώς διαμορφώνεται;
Οι πηγές ποιες είναι;
Είναι οι ουσιαστικές;
Και ποιος ορίζει την ουσία;


Ο καθένας τους δικούς του ορισμούς.
Οι άλλοι ορισμοί, απλώς επιφάνεια.
Βολεύουν οι κοινώς αποδεκτοί.
Τα κοινώς αποδεκτά.
Για να κάνουμε πως συνεννοούμστε.


Τα δειλά μου «ναι».
Και τα δειλά «όχι» μου.
Ένα «ίσως» κρατάω πάντα στο χέρι μου.
Με σιγουριά και ασφάλεια.


Όλα έχουν διάρκεια στιγμής.
Κι οι στιγμές σε μόνιμο αγώνα προσπέρασης.
Εραστές που παλεύουν.
Κι η ζωή συνουσία στιγμών.


Σώματα που μαχονται.
Μυαλά που μάχονται.
Εαυτοί που μάχονται.
Όλοι τον αγώνα μας ρε συ.
Τον προσωπικό.
Το ταξίδι η αναζήτηση είναι.
Στο ταξίδι το «μυαλό» και το «μαζί» κράτα.
Όλα τ’άλλα λεπτομέρειες.
Ή λεπτομερείς μνήμες;


Μια ανάσα μακριά είναι όλα.
Μια χούφτα απόσταση.
Άμμος η σκέψη.
Σε μια κλεψύδρα.
Τη γυρίζω ανάποδα.
Με γυρίζω ανάποδα.
Με το γάντι.


Την ισορροπία μου τη φυλάω.
Και με φυλάει.
Αυτή η σχέση ποτέ δεν προδόθηκε.
Σε θυμάμαι πριν χρόνια να μιλάς για την «ισορροπία» μου και γελάω.
Η μοναδική κουβέντα που έπεσες μέσα.
Κι έπεσες μέσα.
Κι είμαι έξω.


Και παραέξω δεν πάω.
Είναι το επίπεδο που δεν διάλεξα.
Ευγνωμονώ όσα ήρθαν χωρίς να τα διαλέξω.
Καμιά φορά είμαστε β’ διαλογής.
Μεταχειρισμένοι.
Μεταχειριζόμαστε.
Χειριζόμαστε.


Όλα έχουν κάτι από αέρα.
Όλα είναι αέρας.
Λέξεις ανορθόγραφες.
Άνθρωποι ανορθόδοξοι.
Κατηγορίες.
Από αυτές που διαχωρίζουν.
Κατηγορίες.
Από αυτές που σε στήνουν στον τοίχο.


Αόρατα.
Αόρατα τρυπώνω.
Εγώ και τα τείχη μου βολτάρουμε παρέα.
Ώρες-ώρες δεν τα βλέπω.
Ώρες-ώρες ψηλώνουν τόσο πολύ που δεν βλέπω.
Ώρες-ώρες βλέπουμε παρέα.
Κάνουν στην άκρη όποτε θέλουν.
Αυτονομία.
Σχεδόν γελοία.
Σχεδόν γελάω.
Ωραία λέξη το «σχεδόν».
Ωραίο να τη λες.
Να την προσέχεις όμως.
Βιώνεται περίεργα.


Περιορίζω το λεξιλόγιό μου.
Να συνεννοούμαστε με τα βασικά.
«Ναι»-«Όχι».
Κι ας αγαπώ την ασάφεια του «ίσως».
Την ανασφάλεια του «σχεδόν».
Την αοριστία του «κάποτε».
Την σχετικότητα του «όταν».
Αγαπάω εξίσου την προσωρινότητα του «τώρα».


-----------------------------------------------------------------------------------
Το “All we go to hell” βρίσκεται στη νέα συλλογή του Χρήστου Παπαμιχάλη με τίτλο:
LOST.NOT.FOUND

Ο ίδιος, λέει:
"Η τελεία παίζει. Γιατί δεν ορίζει. Επιλέγεις."

To «soundtrack της νυχτιάς», εκπομπή στον Μελωδία 99.2 είναι κάτι προσωπικό. Κομμάτι του σύμπαντός μου.
Είναι τα βράδια με τα βιβλία ανοιχτά και το μυαλό να φεύγει. (ατέλειωτες εξεταστικές).
Είναι παρέα.
Είναι μνήμες ερώτων.
Είναι μνήμες εαυτού.
Είναι τσιγάρα και ταξίδια.
Είναι άνθρωποι.

Ο μάγος Χρήστος Παπαμιχάλης αποτυπώνει σε 17 στιγμιότυπα την ατμόσφαιρα του «soundtrack της νυχτιάς».
Η συλλογή κυκλοφορεί σήμερα. Αν πέρασες από αυτό το blog και άκουσες το «Lies», το «Icarus Wings», το «Somersault», τη «Χειραψία», θα τα βρεις στη συλλογή αυτή.
Και αν δεν πέρασες ποτέ από το «Soundtrack της νυχτιάς», ευκαιρία να το γνωρίσεις ακούγοντας τις 17 στιγμές του! Στο προτείνω ανεπιφύλακτα!

