Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

"...Αμνησία..."

Μη μου δίνεις καμία σημασία.
«Αν είχα θάρρος για να πω το έλα, τώρα δεν θα ‘χα τη φωτιά στο αίμα».
Μη μου δίνεις καμία σημασία.
Τα περισσότερα πράγματα στο κεφάλι μου είναι απλά και μετρημένα.
Χωρίς δεκαδικούς.
Χωρίς περίπλοκες πράξεις και λέξεις.
Με περιφέρει μια εκνευριστική άγνοια.
Πέρα απ’τα μετρημένα.
Γιατί πέρα απ’τα μετρημένα υπάρχουν τα αμέτρητα.
Άμμος είσαι μωρέ.
Πώς να σε μετρήσω;
Και που να σε βάλω να χωρέσεις;
Πού να σε βάλω χωρίς να μου δημιουργείς πρόβλημα;
Σε ποιό κομμάτι του εγκεφάλου μου έχεις την αίσθηση ότι χωράς ολόκληρος;
Ολόκληρος και στέρεος.

Το μυαλό είναι χώρος δημιουργίας και εναπόθεσης.
Θα σε τυλίξω και θα σε κάνω δωρο σε μία γωνιά του.
Θα σε στολίσω με ένα πανέμορφο περιτύλιγμα, για να μη σε βλέπω.
Θα σε στριμώξω κάπου απόμερα.
Να μην ακουμπάς τίποτα και κανέναν.
Να μην επηρεάζεις ούτε σκέψεις, ούτε αισθήσεις.
Να υπάρχεις εκεί, σαν δώρο.
Να μη χρειάζεται να δω μορφή.
Να μη μου γεννάς ανάγκες.
Ένα δώρο σε μια γωνιά.
Που κάποια στιγμή θα χάσει τα ωραία του χρώματα.
Ένα περιτύλιγμα ξεθωριασμένο.

Και ρε γαμώτο, στερεύω από επίθετα μαζί σου.
Στερεύω από λέξεις.
Πώς να σε περιγράψω σε ‘μένα;
«Πανέμορφο περιτύλιγμα».
Άκου μαλακίες…
Σε τι χρειάστηκε το περιτύλιγμα;
Η έκπληξη έχει μηδενική διάρκεια.
Ξεχνιέται.
Το περιτύλιγμα θα είναι πάντα αδιάφορο.

Συλλογή.
Θα σε βάλω σε συλλογή.
Σε ποια να σε τοποθετήσω;
Χρειάζεσαι προσδιορισμούς.
Και δεν έχω κανέναν.
Κι ούτε θέλω να σε προσδιορίσω.
Και πάντα βαριόμουν τις συλλογές.
Που τοποθετείσαι ρε γαμώτο;
Να σε βάλω στο κομμάτι «άγνοια»;
«Παράλογο»;
«Θέλω»;
«Φοβάμαι»;
«Εμείς-οι-δυό-ρώτα-με-τι;»;
«Άγνωστοι»;
«Ηλίθιοι»;
«Μαλάκες»;
«Σε ξεχώρισα»;
«Μistake»;
«Στη σταδίου»;
«Αδιέξοδο»;

Πού χωράς ολόκληρος και χωρίς θέματα;
Πού θέτεις θέματα τα οποία είναι ολόκληρα;

Μη δίνεις σημασία στις λέξεις μου.
Παίζουν χωρίς να σε υπολογίζουν και πολύ.
Υπολογίζεις χωρίς να παίζεις και πολύ.
Φοβάμαι χωρίς να με νοιάζει και πολύ.
Με νοιάζεις χωρίς να φοβάμαι και πολύ.
Μπορεί και λίγο.
Μπορεί και καθόλου.

Έλα, μην κολλάς στις λέξεις.
Τα αμέτρητα είναι σε κουτάκια.
Χωρίς περιτυλίγματα και μαλακίες.
Ψιλοκλειδαμπαρωμένα.
Δε ζουν μαζί μου.
Ζουν παράλληλα.
Τα βγάζω να αναπνεύσουν.
Μέχρι να πνιγούν μόνα τους.
Μέχρι να γίνουν αυτόχειρες.
Μετά «δεν τα ξέρω-δεν με ξέρουν».
Πλάτη με πλάτη.

Η ζωή μου σε τάξη.
Κι ό,τι είναι σε τάξη, παραμένει.
Ήσυχο και γλυκό.
Η σημασία μου στην τάξη εστιάζει.
Η ουσία μου δεν έχω ιδέα.
Την αταξία την κάνω λέξεις και την αφήνω να επιβιώνει μέσα τους.
Και μέσα σε τραγούδια.
Την ουσία μου την τυραννάω.

Τα υπόλοιπα είναι ιδέες στεγανές που να μην μπάζουν κρύο.
Ξέρεις, ασφαλείς ιδέες.
Που τις κατέχεις.
Που η «κατάκτηση» δεν σε αφορά.
Που -εντάξει μωρέ- δεν τρελαίνεσαι κιόλας.
Που -δε βαριέσαι- έτσι είναι.
Που -να ‘χεις κάπου να ακουμπήσεις- μωρέ.
Που -άνθρωπος είσαι κι εσύ- μην το ξεχνάς.

Μη δίνεις καμία σημασία στις λέξεις μου.
Αν αντέχεις, βούτα.
Όχι με κλειστά μάτια όμως, μην κλέβεις.
Αν γουστάρεις, βούτα.
Το θέμα δεν είναι να βουτήξεις.
Το θέμα δεν είναι καν αν θα νιώσεις στεγνός ή βρεγμένος.
Το θέμα μάτια μου δεν είναι εδώ μέσα.


Μην παραμυθιάζεσαι.
Παίζω μέχρι να σταματήσω να θέλω.
Θέλω μέχρι να σταματήσω να παίζω.

