«…Α, ρε χρόνε αλήτη…».
Δεν μετριέται σε χρόνια ο άνθρωπος.
Δεν είμαστε αριθμοί.
Ούτε τα σκαλοπάτια μετριούνται.
Απλώς ξέρεις ότι έρχεται μια μέρα που ανεβαίνεις.
Που μεγαλώνεις, θεωρητικά.
Ένας χρόνος παραπάνω.
Στο μυαλό, στην πλάτη, στη ζωή.
Γενέθλια!
Κι οι απολογισμοί, χόμπι πια.
Με χαρά τους κάνω.
Βγαίνω και παρατηρώ.
Μα αυτή τη φορά προσπάθησα να με κρατήσω μέσα.
Μέσα στη στιγμή.
Στην έκπληξη που μου έκαναν.
Προσπάθησα να μη βγω.
Να το ζήσω.
Και το έζησα.
Με πλατύ χαμόγελο.
Κυρίως μέσα μου.
Ξέρεις, μετράω ασταμάτημα.
Αξιολογώ ασταμάτητα.
Επεξεργάζομαι ασταμάτητα.
Ο … εύστοχα είπε ότι είμαι «μπλοκαρισμένη».
Και σιγά-σιγά ξεμπλοκάρομαι.
Ξεπαγώνω.
Ξαναπαίρνω τις λέξεις μου, τις χωρίζω σε συλλαβές και τις βάζω σε μέτρα.
Μου είχε λείψει αυτό.
Και το παγωμένο «μέσα μου» πάντα με τρόμαζε.
Λίγη φωτιά από αλήθεια, λίγη φωτιά από χάδι, και ο πάγος λιώνει.
Αυτή είναι η μοίρα του πάγου: να λιώσει.
Αναθέρμανση του «μέσα μου», λοιπόν…
Σιγά-σιγά, ξεκινάω.
Γρήγορα-γρήγορα συνεχίζω.
Να προλάβω…
Ό,τι προλάβω.
Και βουτάω στη στιγμή.
Λούζομαι και βγαίνω να παρατηρήσω.
Να κάνω τον απολογισμό μου.
Να μετρήσω τα «δώρα» μου.
Τους ανθρώπους μου.
Αυτοί είναι τα δώρα μου.
Κι είναι πολλοί.
Και συνειδητοποιώ ότι στους απολογισμούς των γενεθλίων ανθρώπους μετράω.
Όλους.
Του «τώρα» και του «πριν».
Τους θυμάμαι όλους.
Ανεξαιρέτως.
Κι αυτούς που οι δρόμοι μας πια δεν προχωρούν μαζί.
Μα υπάρχει αγάπη.
Και το ξέρουν, ελπίζω.
Γιατί είναι οι «πολύ προσωπικοί» μου.
Και πάντα θα είναι.
(και αυτό το «πάντα» το εννοώ.)
Και ‘σένα, θυμάμαι, εμπευστή, που το μυαλό σου αλητεύει κάπου και κοιμίζεις κάθε αλήθεια σου.
Και 'σένα που νοερά κάπου εκεί ήσουν.
Οι «εκείνοι» μου.
Και οι «τυχαίοι» που γίνονται άνθρωποί μου.
Και μοιάζει παράδοξο.
Οι νέες οπτικές.
Οι νέες αντανακλάσεις.
Τα νέα ερεθίσματα.
Όμορφα.
Και κάνει πολλή χαρά.
Κι οι αγαπημένοι μου πάντα εδώ.
Με μια αγκαλιά να τα χωράει όλα.
Όλα τα μετρήματα.
Όλα τα λόγια.
Όλες τις σκέψεις.
Όλη την αθωότητα.
Οι αγαπημένοι μου.
Που δεν χρειάζεται να τους πω πολλά.
Που οι εξηγήσεις, περιττές είναι.
Που την ενσυναίσθηση δεν τη γνώρισαν στη θεωρία μόνο.
Εμένα μετράω.
Εμένα ανάμεσα στους άλλους.
Εμένα μπροστά στον καθρέφτη μου.
Στιγμές, γεγονότα, σκέψεις, αλλαγές...εξέλιξη.
Kαι, εντάξει, δεν είναι μόνο απολογισμός ανθρώπων τα γενέθλια.
Είναι και στοχοθεσία.
Για το «τώρα» και το «μετά».
Αυτή γίνεται ούτως ή άλλως.
Και τα κίνητρα υπάρχουν.
Διαμομορφώνονται και διαμορφώνουν.
Γενέθλια είναι κι οι ευχές.
Που ντύνονται εμπιστοσύνη.
Γιατί τον εμπιστεύομαι τον χρόνο.
Τον θέλω σύμμαχο.
Και τον έχω σύμμαχο.
Και αυτά που φέρνει, όπως τα φέρνει, έχουν τον λόγο τους…
Κι αυτό δεν είναι χάδι στο κεφάλι να μαλακώσει τον -όποιο- θυμό, πίστη είναι.
Γενέθλια είναι κι η ευχή πριν σβήσω τα κεράκια…
«Let it be», λέω πια…!
Και το εννοώ.
Για όλα!
Κι έχω πολλά «ευχαριστώ».
Και πολλούς ανθρώπους.
Και το πρόσημο βγαίνει θετικό στο μέτρημά μου.
(Κι ας «φοβάμαι πως χάνω το μέτρημα»…)
Χρόνια μου καλά και όσα…!
(«…την Κυριακή σαν ξυπνήσω, γέλα μου…»)
ΔΙΘΕΣΙΟ
Ακριβό μου διθέσιο
καλό μου αμάξι
Που περνάς απ' τ' απαίσιο
ξυστά
Κινητήρα και πλαίσιο
στα 'χω πειράξει
Για να τη βγεις πιο μπροστά
Τη στιγμή που σ' αγόραζα
για να τριπάρω
Το κενό μου εξαγόραζα
δειλά
Την καρδούλα που χώρισα
ίσως να πάρω
Σ' άλλη ζωή πιο καλά
Μη με πας απ' το σπίτι
τ' ακούς, στο Θεό να με πας
Μυρωδιά καταλύτη
εσύ μοναχά μ' αγαπάς
Α, ρε, χρόνε αλήτη
που ανθρώπους κι αγάπες σκορπάς
Μη με φέρνετε σπίτι
τ' ακούς, κάπου αλλού να με πας
Στο λευκό σου αερόσακο
θα ξαγρυπνήσω
Μ' αφημένο το πρόσωπο
σκοπιά
Σ' ένα πάρκιγκ απρόσωπο
θ' αποφασίσω
Ποιόν εαυτό θα 'χω πια
Θα γυαλίζουν οι ζάντες σου
με το φεγγάρι
Δοκιμή στις αβάντες σου
μικρό
Το μηδέν στο διακόσα μας
ποιος θα το πάρει
Μ' όλη τη γη στο φτερό
Μη με πας απ' το σπίτι
τ' ακούς, στο Θεό να με πας
Μυρωδιά καταλύτη
εσύ μοναχά μ' αγαπάς
Α, ρε, χρόνε αλήτη
που ανθρώπους κι αγάπες σκορπάς
Μη με φέρνετε σπίτι
τ' ακούς, κάπου αλλού να με πας…
Άλκηστις Πρωτοψάλτη
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσική: Νίκος Αντύπας