Lost not. Found.
Lost. Not Found.
(διαλέγεις)






ALL WE GO TO HELL

All we go to hell


Ladies and gentlemen


We don’t learn


Oh, we can’t

Do it now or never


YONDERBOI
Lost.Not.Found from Christos Papamichalis on Vimeo.

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

"...ICARUS WINGS..."

Ψάχνω μουσικές.
Να κυλούν μέσα μου.
Να με λυτρώνουν.
Να με αδειάζουν.
Και να με γεμίζουν.
Η ίδια «διαδικασία».
Τα τραγούδια μου-οι καθρέφτες μου.
Τα «εγώ» μου.
Πολλά είναι.
Όχι τα «εγώ».
Τα κομμάτια του παζλ.


Σκέφτηκες ποτέ πόσα πράγματα μεταφράζονται σε τσιγάρα;
Πόσα γεγονότα;
Πόσα συναισθήματα;
Πόσα τραγούδια;
Πόσοι άνθρωποι;
Άνθρωποι.


«Μελέτες περιπτώσεων», διάβαζα.
Μελέτες ανθρώπων σκεφτόμουν.
Για τη «λογική» διάβαζα.
Τα παράλογα σκεφτόμουν.
Που τα ντύνεις με λογική.
Δεν απέχει πολύ.
Συνειδητοποίησα ότι η «λογική» ήταν το επιχείρημά μου για πολλά.
Πέρασα στη φιλολογία για να βρω τη "λογική" πίσω από τη γλώσσα.
Στη συνέντευξη του μεταπτυχιακού «ψάχνω τη λογική πίσω από την επικοινωνία και το μάρκετινγκ» τους είπα.
Και εσύ με λες συναισθηματική.
Κι εγώ ακόμα να αποφασίσω.
Όχι πως έχει σημασία.
Όχι πως είναι απόλυτα διαχωρισμένα.
Στο μυαλό μου έχω ένα εκατομμύριο κουτάκια.
Με σιγουριά το λέω, τα φτιάχνω καλά τα κουτάκια μου, τα τηρώ κατά γράμμα.
Όμως, δεν υπάρχει κάτι που να αγαπάω περισσότερο από το γκρέμισμά τους.
Και δεν θυμάμαι να έχει υπάρξει γκρέμισμα συνειδητό.
Έτσι, σιγά-σιγά πέφτει και κάποια στιγμή κάνει «μπαμ».
Και σπάει.
Και δεν σπάω.
Κυλάω.
Ανάμεσα σε ανθρώπους και στιγμές.
Ανάμεσα σε λέξεις και μουσικές.
Ανάμεσά μας.


Αγαπάω τα συννεφιασμένα δειλινά.
Αυτά με τα παλ χρώματα.
Που τα σύννεφα μοιάζουν με δίχτυα.
Εκεί υπάρχει μια αρμονία του «μέσα» με το «έξω».
Η σκέψη ξετυλίγεται ήρεμα.
Τα στιγμιότυπα συνοδεύονται από τις πιο όμορφες μουσικές.
Στιγμιότυπα ανθρώπων.
Παρατήρηση είναι.
Γλυκαίνεται ο νους.


Η λέξη «μηδέν» αποτελείται από δύο αρνήσεις.
Κολλημένες.
Και κάνουν μια κατάφαση.
Και την κάνεις ό,τι θες.


Διαλέγεις γράμματα.
Φτιάχνω λέξεις.
Διαλέγεις χρώματα.
Φτιάχνω ζωγραφιές.
Διαλέγεις.
Διαλέγω.
Διάλογος.
Λόγος.
Λογική.
Αναλόγως.
Αντιστρόφως ανάλογα.
Ανιστρόφως παράλογα.
Στροφή.
Ευθεία.
Δρόμος.


Μαγεία.
Στον άξονά της κινούμαστε.
Όλοι.
Άγνωστος είναι.
Και αόρατος.
Ώρες-ώρες αφήνει κάτι σημαδάκια.
Κάτι συμπτώσεις.
Αν αντέχεις, τις βλέπεις.
Αν αντέχεις τις επεξεργάζεσαι.
Αν δεν αντέχεις τις αφήνεις.
Τις συμπτώσεις.
Τις σημασίες.
Τις έννοιες.
Πόσες λέξεις για μία έννοια;
Και ποιά έννοια ορίστηκε επαρκώς;
Όλα έχουν κάτι από αέρα.
Το «τώρα» μπαλόνι.
Πετιέται.
Πέφτει πάνω σου.
Φεύγει.
Και μετά άλλο «τώρα».
Κι άλλο «τώρα».
Κι άλλο «τώρα».
Κι άλλο μπαλόνι.
Κι άλλος άνθρωπος.
Συλλογή στιγμών.
Ανακύκλωση δεν έχει.
Συλλογή ανθρώπων.
Γέμισμα έχει.
Γιατί οι άνθρωποι δεν είναι μπαλόνια.
Είναι άνθρωποι.
Σε αγγίζουν.
Μέσα-έξω.
Είμαστε άνθρωποι.
Μας γεμιζουν άνθρωποι.
Γεμίζουμε ανθρώπους.
Κάποιοι.
Κάποιους.
Τους "ξεχωριστούς" μας.
Έμπνευση.
Εμπνεύσεις διάχυτες σε τροχιά.