Μετά ή θέλω πιο πολύ ή δεν θέλω καθόλου.
Το ενδιάμεσο στάδιο λέγεται «αμνησία».

Καλώς ήρθες στην «αμνησία» μου.

(ξέρεις, με ένα ακόμα α- στερητικό.)
...........

«Κι όλα αυτά που θέλω ν' αγαπάω
δε μ'ανατριχιάζουν πια».

Αμνησία

Δεν ξεσηκώνομαι, δεν ψάχνω, δεν ξεσπάω
Δεν προχωράω πίσω ή μπροστά
Κι όλα αυτά που θέλω ν'αγαπάω
δε μ'ανατριχιάζουν πια.

Γύρω μου οι σκιές έχουν παγώσει
κι έχω μείνει με το χέρι απλωμένο
Τι ήθελα να κάνω έχω ξεχάσει
Θα περιμένω ώσπου να θυμηθώ,
Θα περιμένω...

Λιώνουν τα μάτια μου στο φως της τηλεόρασης
Με νανουρίζει μια στριμμένη μελωδία
Όσοι περνούν τη χώρα της απόγνωσης
παθαίνουν αμνησία.

Δεν απορώ ούτε καταλαβαίνω
πώς συνεχίζω να υπάρχω μ'όλα αυτά
Θέλω να βγω από'δω μέσα κι όμως μένω
σε μια ομίχλη που ναρκώνει την καρδιά.

Γύρω μου το τζάμι έχει σπάσει
κι έχω μείνει με το βλέμμα καρφωμένο
Τι ήθελα να δω έχω ξεχάσει
Θα περιμένω ώσπου να θυμηθώ,
Θα περιμένω...


Τρύπες

Στίχοι: Γιάννης Αγγελάκας
Μουσική: Γιώργος Καρράς

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

"...Κανονικά..."

Καμιά φορά έχεις λέξεις που δεν ξέρεις τί να τις κάνεις.
Καμιά φορά έχεις σιωπές, ενώ ψάχνεις για λέξεις.
Καμιά φορά ζητάς ευκαιρίες και δεν σου δίνονται.
Καμιά φορά σου δίνονται ευκαιρίες και το βάζεις στα πόδια.

Παίρνεις τις καλές σου τις λεξούλες και τις πνίγεις.
Ήρεμα-ήρεμα.
Σαν αυτούς που «φεύγουν ήσυχα και λογικά».
Σαν παράπονο που το πνίγει το μυαλό.
Σαν μυαλό που το πνίγει το παράπονο.
Σαν λέξη που την πνίγει η σιωπή.
Και σαν σιωπή που την πνίγουν οι λέξεις.

«Θα» που σκαλώνουν στην πρόθεση.
Προθέσεις που παρακωλύονται από «θα».
Η «θάλασσα» κρύβει ένα «θα».
Της πνιγμένης πρόθεσης.
Η «πρόθεση» κρύβει ένα «θε».
Του πνιγμένου «θέλω».

Θα έμπαινες ποτέ σε ένα καράβι που δεν θα σου έλεγε τον προορισμό του;
Έλα, άσε τα γλυκούτσικα, ποιητικά και φιλοσοφικά…
Θα έμπαινες;
Εγώ όχι.
Κι αν έμπαινα, σε λίγο θα έκανα μια βουτιά και θα γύριζα κολυμπώντας πίσω.
Κι η επιστροφή στη στεριά ταξίδι είναι.
Η συνείδησή μου αγαπά το άγνωστο στη θεωρία.
Η λογική μου όχι.
Ούτε το συναίσθημα.
Το συναίσθημα δεν αγαπά την ανασφάλεια.
Θέλει το καραβάκι να τάζει προορισμούς.
Κι ας λέει ψέματα.
Κι ας λέει ότι θα πάει δεξιά, ενώ πάει αριστερά.
Δεν σε νοιάζει μωρέ.
Ούτε ο εαυτός σου δεν ξέρεις πού πάει.
Θέλεις μόνο να ακούσεις ότι κάπου πάει.
Και το «πουθενά» προορισμός είναι.
Με βιαστικό τέλος βέβαια.
Συμπράττει με την ανασφάλεια το «πουθενά».
Και τις συμπράξεις αυτές δεν τις θέλεις.
Θες τον λόγο για τον χρόνο που ξόδεψες.
Όλοι θέλουμε να κρατάμε στα χέρια μας έναν «λόγο».
Θέλεις να ξέρεις τον προορισμό.
Ο προορισμός μετράει και άσε τις μαλακίες.
Εκεί έξω είναι «ζωή», δεν είναι χαρτιά, δεν είναι οθόνη, είναι αφή, είναι όσφρηση, είναι αισθήσεις.

Μια μέρα θα με κλείσω σε κανόνες.
Και θα παλεύω να τους τηρήσω.
Να με διατηρήσω μέσα τους.
Η διαφορά είναι ότι μέχρι τώρα οι κανόνες με διαλέγουν.
«Ήσυχα και λογικά».

Αυτή τη λογική ησυχία την φοβάμαι.
Και την ήσυχη λογική.
Την ησυχία του «μέσα μας».
Τη λογική για τα «έξω από εμάς».
Κάποια θέματα δεν είναι απόφαση.
Είναι οπτική.

Οι «χαμένες ευκαιρίες» είναι μονάδα μέτρησης.
Βάλ'το αυτό στα υπ'όψιν.

Και μέσα μου στίχοι διάσπαρτοι:
«Για ποια κρυμμένη αρμονία εσύ είσαι εκεί κι εγώ εδώ…»
«…Που δεν μπόρεσα να πιάσω τον κρυφό σου τον ρυθμό…»
«Θέλω να ‘ρθεις και να με βρεις να κάτσεις να τα πούμε».

