Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

"Σ' έχω τόσο ονειρευτεί..."

Απόψε θα παίξουμε.
Είσαι έτοιμος;
Θα θυμηθούμε.
Βρήκα την τράπουλα.
Θα μοιράσουμε τα παλιά μας χαρτιά και θα παίξουμε.

Μη με παρατηρείς.
Δεν ξέρω αν θα με γνωρίσεις.
Με γνώρισες ποτέ;
Μην απαντάς.
Η σιωπή σου είναι πιο γοητευτική τελικά.
Δεν ξέρεις να παίζεις με τις λέξεις, κι ας τις σπούδασες.
Σου λείπει η φαντασία.
Κι ας είσαι παιδί.
Αλήθεια, είσαι τόσο αφελής ή το παίζεις;
Σου είπα ποτέ ότι δεν αντέχω την αφέλεια;
Σου είπα ποτέ κάτι;
Δεν θυμάμαι.

Κοίτα με.
Με βλέπεις;
Με ακούς;
Ή μήπως βιτρίνα και τα αισθητήριά σου;
Είδες ποτέ λίγο πιο μέσα;
Άκουσες κατι που δεν ειπώθηκε ποτέ;
Μα πώς θέλεις να συνεννοηθούμε;
Με χαζολέξεις;

Έλα, μη φεύγεις.
Απόψε λέμε αλήθειες.
Μεγάλωσες από τότε;
Ή ασχολείσαι ακόμη με τα παιχνίδια σου;
Ψάχνεις ακόμα ήρωες;
Εγώ αναρωτιέμαι αν υπάρχουν.
Κι ας προσπάθησα κάποτε να σε κάνω δικό μου ήρωα.
Ναι, για ‘σένα λέω.
Σε έπλασα και σε έκανα ήρωά μου πριν από χρόνια.
Σε «έφτιαξα» με υπερφυσικές δυνάμεις.
Έβλεπες χωρίς να βλέπεις.
Άκουγες χωρίς να ακούς.
Καταλάβαινες χωρίς να καταλαβαίνεις.
Αγαπούσες χωρίς να αγαπάς.
Πλασμένος ιδανικά.
Και με ιδανικά που μόνο ως έννοιες γνωρίζεις.
Ναι, εσύ.

Δεν έχει νόημα να με κοιτάς.
Ναι ίσως τελικά να μεγάλωσα πολύ.
Ναι, μου μοιάζω και λίγο.
Θες να σου πω;
Έχω κρατήσει το εφηβικό πάθος, μα έφηβη δεν είμαι.
Εσύ όμως είσαι ακόμη παιδί.
Πάντα ήσουν.
Ξέρεις, από αυτά τα παιδάκια που θέλουν να είναι το επίκεντρο.
Που τα κάνουν όλα δυνατά για να τραβούν την προσοχή.
Που λένε ψέματα να τα θαυμάσουν.
Τι νόμιζες, δεν καταλάβαινα;
Μην κοιτάς που δεν τα πολυθυμάμαι πια.
Ναι, εντάξει δεν ήμουν και πολύ έφηβη.
Τουλάχιστον όχι σε ό,τι είχε σχέση με ‘σένα.
Με μπέρδευες.
Παιδί σε αντρικό σώμα.
Κι εγώ έφηβη που προσπαθούσε να φαίνεται γυναίκα για να αντισταθμίσει την ηλικιακή διαφορά.
Μα, έτσι η διαφορά μεγάλωνε κι άλλο..
Γιατί εγώ γινόμουν γυναίκα αλλά εσύ παρέμενες παιδί.
Γιατί τα «είναι» μας τελικά είχαν μεγαλύτερη απόσταση από τα «φαίνεσθαί» μας.
Ναι, σου λέω, το ήξερα κατά βάθος, αλλά ως έφηβη ήθελα να πάω κόντρα στο «κατεστημένο».
Να αποδείξω στους άλλους ότι έχουν άδικο και να μείνω εγώ εγκλωβισμένη στο δίκιο τους.
Έχεις εγκλωβιστεί ποτέ;