Ζωές που κυλούν.
Αυτό δεν είναι μαγεία;
Και στη μαγεία γυμνοί κυλιόμαστε.
Κατρακυλάμε.
Ή ανηφορίζουμε.


Ασυναρτησίες.
Ανάμεσα σε κάτι συναρτήσεις που ξέμειναν στο κεφάλι μου.
Ανάμεσα σε κάτι λογικές στρατηγικές επίλυσης…
Ανάμεσα σε κάτι μεθυσμένες μουσικές…
«Βetter».



ICARUS WINGS... 
The stars conspired to bring me here
on a date like this
the sun beats down upon my prow
like a wounded star


what did you want from me?
why did you bring me here?
i'm facing my foolish fate oh
i'm too high, too close to the sun
i'm too high, my curious Icarus wings
melt from my skin


don't stand, don't stand so close to me
i'll bring you down
but i'll fly, oh i'll fly beneath the sun
you can watch me burn, oh, watch me burn


what did you want from me?
why did you bring me here?
i'm facing my foolish fate oh
i'm too high, too close to the sun
i'm too high, my curious Icarus wings
melt from my skin


i'm too high, too close to the sun
i'm too high, my curious Icarus wings
melt from my skin


i'm too high, i'm too high
i'm too high, i'm too high...


oooh
i'm too high, i'm too high
i'm too high, i'm too high...


oh no, no, no, no, no, no, no...

Tom Baxter

Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

"...ΜΕ ΘΕΛΕΙΣ, ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ..."

«Το τέλος της παράκαμψης
κοίταξε πόσα αυτοκίνητα επιστρέφουν κι έρχονται
καθώς αφήνουμε τα σύρματα πίσω μας
οι μάρκες τους εκτοπίζουν τις λέξεις μας
στέκομαι στο έδαφος
μα δε με θέλεις
χωρίς εσένα, θα είμαι πιο μπροστά από σένα
δεν έχω τίποτα να σου δώσω
κι είναι τόσο δύσκολο να σου εξηγήσω
περισσότερο από κάθε άλλη φορά
γιατί μου αρέσουν τα εργοστάσια
κάθε φορά που κοιτάζω εσένα
ένα ταξίδι από τα γόνατα ως τα δάχτυλα
η αντανάκλαση της σύγχυσης
οι μέρες και τα ισόμετρα πέταλα
η ανακάλυψη του οίκτου
σαν αεροπλάνο πετά και μας εγκαταλείπει
[η χαρά ποτέ]
κι αν δεν ήταν τόσο ωραία εδώ
θα μπορούσα να έρθω μαζί σου
μα έχω βαρεθεί να σου ζητώ συγγνώμη
κι είναι βέβαιο πως δε μπορώ ν' αλλάξω
γιατί ο κόσμος είναι μια χούφτα από εκατομμύρια μόρια
κι η κατανόηση δείχνει ν' αργοπεθαίνει
λεπτό με το λεπτό
αστέρι μ' αστέρι
δορυφόρο με δορυφόρο
δώσ' μου τα χέρια σου
κράτησε μακριά τα ψέματα
χάρισέ τα σ' αυτούς που μπορούν να σε πιστέψουν
θέλεις ν' ακούσεις τόσα πολλά
κι εγώ θέλω να κλάψω
να κοιτάξω το χώμα σαν τη μόνη αλήθεια
σε σκέφτομαι
μέσα από σένα είδα εμένα
τη στρογγυλή άκρη της Γης
την απέραντη ακινησία που επεκτείνει την απόσταση
κι εξαλείφει το φως…»

Στέρεο Νόβα
«Με θέλεις, χωρίς εσένα»
Στίχοι: Κωνσταντίνος Βήτα
Άλμπουμ: Τέλσον

Κι αν οι Στέρεο Νόβα δεν τα έλεγαν τόσο καλά, θα μπορούσα να σου αραδιάσω ένα εκατομμύριο λέξεις.
Και ακόμα περισσότερες.
Όσες ξέρω.
Όσες περιμένεις.
Για τα αυτονόητα.
Αφού αυτονόητα είναι αυτά που περιμένεις:
η στιγμή, η βουτιά, το «αφήνομαι», το αύριο.
Αφού βλέπεις.
Και νιώθεις.
Η λογική, το παράλογο.
Εγώ.
Εσύ.
Εμείς.
Αφού υπάρχουμε.
Αφού τα όπλα τα καταθέτω στο γέλιο σου.
Όλα τα καταθέτω.
Κι αφού ο Σταυρόπουλος στο «Ροκ που παίζουν τα μάτια σου» έγραφε ότι «η λογική είναι μεγάλη πουτάνα».
Τη συμμερίζομαι όμως.
Την καταλαβαίνω.
Σχεδόν τη λυπάμαι.
Δε μετράω.
Δε συγκαταλεγόμαστε σ’αυτό που ονομάζεται ζωή.
Μόνο σ’ ένα «τώρα» έρημο, σχεδόν γεμάτο.
Μπαλόνι.
Φουσκώνει.
Στα χέρια μας.