Πώς χαράζουνε στη φλέβα τύχη κάτι τέτοιοι στίχοι.

Ρε συ στα τραγούδια όλα είναι εύκολα.
Είναι ταξιδάκια αναψυχής.
Με κρυμμένο τραύμα ή θαύμα.
Περιορισμένης διάρκειας.
Άνισης αλήθειας.
Ανυπόστατου εαυτού.
Συμπληρωματικής διάθεσης.
Αγνώστου σύμπαντος.

Fade to next song.
Kαι μετά stop.
Να τελειώνουν γρήγορα τα τραγούδια.
Να χτυπάει το καμπανάκι.
Να νιώθεις το κρύο όταν έχει κρύο.
Τη ζέστη όταν έχει ζέστη.
Τα τραγούδια σε παίζουν ανάποδα.
Ο αέρας τους.
Ο αέρας σου.
Ο αέρας μου.

On Air.
Είμαστε στον αέρα.
Είμαστε ο αέρας.

«Μόνο με αίσθηση κενού….»

Προσοχή στο κενό.
Μεταξύ ανάγνωσης και αντίληψης.

_________________________________

Επειδή μου ζητάτε παλαιότερες εκπομπές, θα προσπαθήσω να τις ανεβάζω πάνω δεξιά, κάτω από το λινκ του σταθμού. Και ευχαριστώ, ε;
_________________________________

Κανονικά


Αφού βρέχει και χιονίζει έξω
έλα να σε παίξω
για να κάνει ένας δεσμός ανταύγεια
φέρτε του σκοτάδια
Κι αν σου πω πως σαν αγάπη μοιάζεις
πες μου που με βάζεις
μόνο μ’ αίσθηση κενού
καινούργια γράφονται τραγούδια


Κανονικά, τυραννικά
γι’ αυτούς που καίνε τη ζωή μοναδικά
κανονικά κι ανήσυχα
γι’ αυτούς που φεύγουν ήσυχα
και λογικά


Αφού βρέχει και χιονίζει χρόνια
δείξε μου συμπόνια
κι ο λυγμός της ομορφιάς στα βάθη
κοίτα τι θα πάθει
προκειμένου να ‘χεις τέτοια λάμψη
πες το κι ας σε κάψει
πώς χαράζουνε στη φλέβα τύχη
κάτι τέτοιοι στίχοι
καμία φορά

Δήμητρα Γαλάνη

στίχοι: Λ. Νικολακοπούλου
μουσική: Σ. Κραουνάκης

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

"...Fairytale..."

«Focus» ή αλλιώς «εστίαση».
Η έλλειψη focus είναι θέμα.
Όταν το μυαλό είναι διάσπαρτο, μην έχεις και πολλές απαιτήσεις από αυτό.
Έχει τα όριά του.
Μέχρι κάπου φτάνει.
Από εκεί και μετά σωριάζεται.
Μπλέκεται.
Φλέγεται.
Μπερδεύεται.
Είναι περίεργα τα μπερδέματα.
Καμιά φορά είναι αποτέλεσμα focus.
Σου έρχεται το παρελθόν.
Προσωποποιημένο.
Ο εμπνευστής.
Του χαμογελάς αληθινά και αυθόρμητα.
(ξέρεις πόσο μου είχε λείψει το αληθινό και αυθόρμητο;).
Και το αφήνεις εκεί.
Στην επίγνωση της αγάπης.
Του «μέχρι εκεί».
Του «παραπέρα δεν έχει».
Του «καταλαβαινόμαστε».
Του «αθωωθήκαμε».
Και χαμογελάς με το «μέχρι εκεί».
Αληθινά και ανθρώπινα.


Και μετά «ανάγκη».
Μην την υποτιμάς.
Ξέρεις πόσο μαλακισμένες είναι οι ανάγκες;
Ξέρεις πόσο μαλάκας μπορείς να γίνεις γι’αυτές;
Σου σκάνε λέξεις:
Τρυφερότητα.
Χάδι.
Αγάπη.
Φροντίδα και προδέρμ.
Ανάγκη ρε.
Και μετά αναμνήσεις ενός παλιού και ξεχασμένου "μαζί":
Εσύ να με βάζεις για ύπνο.
Να με σκεπάζεις και να με χαϊδεύεις μέχρι να κοιμηθώ.
Να μου φτιάχνεις φέτες με μερέντα στις 4 το πρωί.
Αναμνήσεις.
Ύπουλες.
Ύπουλο το ρηματάκι "θυμάμαι".
Πιο ύπουλο όταν σε βρίσκει πάνω στην ανάγκη.
Ανάγκες ρε.
Απλές.
Και ξέρεις ότι ανά πάσα στιγμή μπορείς να πάρεις ένα τηλέφωνο.
Και να ξεσηκώσεις έναν άνθρωπο.
Να του θυμίσεις τη μερέντα και την αγκαλιά.
Και να σου πει ότι δεν την ξέχασε.
Επιβεβαίωση ρε.
«Ανθρώπων έργα».
Ξέρεις πόσο σπουδαίο άλλοθι είναι αυτό;
Η φρασούλα «ανθρώπινο είναι μωρέ», ξέρεις τι παγίδα είναι;
Ανθρώπινη παγίδα μωρέ…
Δε βαριέσαι μωρέ…
Όλοι είμαστε λίγο μαλάκες μωρέ…
Φύσει και θέσει.
Το focus φταίει.
Η ανάγκη φταίει.
Και τι σημασία έχει ποιος φταίει;
Δεν με αφορά.
Τα «θέλω» άλλού γέρνουν.
Και αποφεύγω το focus σε αυτά τα "θέλω".
Και αποφεύγω το focus στο πού γέρνουν.
Και τι σημασία έχει το πού γέρνουν;
Αν δεν ξημερώσει η μέρα που δεν θα μετράμε τα λόγια μας, θα συνεχίσουμε να κάνουμε λάθος focus.
Και να θυμόμαστε παλιές και ψεύτικες ανάγκες.
Να καλύπτουμε λανθασμένα τις ανάγκες.
Να μπερδεύουμε τις ανάγκες με τις «ανάγκες».
Ένα βηματάκι παραπέρα είναι η αλήθεια.
Η ευκαιρία δεν ξέρω πού είναι.
Η θέληση μπλέκεται με κάτι φόβους.
Με ένα φανάρι που είναι πορτοκαλί.
Και δεν ξέρεις αν προλαβαίνεις να περάσεις.
Αν δεν περάσεις, κόκκινο.
Κι εσύ ψάχνεις πράσινο.
Άμεσο.


