«Αν».
Αναγραμματισμένο.
Της υποτακτικής.
«Να».
Αναγραμματισμένο.
Της υπόθεσης.
Θες να μιλήσουμε για εγκλίσεις;
Η υποτακτική είναι παρεξηγημένη.
Δείχνει να υποτάσσεται, αλλά έχει «Να», «Ας», «Για να».
Να, ας… Για να…
Να μωρέ…
Για να μωρέ…
Η οριστική έχει μια ενοχλητική βεβαιότητα.
Και η προστακτική μου φαίνεται απαιτητική.
Η ευκτική έσβησε στη διαδρομή.
Φυσικά και δεν διαλέγω έγκλιση.
Δεν κλίνω προς τα κάπου.
Κλείνω το μάτι.
Κλίνε μου το πρώτο ρήμα που θα σου έρθει.
Μην κλειδώνεις.
Κλείσε τα μάτια.
Άνοιξε τα μάτια.
Λοιπόν, δεν τις συμπαθώ τις λέξεις.
Έχουν περισσότερο ενδιαφέρον οι περίοδοι που οι λεξούλες αρνούνται πεισματικά να βγουν.
Είναι πιο δικές μου.
Δεν θέλουν να πάρουν αέρα.
Χορεύουν και ξεσπάνε μέσα στο κεφάλι μου.
Συλλαβή-συλλαβή.
Τσακώνονται.
Τα ξαναβρίσκουν.
Πάνε βόλτα.
Φοράνε γυαλιά ηλίου.
Τα βγάζουν.
Φωτίζονται.
Στραβώνονται.
Χάνονται σε δειλινά.
Μετά νύχτα.
Βάζουν κρασί.
Ανάβουν τσιγάρο.
Ακούνε μουσική.
Ψάχνουν άλλες συλλαβές.
Να γίνουν άλλες λέξεις.
Μετά χαζεύουν.
Κοιμούνται.
Ξυπνούν.
Ζουν και αναπνέουν.
Σε λιγοστό χώρο.
Σε άχρονο χρόνο.
Δε μοιράζονται.
Ζουν αυτόνομα.
Ζουζουνίζουν την άνοιξη.
Κρυώνουν το χειμώνα.
Κάνουν ηλιοθεραπεία το καλοκαίρι.
Θεραπεύουν αναμνήσεις το φθινόπωρο.
Κάνουν κύκλους.
Κλείνουν κύκλους.
Ανοίγουν κύκλους.
Κάνουν βήματα.
Σχοινοβατούν.
Βουτάνε σε γκρεμούς.
Κρατάνε ομπρέλα όταν βρέχει.
Πετούν την ομπρέλα όταν βρέχει.
Πετούν.
Περπατούν.
Παραπατούν.
Συμπαθώ την απλή λογική.
Χωρίς δρόμους περίπλοκους, φανάρια και διαβάσεις με χρονοπρογραμματισμό.
Πάντα όμως με κεντρίζει η πολύπλοκη.
Αυτή που για να περάσεις τον δρόμο ψιλοκινδυνεύεις, ακούς κορναρίσματα, γλιτώνεις παρά τρίχα.
Γλιτώνεις;
Αποστασιοποίηση.
Εξ αποστάσεως βίωμα.
Παρατήρηση.
Το θέμα είναι την ώρα που παρατηρείς να κοιτάξεις δίπλα.
Όχι πίσω.
Ούτε μπροστά.
Δίπλα.
Θα ήθελα να αρχίσω να σου μιλάω για έναν «βάλτο».
Για να καταλάβεις ότι τον προτιμώ αναγραμματισμένο.
Στην αιτιατική.
Έναν αναγραμματισμένο βάλτο.
Και δε μου καίγεται καρφί αν βαλτώσει.
Θα 'ρθει μια μέρα
Θα 'ρθεί μια μέρα που θ' αφήσω αυτό το φόβο πίσω μου
Θα γίνει δέντρο και θα παίζουν από κάτω τα παιδιά
Θα είναι χαρτί που στροβιλίζει ο αέρας μακριά
Και θα ξυπνήσω απ' το βαθύ,απ' το μεγάλο λήθαργο
που με κρατάει μακρυά σου παγωμένο και βουβό
Θα είναι μια μέρα γιορτινή όταν θα έρθω να σε βρω
Κάτω απ' του χρόνου τις σκουριές βρήκαν τα μονοπάτια σου
μα το χρυσάφι τα παιδιά το `χουνε κρύψει από καιρό
σε μια θαλασσινή σπηλιά σ' ένα απότομο γκρεμό
Θα `ρθεί μια μέρα που θ' αφήσω αυτό το φόβο πίσω μου
Θα γίνει δέντρο και θα παίζουν από κάτω τα παιδιά
Θα είναι ο καπνός από ένα τρένο που σφυρίζει μακριά
Παύλος Παυλίδης & B-Movies