Ή θα σκάσει ή θα πετάξει.
Θα πάει ψηλά.
Ασ’το μωρέ.
Ας μη σκάσει.
Ας πάει ψηλά.
Ας χαθεί.
Ας ταξιδέψει.
Ας πάει αλλού.
Όπου θέλει.
Ας κάνει ό,τι θέλει.
Ό,τι νιώθει.
Θα τον βρει το δρόμο του.













...........................................

Το άλλο το μπαλόνι το βλέπεις;
Εκείνο το παλιό που χρόνια μετά επιστρέφει;
Σαν τον δολοφόνο στον τόπο του εγκλήματος.
Ζαρωμένο και άχρωμο.
 Το κοιτάω.
Αυτή τη φορά από ψηλά.
Πεσμένο δίπλα μου.
                                           














Το κοιτάω.
Και σκάνε μνήμες πεθαμένες.
Και γυρίζει ο χρόνος πίσω.
Κι ήμουν παιδί.
Και ήσουν «όλα».
Και μετά «κάτι».
Και δεν είσαι τίποτα.
Ή είσαι παιχνιδάκι.
Ναι, αυτό είσαι πια.
Ούτε εγώ θυμάμαι πόσο μικρή ήμουν.
Τα χρόνια είναι χάσμα.
Δε γεφυρώνεται.
Και πέρασαν πολλά.
Χρόνια και χάσματα.
Και χαλάσματα που έγιναν κτίσματα.
Και εσύ μου λες «Come as you are».
Κι εγώ γελάω με ‘σένα.
Κι ας σέβομαι την παλιά παρουσία σου.
Κι ας σε αποκαλώ ακόμα "εμπνευστή".
Το μπαλόνι ξεφούσκωσε.
...Αλλά επέστρεψε.

......................................................

Κράτησέ με μακριά από τα «ποτέ» και τα «πάντα».
Κράτησέ με λογική.
Ενίοτε «δίχως λογική».
Κράτησέ με στη στιγμή.
Μπάσε με μέσα.
Μέρες σκεφτόμουν ποιές είναι αυτές οι στιγμές που έχουν την ικανότητα να με βουτήξουν μέσα τους, να με βγάλουν από τον ρόλο του παρατηρητή, να με πνίξουν.
Τις βρήκα.
Τις άθροισα.
Με βρήκα εκεί.
Ζωντανή.
Και γεμάτη.


Το ένα μπαλόνι στα χέρια.
Περίεργο.
Το άλλο στα πόδια.
Περίεργο.
Κι η καρδιά μπαλόνι.
Πιο περίεργο.




Αλλά οι Στέρεο Νόβα τα λένε καλύτερα.
«Μέσα από ‘σένα είδα εμένα.»
Κι αυτή η παρένθεση:
 «σαν αεροπλάνο πετά και μας εγκαταλείπει
[η χαρά ποτέ]».
Η «χαρά ποτέ» δεν μας εγκαταλείπει θέλει να πει;
Εγώ αυτό θέλω να πω.
Τα παραμύθια μωρέ.
Αυτά τα γήινα, τα όμορφα.
Τα μπαλόνια.
Αντανακλάσεις.
Πάρε ένα γέλιο...
Καν’το αντανάκλαση.
Θα διαρκέσει λίγο παραπάνω.
Λίγο περισσότερο από το «τώρα».
Πάρε κι ένα φιλί.
«Εμείς έχουμε αλλιώτικο νόμο…»


Υ.Γ Με σιγουριά στο λέω. Σημασία δεν έχει τί τραγούδι θες να ακούσεις. Αλλά τί τραγούδι χρειάζεσαι. Αυτό που χρειάζεσαι έρχεται και σε βρίσκει. Μόνο του. Σαν αυτό που ακούγεται.

Υ.Γ 2 Χρύσα, ευχαριστώ...! Στο χρωστάω και από εδώ...!

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

"...ΠΟΣΟ Σ'ΑΓΑΠΩ..."

Αναζητώ.
Αρχίζω.
Αντιλαμβάνομαι.
Απορώ.
Θα ‘θελα και το «Αφήνομαι» ανάμεσά τους.


Αναζητώ τη «στιγμή».
Αυτή τη μαγική στιγμούλα που σε μαγεύει και σε κάνει να αφεθείς.
Δεν αφήνομαι μωρέ.
«Κι αν αφεθώ να ‘χουνε κάπου να με πάνε».
Δε νοιάζομαι για το «πού».
Για να αφεθώ θα έχω εμπιστοσύνη.
Και εμπιστοσύνη να μην έχω, θα θέλω ταξίδι.
Και προορισμό να μην έχω, θα έχω χέρι να κρατάω.
Και ένστικτο έχω.
Ανόθευτο.
Και όνειρα έχω.
Σε κουτάκι κλεισμένα, μισάνοιχτο.
Για να παίρνουν αέρα.
Για να παίρνω αέρα.
Άσε με να τα ονομάζω «στόχους».
«Όνειρα» είναι, με άλλη ονομασία.
Για να μη με τρομάζουν.