‘Ωρες-ώρες νομίζω ότι έχουμε εισβάλει σε ένα τραγούδι με επαναλαμβανόμενο κουπλέ.
Δεν πάμε ποτέ στο ρεφραίν.
Εκεί που πας να ακούσεις την περίληψη, το ρεζουμέ, τη δήλωση -stop- και πάλι κουπλέ.
Το ξέρεις αυτό που είχε πει ο Einstein;
«Είναι τρέλα να κάνεις τα ίδια πράγματα ξανά και ξανά και να περιμένεις διαφορετικά αποτελέσματα».


Ρε συ τη λογική μου την κρατώ αλώβητη.
Μάλλον με κρατάει.
Όχι αλώβητη.
Με άμυνες.
Μια μέρα θα συγκεντρώσω όλες μου τις άμυνες και θα βαράω το κεφάλι μου πάνω τους.
Θα προσπαθώ να βγω, να τις ξεπεράσω, θα παίρνω φόρα να πηδήξω και θα κάνω γκελ επιστρέφοντας στο πάτωμα.
Στο τέλος, θα κοιμηθώ στο πάτωμα, θα κλείσω και τα μάτια…


Υπάρχουν κομματάκια ιστοριών που τα αφήνεις μόνα τους.
Η ζωή σου εξελίσσεται χώρια τους.
Αυτά εξελίσσονται με δικούς τους ρυθμούς.
Γεννιούνται, αναπνέουν, βρίζουν μόνα τους.
Μακριά από ‘σένα.
Μακριά από τη ζωή σου.
Είναι αυτά που επιβιώνουν σε κάτι τραγούδια.
Που το «μέσα σου» ώρες-ώρες δεν τα αντέχει.
Τα χτυπάει μέχρι να αρχίσουν να αντιδρούν.
Στο τέλος μένουν αναίσθητα.
Και πιο πολύ έτσι υπάρχουν: αναίσθητα.
Όταν αποκτούν αισθήσεις, ξυπνούν τα ζόρια.
Αισθήσεις και απαιτήσεις.
Και τα περιορίζεις εκεί.
Τα χτυπάς πάλι για να αναισθητοποιηθούν.
Όχι πως σου αρέσει…
Όχι πως σου αρκεί.


Τις ψιλοφοβάμαι τις λέξεις.
Και την απουσία τους.
Θα τις πλέξω, θα τις κάνω τραγούδι.
Ρεφραίν.
Μόνο ρεφραίν.
Από αντίδραση.


Οι ιστορίες που γράφουν μέσα σου είναι αυτές που τις μετράς με γνώμονα το «πόση λογική θυσίασες».
Για να αναπνεύσουν.
Για να αναπνεύσεις.


Μισή λογική.
Μισή αλήθεια.
Μισή απάτη.
Μισή συνήθεια.
Μισή.
Μισεί το άλλο μισό.
Μισώ τα μισά.
Μισά τα όρια.
Όρια τα μισά.
Τα ολόκληρα μην τα πιάνεις.
Απάτη κι αυτά.


Το ξέρεις ότι στη βάση τους όλα είναι τρομακτικά απλά, ε;
Το ξέρεις ότι κάποια στιγμή μέσα σου ξυπνάει ένας εγωισμός γιγάντιος και αποφασίζεις να τα παρατήσεις, ε;
Στο έχω πει ότι όταν αρχίζουν και βγαίνουν αυθόρμητα συμπεράσματα για ανθρώπους κάτι σημαίνει, ε;


Να προσέχεις που χρησιμοποιείς τη λέξη «ανάγκη» πιο πολύ από τη λέξη «αγάπη».
Η μόνη ανάγκη να είναι αυτή που ξεκινάει από εσένα και τελειώνει σε εσένα.
Τα υπόλοιπα να είναι διαλείμματα.
Να πιεις τον καφέ σου, να κάνεις το τσιγάρο σου, να πεις τη μαλακία σου.
Οι υπόλοιποι είναι διαλείμματα.
Στριμώχνονται στο πρόγραμμά σου και κοιτάς το ρολόι σου.


Να προσέχεις το focus.
Υπάρχουν μάτια που το ανατινάζουν.
Υπάρχουν μυαλά που το φοβούνται.
Υπάρχουν λέξεις που το μεγιστοποιούν
Και λέξεις που το ελαχιστοποιούν.