Θα σε κοιτάω όσο θέλω.
Μη γυρνάς το πρόσωπό σου.
Αρχίζουν να φαίνονται τα χρόνια σου.
Όχι, μη το παίρνεις κατάκαρδα, θα έχεις πάντα «θαυμάστριες».
Θα σε πλάθουν πάντα τα κοριτσάκια.
Μα θα σε ξεχνούν μετά.
Δεν το έχεις καταλάβει ακόμα;
Αυτή είναι η πορεία…
Ο πάντα προσωρινός θαυμασμός.
Η μετέπειτα ξεφτίλα.
Έτσι είναι.
Όλοι μεγαλώνουν εκτός από ‘σένα.
Όλοι μεγαλώνοντας καταλαβαίνουν εκτός από ‘σένα.

Έλα, μην φεύγεις.
Πού ξέρεις, ίσως κι εγώ να ζήλευα την παιδικότητα σου.
Ίσως κι εσύ να ζήλευες το πάθος και το πείσμα μου.
Όχι, εμείς δεν θα ξανασυναντηθούμε.
Δεν συχνάζω σε παιδικές χαρές.
Προσπαθώ αυτές τις χαρές να τις κάνω μέρος της ζωής μου.
Ναι, ξέρω, δεν ήσουν πάντα χαρούμενος.
Μα συχνάζεις στην παιδική χαρά προσπαθώντας να βρεις μια «πρόσκαιρη» χαρά.
Όχι, εμένα δεν μου αρέσουν τα πρόσκαιρα.
Προτιμώ να βρίσκω αιτίες που μου ανοίγουν δρόμους, προτιμώ να εκμεταλλεύομαι αφορμές.
Και τα δύο όμως κρύβουν κάποια «συνέχεια», δεν είναι πρόσκαιρα.

Εμείς απέχουμε.
Πάντα απείχαμε.
Το χάσμα δεν ήταν δυνατό να καλυφθεί.
Και κανένα εφηβικό πείσμα και πάθος δεν μπόρεσε να το γεφυρώσει.
Άσε που με τα χρόνια μειώθηκε η θέληση.
Μέχρι που πέθανε.

Δεν σε κατηγορώ.
Όχι δεν σε κρίνω.
Σε παρατηρώ.
Απόψε παίζω με τα παλιά.

Και απόψε τελικά δεν παίζω μαζί σου.
Σε έφτιαξα και σε χάλασα.
Απόψε παίζω μόνο με τον καθρέφτη μου.


Σ'ΕΧΩ ΤΟΣΟ ΟΝΕΙΡΕΥΤΕΙ...

Σ’ έχω τόσο ονειρευτεί που δεν ξέρω πια

αν είσαι αληθινή ή μέσα στ’ όνειρο ζεις μονάχα
εσύ στο δρόμο μου, μυστικός ορίζοντας
ήλιος στα μάτια μου, τα μάτια μου κλείνοντας
όνειρο γίνομαι κι εγώ...

γίνεται η θάλασσα βροχή
ποτάμι η βροχή ξανά
που πλημμυρίζοντας τη γη
μας παρασέρνει μακριά
κι όλη η ζωή μας θα χαθεί
σαν κύμα στον ωκεανό
σαν μια βάρκα από χαρτί
σαν πολιτεία στο βυθό

Σ’ έχω τόσο ερωτευτεί που θεέ μου πια ξέχασα
αν σε γνώρισα ποτέ ή στο μυαλό μου σ’ έπλασα
πρόσωπα αδιάκοπα, μπροστά μου περνούν
μα μες στη σκέψη μου οι εικόνες σου γυρνούν
όνειρο γίνομαι κι εγώ...

γίνεται η θάλασσα βροχή
ποτάμι η βροχή ξανά
που πλημμυρίζοντας τη γη
μας παρασέρνει μακριά
κι όλη η ζωή μας θα χαθεί
σαν κύμα στον ωκεανό
σαν μια βάρκα από χαρτί
σαν πολιτεία στο βυθό

Μανώλης Φάμελος