Το χρειάζομαι το χεράκι που έρχεται και με παίρνει.
Τις χρειάζομαι τις λεξούλες που δεν ξέρω να διαχειριστώ.
Κι αν το αποτέλεσμα είναι χαμόγελο, τι τις θέλεις τις επεξεργασίες μυαλό μου;


Δεν μου αρέσουν τα παραμύθια.
Τα παραμύθια που λένε στα παιδιά.
Δεν μου άρεσε το «μια φορά κι έναν καιρό».
Κάθε φορά η ίδια έναρξη.
Κάθε φορά «μια φορά…».
Καμία φαντασία.
Πολλές φορές και πολλούς καιρούς.
Και πάντα «ζούσαν καλά κι εμείς καλύτερα».
Εγω ήθελα και συνέχεια.
Ήθελα να ξέρω το «10 χρόνια μετά».
Δεν πιστεύα σε αυτά τα παραμύθια.
Πίστευα στο «κάθε φορά».
Πίστευα στο δικό μου.
Στο δικό σου.
Στων άλλων.
Χωρίς νεράιδες και μαγικά ραβδιά.
Χωρίς πρίγκιπες και πριγκίπισσες.
Με ανθρώπους.
Γήινους.
Με ζωές που διασταυρώνονται.
Με τροχιές μαγικές.
Αυτά είναι παραμύθια.
Τα απρόσμενα.
Με αλήθειες και ψέματα.
Με αγάπη και ένταση.
Με χάδια και λόγια.
Με πράξεις.
Αυτά είναι παραμύθια.
Με ένστικτο που ξέρει ότι θα έρθουν…
Κι όποτε προειδοποίησε είχε δίκιο.
Όχι «μια φορά κι έναν καιρό».
Κάθε φορά και κάθε καιρό.
Αυτά είναι παραμύθια.
Με παραμυθιάσματα και δράματα.
Με εξέλιξη.
Αμοιβαία.
Αυτά είναι παραμύθια.
Με εσένα, εμένα, εκείνον, εκείνη.
Με εμάς.
Αυτά είναι παραμύθια.
Χωρίς «ζήσαν καλά».
Ζούμε θέλω.
Παρόν θέλω.
Και τι θα πει «καλύτερα»;
Ποιο είναι το μέτρο σύγκρισης;
Θέλω να ζούμε καλά.
Αυτά είναι παραμύθια.
Για εμάς.
Να ζούμε καλά.
Εμείς.
Αυτά είναι παραμύθια.
Με αλήθεια.
Με ψέματα.
Με ζωή.
Με παρόν.
Με πνοές ανταλλασόμενες.
Με αγάπη.
Αυτό είναι παραμύθι.
Η αγάπη.
Όρισέ την όπως θέλεις.
Βρες λέξεις, στόλισε τη.
Η ζωή είναι παραμύθι ρε.
Βρες μια οπτική που να σου κάνει.
Καν’τη δική σου.
Για όσο.
Και δες το παραμύθι σου.
Σχεδόν μεθυσμένος.
Σχεδόν μαγεμένος.
Σχεδόν αφημένος.
Η οπτική σου είναι το θέμα.
Η οπτική σου είναι το παραμύθι.
"Perception is reality", λέει ο Δ.


Σαν αστραπή οι λέξεις.
Έρχονται, φωτίζουν, γελάνε.
Γελάνε οι λέξεις.
Γελάνε τα μάτια σου.
Γελάει η ζωή μου.
Οι πράξεις γελάνε.
Απόδειξη χωρίς πράξη υπάρχει;
Δεν…
Βλέπεις;
Δεν τις χρειάζομαι τις λέξεις.
Γεμίζω ένα σακούλι με πράξεις.
Το φυλάω για ‘μένα.
Η απόδειξη αυτή είναι.

Θησαυρός.

Και ενίοτε εστιάζω σε κάτι μετέωρα...
Σαν φιμωμένες μνήμες.
Σαν θυμωμένες χαρές.
Σαν το βλέμμα σου.
Σαν την άνοιξη που φέρνει βροχές.
Σαν τις βροχές που φέρνουν λύτρωση.
Μας ξεπλένουν.
Σαν ανάσταση.
Σαν επανάσταση.
Σαν κάτι που δεν κλείνεται στο στενό κλουβί του ορισμού.


…«Αγάπη μου η ζωή δεν καθορίζεται…»


Συννεφιάζει.
Συννεφιάζεις.
Μα έχεις έναν ήλιο μέσα σου, μάτια μου.
Και σύννεφα στο μυαλό σου.


Κι είπα στην Ε. να φτύσει τα βάρη.
Κι είπα στα βάρη να πετάξουν.
Κι είπα στις λέξεις να φωνάξουν.
Και στις ζωές να ζήσουν.
Να ζήσουν το παραμύθι τους.
Να το αντέξουν.
Να το αγαπήσουν.