Να προσέχεις τα παραμυθάκια.
Υπάρχουν στιγμές που η κοκκινοσκουφίτσα ντύνεται λύκος και ρημάζει ό,τι βρει μπροστά της.
Και η ωραία κοιμωμένη ξυπνάει μια και καλή.
Και ξεσπάει.
Και οι νάνοι γίνονται γίγαντες.
Να τα ζεις τα παραμυθάκια.
Και να τα κάνεις πραγματικότητες.
Να τα ξυπνάς.
Είναι καλύτερο από το να τα ξυπνούν ανάγκες και παλιές πραγματικότητες.
Κι αν γίνεσαι και λίγο μαλάκας, μη σε νοιάζει.
Μέρος του παραμυθιού είναι.
Και της πραγματικότητας.
Και του focus.
Πάντα κάποιος πρέπει να σε θυμάται για κάτι…
Ανήκεις στο focus κάποιου.
Να τα ζήσεις τα παραμυθάκια.
Αν δεν αρπάξεις την ευκαιρία θα έχεις μόνο μια φαντασία που θα σε βολεύει.
Κι αν κάνεις focus σε βολέματα, «κράτα την άκρη σου».
Αν δε σπάσεις λίγο το βόλεμα, μη χτυπάς το παραμυθάκι.
Άσ’το να βουλιάξει.
Χάρτινο σε νερά.
Να τα προσέχεις τα παραμυθάκια.
Έχουν τέλος.
Και σκοπό.
Κι αν δε βρεθεί ο σκοπός έχουν μόνο τέλος.
"Στ' αλήθεια".


---------------
Το "fairytale" ανήκει στους "Μinor Project", ένα σπουδαίο - και το εννοώ- συγκρότημα τεσσάρων πιτσιρικάδων, εκεί γύρω στα 20. Κυκλοφόρησε πριν έναν μήνα το πρώτο τους album με τον τίτλο "In colors". Μπορείτε να το κατεβάσετε δωρεάν από εδώ: www.antelmamusic.com


Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

"...Το αστέρι κι η ευχή..."

Το τέλος κάθε χρονιάς με τρομοκρατεί και με ανακουφίζει.
Το αποφάσισα.
Οι απολογισμοί δεν είναι συνειδητή διαδικασία.
Κι αυτό το αποφάσισα.
Είναι αυθόρμητη.
Σκάνε τα γεγονότα στο μυαλό.
Σκάνε οι στιγμές.


Η χρονιά που διανύεις είναι ταξίδι.
Συμφώνησα,
Διαφώνησα,
Στενοχωρήθηκα,
Χάρηκα.
Κι εσύ.
Και όλοι.


Η προσπάθεια τον Γενάρη.
Το mail της χαράς και η έναρξη των σπουδών τον Φλεβάρη.
«Η ιστορία κι η ευτυχία».
Ο αγαπημένος σου σταθμός να πεθαίνει.
Μια συναυλία.
Να ξεκινάς εκπομπή.
Να μπαίνουν άνθρωποι στη ζωή σου.
Να σου στέλνουν μήνυμα να περάσεις να πάρεις το εισιτήριό σου για τον Moby δύο ώρες πριν τη συναυλία.
Να χαμογελάς αληθινά κι ευτυχισμένα.
Να διαβάζεις.
Να φεύγουν άνθρωποι από τη ζωή.
«Άνθρωποι, σύννεφα, το μελάνι στα κύματα».
Να ανησυχείς.
Να θυμάσαι.
Να αγαπάς την ανάμνηση.
Να θυμάσαι τον εαυτό σου.
Να γνωρίζεις τον εαυτό σου.
Να συγχωρείς.
Τον εαυτό σου και τους άλλους.
Τους άλλους και τον εαυτό σου.
Να επιστρέφει το παρελθόν.
Να απορρίπτεται το παρελθόν.
Ολοκληρωτικά.
Να θες να γίνει παρόν.
Όχι το παρελθόν.
Η ζωή που παίζει.
Εσύ.
Εγώ.
Εμείς.
Ο κόσμος που θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Το ραδιόφωνο που θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Εμείς, αλλιώς.
Εμείς, έτσι.
Η ζωή που πάντα θα είναι έτσι κι αλλιώς.
Τα «Δειλινά».
Οι λέξεις που καίω.
Οι φόβοι που με καίνε.
«Όταν ο Θεός σε έφτιαξε, σε έφτιαξε για να αγαπάς»
Η «Κυριακή» του Δρογώση.
Η μέρα που θα έρθει και όλα τα τραγούδια θα πάψουν να μιλάνε για ‘σένα.
Εγώ χωρίς εμένα.
Το «Με θέλεις, χωρίς εσένα».
Εσύ...


Τρεις ημέρες πριν το τέλος του χρόνου καταφτάνει μια διαπίστωση και γελάω:
Όταν τα δευτερόλεπτα συνωμοτούν, κερδίζει η αμηχανία.
Η αμηχανία είναι άβολη, αλλά αν σε βολέψει την πάτησες.


Όλα αυτά τα είχα γράψει χθες.


Σήμερα ήρθαν να προστεθούν κι άλλα.
Αν το συναίσθημα μεταφραζόταν σε λέξεις, θα ήταν όλα λιγάκι πιο εύκολα.
Νιώθεις ότι κάτι χάνεις.
Ξέρεις ότι κάτι έχεις κερδίσει.
Αγάπη και ευγνωμοσύνη.
Σήμερα ήρθε ένα τέλος.
Με συγκίνηση.
Συγκινούμαι άρα υπάρχω.
Αγαπάω άρα υπάρχω.
Ευχαριστώ άρα υπάρχω.
Το "από εδώ και πέρα" οφείλει πάντα να είναι καλύτερο.

Τελικά, όσα γεγονότα και να θυμηθείς τη χρονια του απολογισμού, καταλήγεις στον εαυτό σου και σε ανθρώπους.
Ποιοι μπήκαν, ποιοι βγήκαν, ποιοι στάθηκαν.
Ποιοί σε άγγιξαν, ποιοι σε βοήθησαν, ποιοι σε έκαναν να νιώσεις.
"Εσύ μου θύμισες πώς είναι..."

Σήμερα χάρηκα αληθινά μετά από τόσους μήνες για εκείνη τη συναυλία τον Μάρτιο.
Σήμερα ένιωσα ότι ήμασταν εκεί και προσπαθήσαμε.

Και θυμηθηκα.

Έκανα τη χρονιά μια σταλιά και την πήρα στα χέρια μου.
Την κοίταξα με την προσοχή που της έπρεπε.
Ο απολογισμός δεν γίνεται για να γραφτεί εδώ.
Γίνεται για να ξέρεις.
Να θυμάσαι και να ξέρεις.
Έχω πολλά ευχαριστώ.
Αυτό είναι το κέρδος.
Ευχαριστώ για τα ταξίδια αυτης της χρονιάς.


…Στην απόπειρα απολογισμού τα λογάκια δεν είχαν θέση.
Ο Γλ μου κι εγώ συνεννοούμαστε.
Μετά τη βροχή, παίρνουμε παγωτό στο καταχείμωνο και ακούμε το «ανθρώπων έργα».
Κι ο καθένας στο μυαλό του κάνει απολογισμό.
Εκεί γίνονται οι απολογισμοί.
Εκεί υπάρχει και το συναίσθημα.
Όχι στο μυαλό.
Μέσα σου.
Και μέσα μου.


Α, ναι!
Τραγούδια του 2011:
1.Μάθε μου να περπατάω ξανά-Θέμης Καραμουρατίδης
2. One and only-Adele.
Γιατί "you 'll never know if you never try to...".
Aδυναμία.

(Μου ήρθε ένα mail που με ρωτούσε αν υπάρχει κάπου η εκπομπή της Τρίτης που πέρασε..
Υπάρχει. Βάζω και εδώ το λινκ για όποιον: http://www.zshare.net/audio/98083562a58fdb6d/ 
Και ευχαριστώ.)

Δεν έχω σκοπό να χαρακτηρίσω μουσικά το 2011. Τα βαριέμαι αυτά.
Ξέρω μόνο ότι αγάπησα τον παλιό Πάριο. Κι ότι όσες φορές κι αν άκουσα τον Μητροπάνο να το τραγουδάει, δεν κατάλαβα ποτέ τι είναι η σούστα που πήγαινε μπροστά!


Δεν αγαπώ τους χαρακτηρισμούς.
Δεν θα ψάξω να βρω επίθετα να χαρακτηρίσω το 2011.
Γεμάτο ήταν πάντως.


…Σαν αυτό που έγραφα πέρυσι:
«...Είναι όμορφο στο τελείωμα του χρόνου να κοιτάς πίσω και να αντικρύζεις κατηφόρα...»
Κάτι σημαίνει.
Να κρατήσουμε την αστερόσκονη που είναι φτιαγμένη από τα παιδικά μας όνειρα.
Να τη σκορπίσουμε στον αέρα.
Να χρυσώσει τις μέρες μας.
Και τη ζωή μας.
Να πιστέψουμε στα παραμυθάκια.
Της ζωής μας.
Που αν τα κοιτάξεις με προσοχή θα δεις και τα θαυματάκια που σκάνε.


Υγεία και αγάπη. Κλισέ ουσιαστικά και απαραίτητα.

Καλή χρονιά!

(To αστέρι κι η ευχή-Ευανθία Ρεμπούτσικα)

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

"Life in Mono..."

Στο βάθος τους φοβάμαι τους κύκλους.
Τις ιστορίες που επιστρέφουν ξανά και ξανά.
Που είναι σαν υπάρξεις ξεχωριστές.
Αυτόνομες.
Με σώμα αόρατο και πνοή δική τους,
Που θέλουν κάθε φορά να αρπάξουν κάτι.
Που θυμούνται πάντα το δρόμο να επιστρέψουν.
Μεγαλώνουν, αλλά δεν ωριμάζουν.
Κι αν χάθηκες, θα σε βρουν.
Είναι πεισμωμένες αυτές οι ιστορίες.
Θέλουν να πάρουν ό,τι έχουν στο μυαλό τους.
Θέλουν πάντα μια θέση στη ζωή σου.
Όποτε το απαιτήσουν πρέπει να υπάρχει χώρος.
Κι αν δεν υπάρχει χώρος θα δημιουργήσουν.
«Κι έσφαξες τη μια ομορφιά για να πιει το αίμα η άλλη»


Στο βάθος τους φοβάμαι τους κύκλους.
Με αφορούν.
Ακόμα κι αν πιστεύω ότι είμαι έξω από αυτούς.
Ακόμα κι αν πιστεύω ότι κάποιες ιστορίες δεν τις ξύνω.
Τις βλέπω απλώς να κυλούν και δεν είμαι μέσα τους.
Ακόμα κι αν σε βλέπω να κλαις.
Εγώ φοβάμαι.
Φοβάμαι που κλαις.
Φοβάμαι που δεν μπορώ να κάνω τίποτα.
Που δεν σου λέω τίποτα.
Κι ας σε αφορά ό,τι έχω να σου πω.
Σχεδόν σε θαυμάζω που ξεγυμνώνεις τον εαυτό σου.
Μου λες ότι το ξεγύμνωμα με αφορά.
Στο βάθος φοβάμαι τους κύκλους που με αφορούν.


Στο βάθος κάνω σαν να μην υπάρχεις.
Στο βάθος συνυπάρχεις.
Μαζί με άλλους ανθρώπους.
Μαζί με άλλες μνήμες.
Οι άνθρωποι γίνονται μνήμες.
Απ’τη μία το «Έτσι σκληρα» του Πασχαλίδη.
Δυο-τρεις νότες και κατ’ευθείαν μνήμες παλιές.
Έχουν μνήμη τα τραγούδια.
Απ’την άλλη το «Οne and only».
Το φωνάζω σε κάτι αφτιά.
Πεισμωμένα.
Αμυνόμενα.
Κλειστά.
Απ’την άλλη το «Στα είπα όλα».
Μου το φωνάζουν κάτι χείλια.
Και τα δικά μου αφτιά κλειστά.