Σε ‘μένα δεν λέω τίποτα.
Παρατηρώ.
Και μετά όλα τα «Α».
Αναζητώ.
Αρχίζω.
Αντιλαμβάνομαι.
Απορώ.
Και ενίοτε Αφήνομαι.
Στο παραμύθι μου.
Με το «ζουν καλά».
Με το «ζούμε καλά εμείς».
Αυτά είναι παραμύθια.

Οι άνθρωποι της ζωής σου δεν είναι οι άνθρωποι που σου είπαν τις πιο καλές κουβέντες.
Είναι οι άνθρωποι που σου έδωσαν τα πιο σπουδαία ερεθίσματα.
Που σου άλλαξαν τα δεδομένα.
Που σε έκαναν να αναθεωρήσεις.
Να τολμήσεις.
Να επαναπροσδιορίσεις ιδέες, αξίες, κοσμοθεωρία, εαυτό.
Αυτοί είναι οι ήρωες των παραμυθιών μου.
Πολλοί δεν είναι.
Είναι «όσοι».
Αλλά είναι στην καρδιά μου.
Αυτοί είναι οι ήρωες.
Και αυτά είναι παραμύθια.
Και σ’αυτά αφήνομαι....

Αυτό είναι παραμύθι:



"Παίρνω τη φαρέτρα μου
πόσο απέχει μέτρα μου η τρέλα
γίνε μάτια μου και πέτρα μου
μούτρο για τα μέτρα μου, γέλα..."

 ("Παραμύθι"-Άλκηστις Πρωτοψάλτη)


(όποιος ξέρει αν υπάρχει κάτι αντίστοιχο του mixpod που να σου επιτρέπει να φτιάξεις playlist προσθέτοντας url, ας δώσει τα φώτα του, παρακαλώ...!)




"ΠΟΣΟ Σ'ΑΓΑΠΩ..."


Ούτε μια στιγμή δε μ' άφησες να παίξω
Ούτε μια στιγμή τα χείλια μου να βρέξω
Άρχισα κι εγώ να σου γυρναώ τις πλάτες
και να συναντώ αγγέλους υπνοβάτες


Άρχισες μετά να στέλνεις ποιηματάκια
Με τα κινητά ατάκες και στιχάκια
Έλεγε η καρδιά, αν βρεις αγάπη χτύπα
Στο 'πα μια βραδιά που είχα γίνει σκνίπα
Πόσο σ' αγαπώ...


Δωσ' μου τα φιλιά που μου κρατάς, εκείνα
Τα εφηβικά τα γιασεμιά, τα κρίνα
Πέρασα πολλά για να 'ρθω ως εσένα
Φίλα με δίπλα σού τα 'χω φυλαγμένα
Πόσο σ' αγαπώ...


Ήταν η στιγμή που ήθελα να φύγω
Κι ήρθαν κι οι λυγμοί στα μάτια λίγο λίγο
Έρωτας μπορεί ν' αντέξει αυτή τη γύμνια
Που να συγχωρεί του κόσμου την ασχήμια
Πόσο σ' αγαπώ...


Δωσ' μου τα φιλιά που μου κρατάς, εκείνα
Τα εφηβικά τα γιασεμιά, τα κρίνα
Πέρασα πολλά για να 'ρθω ως εσένα
Φίλα με δίπλα σού τα 'χω φυλαγμένα
Πόσο σ' αγαπώ...


Σταμάτης Κραουνάκης

Δευτέρα 11 Απριλίου 2011

"ΟΛΑ ΜΠΕΡΔΕΥΟΝΤΑΙ ΓΛΥΚΑ..."

Έχεις νιώσει ποτέ ότι οφείλεις να απολογηθείς στον εαυτό σου;
Ότι πρέπει να δώσεις λόγο για τις πράξεις σου;
Έχεις νιώσει ποτέ αυτούς τους κύκλους που εισβάλουν στη ζωή σου ανυποψίαστα;
Έχεις νιώσει ποτέ ότι θυμάσαι περισσότερα απ’όσα θα έπρεπε ή απ΄όσα θα ήθελες;
Έχεις νιώσει ότι μαζί με τον απολογισμό υπάρχει κι η ευγνωμοσύνη;
Δεν ξέρω σε ποιόν.
Στο άπειρο.


Κάνεις ξεσκόνισμα.
Οριοθετείς.
Διώχνεις.
Φτιάχνεις κουτάκια.
Τοποθετείς μέσα σκέψεις, στιγμές, ανθρώπους.
Χωράνε οι άνθρωποι σε κουτάκια;
Χωράνε.
Κι εσύ κουτάκι συμμαζέματος στη ζωή κάποιου άλλου είσαι.


Κάποια στιγμή νιώθεις ότι δεν έχει ούτε μπρος, ούτε πίσω.
Έχουν συσσωρευτεί τριγύρω σου «εκκρεμότητες».
Σου φωνάζουν, σου κλαίνε, κλαίγεσαι κι εσύ.
Χέρια δεμένα εδώ δεν έχει.
Δεν υπάρχει ως επιλογή.
Αρχίζεις και μαζεύεις.
Συμμαζεύεις.
Ό,τι σου περισσεύει.
Ο,τι σου τρώει ενέργεια.
Αρχίζεις και μαζεύεις τις λέξεις σου.
Αρχίζεις και σκοτώνεις αυτές που δε γεννήθηκαν.
Ξεκαθάρισμα και ηρεμία λογικής.


Περνάς το τούνελ του ορθολογισμού.
Το έχεις νιώσει;
Να βλέπεις τα πάντα ευθύγραμμα.
Γωνίες παντού.
Με αγωνίες ισοπεδωμένες.
Με σκέψεις κοφτές.
Με ματιές που φωτογραφίζουν απλώς.
Χωρίς ερέθισμα.
Σαν ζωή που βιώνεται στο «τώρα» της.
Χωρίς «πριν» και «μετά».
Δεν είναι απαραίτητα κακό.
Ούτως ή άλλως έρχεται η στιγμή που αυτό που αδιάφορα σιγοβράζει, ξεχειλίζει.
Και μετά όλα είναι ερεθίσματα.
Σαν δικαίωμα που στερείσαι κι όταν το πάρεις πίσω κάνεις κατάχρηση.
Κάνουμε όλοι καταχρήσεις.
Σε σκέψεις, σε ενέργεια, σε ανθρώπους.
Κατάχρηση ουσίας δεν κάνουμε.
Καλά θα ήταν.
Να προσδιορίζουμε την ουσία και να τη γευόμαστε με μανία.




Καμία φορά τα βλέμματα αποπροσανατολίζονται.
Καμία φορά περιπλέκεται η αλήθεια.
Καμιά φορά ανοίγεις την πόρτα του λαβύρινθου και αποφασίζεις να περιπλανηθείς χαρούμενος μέσα.
Το «άγνωστο» σε σαγηνεύει μωρέ.
Ανοίγεις κι εσύ τις πόρτες σου.
Να μπει όποιος θέλει.
Να μπει όποιος θέλεις.
Με την καχυποψία θαμμένη.
«Να αλλάξουμε για λίγο για εαυτό».
Να ανταλλάξουμε για λίγο εαυτούς;
Να δω τι κρύβεις σε αυτό το μυαλό.
Να γίνω κι εγώ τροχιά ανάμεσα στις τροχιές του νου σου.
Να τρέξω για λίγο και να κλέψω ό,τι μπορώ.
Να μη στο δώσω ποτέ πίσω.
Ενθύμιο.
Δε δικαιούμαι ένα ενθύμιο;
Και ξέρω, κάποια στιγμή θα νιώσω ότι πιάνει χώρο, θα το ονομάσω «περιττό» και θα το ρίξω στα σκουπίδια.
Θα ρίξω κι εγώ μια βουτιά εκεί μέσα.
Μετά θα σκαρφαλώσω σαν να μην τρέχει τίποτα.
Θα περιφέρομαι γύρω από τον γκρεμό και θα σφυρίζω ανυποψίαστα.


Τα τραγούδια υπερβάλλουν.
Πάντα υπερέβαλλαν.
Γι’αυτό τα αγαπάω.
Γιατί εκείνες τις στιγμές επιτρέπονται οι υπερβολές.
Και οι καταχρήσεις συναισθήματος.
Και οι βουτιές στα σκουπίδια.
Και οι πνιγμοί.
Και μετά, πάλι, σαν να μην τρέχει τίποτα.


Τα δεμένα χέρια δεν είναι πρόβλημα.
Τα δεμένα μυαλά είναι το θέμα.
Οι δεμένες σκέψεις.


Είναι αστείος ο τρόπος που περνάς από την κένωση στην πλήρωση και το αντίθετο.
Είναι αστείος ο τρόπος που σωπαίνεις και ακόμα πιο αστείες οι λέξεις που βρίσκεις να πεις.
Είμαστε βγαλμένοι από αστείο.
Από αυτά που δεν έχουν ανακαλύψει το όριο.


Ένα βήμα πιο ‘κει,
Μια οπτική παραπέρα
Και όλα τα ίδια μοιάζουν αλλιώς.
Aνατροπή.
Έρχεται η στιγμή που διαγράφει το προηγούμενο συναίσθημα.
Διαγράφει όλα τα παραπάνω.
Έρχεται θεωρητικά απρόσμενα.
Αλλά υπάρχει και μια αίσθηση «συνέπειας».
Αρχίζει και ρίχνει πινελιές.
Αυτή δεν είναι η «σωστή» αλληλουχία;
Αφού «πρέπει» να υπάρχει ισορροπία.
Και υπάρχει.
Δεν ξέρω πώς.
Δεν ξέρω γιατί.
Δεν ξέρω αν την προκαλείς εσύ.
Ή εγώ.
Υπάρχει.
Το τραγούδι την ονομάζει «κρυμμένη αρμονία».


Υπάρχει αυτή η «κρυμμένη αρμονία».
Στις λέξεις σου.
Στη μνήμη μου.
Στη μνήμη σου.
Στις λέξεις μου.
Και θυμήθηκα εκείνο το μεσημέρι, το γκρίζο, το απόλυτα γκρίζο με μερικές στάλες βροχής, με αλήθειες μισές και το «knocking on heaven’s door» να μας συνοδεύει.
Κατά το ήμισυ.
Το υπόλοιπο ήρθε σε δόσεις.