Έχεις καταλάβει ότι οι άνθρωποι είμαστε παράδοξοι, ε;
Έχεις καταλάβει ότι τα παραπάνω τραγούδια κάποια στιγμή θα αλλάξουν ρόλους, ε;
Έχεις καταλάβει ότι παίζουμε τις μουσικές καρέκλες και κάποια στιγμή θα μείνεις όρθιος, ε;
Και θα βγεις από το παιχνίδι.
Και μπορεί να τραγουδάς εσύ το «Έτσι σκληρά».
Εγώ το «Στα είπα όλα».
Άλλος το «Οne and only».


Η διεκδίκηση κρύβει μια εκδίκηση.
Για κάποιον.
Διεκδικεί κάποιος, εκδικείται κάποιος άλλος, σε διεκδικεί άλλος, εκδικείσαι άλλον.
Τους φοβάμαι τους κύκλους που τρέχουν.
Τα φοβάμαι τα μπαλώματα.
Το φοβάμαι το «άλλα είναι εκείνα που αγαπώ, γι’αλλού γι’αλλού ξεκίνησα».
Τα φοβάμαι αυτά τα «αλλού».
Τα μη εξηγημένα.
Τα παρανοημένα.
Τα αλλοιωμένα.

Δεν φοβάμαι εσένα.
Φοβάμαι εμένα σε σχέση με ‘σένα.

Δεν φοβάμαι εμένα.
Φοβάμαι την τροπή και τον τρόπο.

Δεύτερη ζωή δεν έχει.
Μάλλον γι’αυτό δημιουργήθηκαν οι «δεύτερες ευκαιρίες».
Και οι τρίτες.
Και οι τέταρτες.

Καμιά φορά δεν με αφορά τίποτα.
Καμιά φορά με αφορούν όλα.
Καμιά φορά η ισορροπία είναι παιχνίδι πάνω σε λεπτό, τεντωμένο σκοινί.
Καμιά φορά το σκοινί αντανακλά το πάχος της ισορροπίας.
Καμιά φορά βουτάω στο κενό.
Σε ψάχνω στα κενά των λέξεων.
Σε βρίσκω σε λέξεις που δεν ανακαλύφθηκαν ακόμα.
Καμιά φορά δείχνεις μάταιος.
Καμιά φορά θέλω να «πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι».
«Και ειρηνικά στο διάστημα να κοιμηθούμε».
Να ξυπνήσουμε.
Χωρίς περιορισμούς.
Χωρίς να μας αφορούν οι περιορισμοί.
Ούτως ή άλλως κανέναν έξω από εμάς δεν αφορούν.

Μια μέρα θα καταλάβεις ότι οι λέξεις δε νοηματοδότησαν ποτέ τίποτα.
Όταν τα παράλληλα σύμπαντα γίνουν ένα θα ‘χεις να διαλέξεις μόνο ανάμεσα σε ένα
«ναι» και ένα «όχι».
Που και τότε οι λέξεις δεν θα ‘χουν ισχύ.
Μόνο τα βήματα.
Μια μέρα θα καταλάβεις ότι το «έλα» δε σημαίνει «μείνε».
Σημαίνει «δοκίμασε».
Μια μέρα θα αποδεχτείς ότι η έμπνευση δεν είναι οι άνθρωποι, παρά μόνο οι σκιές τους.

Η μεγαλύτερη ανασφάλειά σου καλύπτεται όταν βρίσκεις ασφαλή χέρια.
Κι όταν τα ασφαλή αυτά χέρια δεν τα θέλεις όσο σε θέλουν.
Η μεγαλύτερη επιβεβαίωση έρχεται από τους ανθρώπους που κάποτε σου δημιούργησαν τη μεγαλύτερη ανασφάλεια και την άφησαν ακάλυπτη.
Ο έρωτας είναι ανασφαλής.
Συμβαίνει να μας ερωτεύονται όσοι δεν ερωτευόμαστε.
Συμβαίνει να ερωτευόμαστε όσους δε μας ερωτεύονται.
Καμιά φορά ταυτόχρονα.
Ένας ηλίθιος κύκλος.
Το νιώθεις ότι είμαστε παράδοξοι, ε;

Τα τραγούδια είναι έρωτες.
Αναμνήσεις ερώτων.
Έρωτας του εαυτού σου.
Τα χέρια σου πάνω στο μυαλό σου.
Το μυαλό σου μακριά από τα χέρια σου.
Οι λέξεις σου διά στόματος άλλων.
Ο έρωτας είναι μοναχικός και δυαδικός συνάμα.
Ο έρωτας είναι αντανάκλαση του εαυτού σου στις ακραίες του εκδοχές.
Ο έρωτας δεν έχει μέσο, μόνο άκρα.
Κάποιος ξεγυμνώνεται.
Κάποιος επιβεβαιώνεται.
Κάποιος ματαιώνεται.
Μπορεί και ταυτόχρονα.
Όλοι τους όμως φοβούνται κάτι.
Κύκλος.
Κι όλοι οι κύκλοι είναι μέρος άλλων κύκλων.
Κι όλοι οι κύκλοι σε αφορούν.


(Επιστροφή στον αέρα και τα τραγούδια!
Κάθε Τρίτη βράδυ, 22:00-24:00, μπορούμε να τα λέμε και από τον αέρα του: www.street-radio.gr
Κι ίσως μάθουμε ποιος φταίει….!)