Η λέξη «ανάγκη» συγγενεύει ετυμολογικά με τη λέξη «αγκαλιά».
Το ήξερες;
Στο λέω για να μην «κατηγορήσεις» ποτέ την ανάγκη για αγκαλιά.
Αφού συνδέονται ετυμολογικά, έχεις κάθε άλλοθι…
Άλλοθι, τι λέξη κι αυτή…
Υπάρχουν στιγμές που μου παρέχουν άφθονα άλλοθι.
Υπάρχουν στιγμές που ανοίγω μια τρύπα και τα θάβω μέσα ζωντανά.
Κι εσύ, υποθέτω.


Νομίζω ότι σπούδασα τις λέξεις για να μη συνηθίσω να τις ξοδεύω άσκοπα.
Δεν τις ξοδεύω άσκοπα.
Δεν τις ξοδεύω καν.
Οι λέξεις έχουν δύναμη.
Δεν είναι παίξε-γέλασε.
Τις μετράω.
Αυθόρμητη δεν είμαι.
Ποτέ δεν υπήρξα.
Το μόνο αυθόρμητο πάνω μου είναι το χαμόγελο και τα χέρια μου.
Αν ποτέ γίνω αυθόρμητη με τις λέξεις, θα είναι υπέρβαση.
Κερδισμένη.
Οι λέξεις είναι το μοναδικό μέσο που καταφέρνει να μετατρέπει το χάος σε κόσμο.
Κι αν σκεφτείς ότι η λέξη «κόσμος» είναι από το «κοσμῶ» και σημαίνει «στολίδι», καταλαβαίνεις ότι οι λέξεις απλώς στολίζουν.
Οι πράξεις, όμως, μαγεύουν.


Η μνήμη παίζει μαζί μου τις τελευταίες ημέρες.
Προβάλλει συνεχώς σκέψεις παλιές.
Και τις αντιπαραβάλλει με πράξεις που ήρθαν μετά.
"Όλα μπερδεύονται γλυκά..."
Και προκύπτει χαμόγελο.
Για πολλά.
Έχει μια ομορφιά αυτό.


Ώρες-ώρες η άνοιξη έρχεται και κάθεται μέσα μου.
Ώρες-ώρες γίνεσαι άνοιξη.

..........................................................................................................

(Α! Υπάρχει και link πάνω δεξιά, αλλά το γράφω και εδώ:
Κάθε Τρίτη, 22:00-24:00 η «Πρωτόπλαστη» κάνει εκπομπή στο moreradio και αναρωτιέται:
«Για όλα φταίει η Εύα…;»
Θα χαρώ να τα πούμε και από εκεί!
www.moreradio.gr)

.........................................................................................................




ΟΛΑ ΜΠΕΡΔΕΥΟΝΤΑΙ ΓΛΥΚΑ


Οι δρόμοι λες κι έχουν αδειάσει
τα φώτα ανάψανε δειλά
δεν έχει ακόμα σκοτεινιάσει
κι όλα μπερδεύονται γλυκά.


Κι εγώ μες στα δικά σου μάτια
πώς βρήκα πάλι τη ρωγμή
και πέφτω με την ίδια ζάλη
την ίδια τρέλα και ορμή;


Δεν είναι πως σε περιμένω
και βρίσκω τρόπο για να ζω
μα κάπου εδώ είν’ αφημένο
ό,τι απόμεινε μισό.


Με φτάνουν τα μικρά σου νέα
με πολιορκούν από παντού
μοιάζει η ζωή σου να ’ναι ωραία
και η καρδιά σου να ’ναι αλλού.


Κι εγώ μ’ αυτή την απορία
που μήνες τώρα κουβαλώ
για ποιά κρυμμένη αρμονία
εσύ είσαι εκεί κι εγώ εδώ.


Δεν είναι πως σε περιμένω
και βρίσκω τρόπο για να ζω
μα κάπου εδώ είν’ αφημένο
ό,τι απόμεινε μισό.


Ο δρόμος φαίνεται μπροστά μου
να ξετυλίγεται ανοιχτός
εγώ ανοίγω τα φτερά μου
μα ειν’ ο ορίζοντας θολός.


Όσο κι αν μου ’λεγες μωρό μου
«εσύ είσαι πλάσμα φωτεινό»
εγώ είμαι εδώ χωρίς το φως μου
και φως μου εσύ δεν είσαι εδώ.


Δεν ξέρω πια να περιμένω
κι ας βρίσκω τρόπο για να ζω
μα κάπου εδώ είν’ αφημένο
εκείνο το άλλο σου μισό.


Οι δρόμοι λες κι έχουν αδειάσει
τα φώτα ανάψανε δειλά
δεν έχει ακόμα σκοτεινιάσει
κι όλα μπερδεύονται γλυκά...




στίχοι: Μελίνα Τανάγρη
μουσική: Ελένη Καραΐνδρου
Μελίνα Τανάγρη