Life in Mono

The stranger sang a theme
From someone else’s dream
The leaves began to fall
And no one spoke at all
But I can’t seem to recall
When you came along
Ingenue

Ingenue
I just don’t know what to do
The tree-lined avenue
Begins to fade from view
Drowning past regrets
In tea and cigarettes
But I can’t seem to forget
When you came along
Ingenue

Ingenue
I just don’t know what to do

Ingenue
I just don’t know what to do

Ingenue
I just don’t know what to do

Ingenue
I just don’t know what to do

Ingenue

MONO

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

"Vincero, Perdero...."

Ούτε ένα, ούτε δύο…25.
25 χρόνια.
Και τώρα που το γράφω μου φαίνονται πολλά.
Και τώρα που το ξανακοιτάω, μου φαίνονται λίγα.
Και τώρα που το ξανασκέφτομαι, αποφασίζω να μην κοιτάω αριθμούς.

Τα γενέθλια με οδηγούν αυθόρμητα σε απολογισμό.
Θα τον αποφύγω.
Όχι πως δεν έχω να σκεφτώ…
Άφθονα.
Όμορφα.
Αλλά λέω να το αποφύγω.

Όχι πως δε σκέφτομαι.
Αλλά λέω να το ζήσω.
Χωμένη στα βιβλία.
Δεν έχω ξανακάνει γενέθλια με τόσο διάβασμα.
Αλλά, νομίζω, το ζω με χαρά.
...Κουδούνι.
Ανοίγεις την πόρτα.
Μια τούρτα, το τραγουδάκι, κεράκια και αγαπημένοι άνθρωποι.
Έκπληξη!
Άνθρωποι της ζωής σου.
Οι διαδρομές κοινές.
Με λοξοδρομήσεις.
Αλλά κοινές.
Με αγάπη.
Πολλή αγάπη.

Οι σκέψεις τρέχουν.
Μικρόκοσμος το μυαλό.
Σκέψεις σαν τους ανθρώπους.
Τρέχουν.
Τρέχουμε.
Κάτι να προλάβουμε.
Κάτι θα προλάβουμε.
Μακάρι.
Λέω να τις παγώσω τις πολλές σκέψεις για σήμερα.
Ένα pause τον χρόνο μας ανήκει δικαιωματικά.

Τα γενέθλια είναι εαυτός.
Παρατήρηση εαυτού.
Και των αντανακλάσεών του.
Των ανθρώπων, δηλαδή.
Των ανθρώπων που είναι στη ζωή σου.
Όπως τους ορίζει ο καθένας.
Κάποιοι κοντά.
Κάποιοι μακριά.
Κάποιοι κάπου.
(Οι πουθενά δε μας αφορούν.)

Και γενέθλια είναι όσα σε αφορούν.
Και όσοι σε αφορούν.
Κι ας μην κάτσουμε να ψάξουμε πώς και γιατί.
Κάτι ευχές από εδώ.
Κάτι ευχές από εκεί.
Κάτι χαμόγελα.
Κάτι αγκαλιές.
Κάτι επιδιώξεις.
Κάτι στόχοι.
Κάτι όνειρα.
Κάτι σιωπές.
Κάτι φωνές.


Οι άνθρωποι που κάνουν το σκοτάδι σου μέρα είναι οι ίδιοι που κάνουν τη μέρα σου σκοτάδι.
To «στη Σταδίου» είναι δικό σου.
Έχει το όνομά σου επάνω.
Γιατί κάνεις το αντίθετο.
Απίστευτη συνέπεια στο σκοτάδι.
Κουραστικά συνεπής.
Όταν οι άνθρωποι γίνονται συμπεράσματα, να το φοβάσαι.
Όταν νιώθεις ότι δεν σου απομένει τίποτα να κάνεις, να το φοβάσαι.
Τα χέρια δένονται.
Μα όταν δένεται το μυαλό είναι χειρότερο.
Το στόμα δεμένο από καιρό.
Το "Απόψε" του Ιωαννίδη είναι στα αφτιά μου από την ώρα που ξύπνησα.
Τελευταίο, επιτακτικό, με κούραση: "Να 'ρθεις".
Να ΄σπρώξω για λίγο τα συμπεράσματα που έχουν κάτσει στο κεφάλι μου τις τελευταίες ημέρες.
Να τους κλείσω το στόμα.
Να τους κλείσω τη φωνή.
Για λίγο ακόμα.
"Να 'ρθεις".

«Θα χάσω, θα κερδίσω».
Έτσι, γήινα.
Το σύμπαν λέει ότι έτσι πάει, κυκλικά.
Και το εμπιστεύομαι το σύμπαν.
Και τον χρόνο.
Έχει τον τρόπο του.
«Θα χάσω, θα κερδίσω».
Θα ζήσω τη ζωή μου.
Και τον δρόμο μου.
Και το «τώρα».
Το αύριο για αύριο.
Ας περιμένει.
Το θέμα είναι να μην περιμένουμε εμείς.
Ας περιμένει εκείνο.
Κι εμείς μόνο από τον εαυτό μας.

Τα γενέθλια είναι ένας κύκλος.
Στο κέντρο εμείς.
Τριγύρω άνθρωποι.
Και 25 φωτάκια.
Θα μπορούσα να έχω 25 ευχές…
Λέω να έχω δύο.
Η μία bonus!

Τα γενέθλια είναι αγάπη.
Και αγκαλιές.
Και χαμόγελα.
Φέτος είναι μόνο εαυτός.
Δεν έχεις μνήμες.
Δεν θέλει μνήμες.
Εκτός κι αν σκεφτώ 25 διαφορετικούς εαυτούς μου!

To τραγούδι τα λέει καλύτερα.
«Θα χάσω, θα κερδίσω».
Παιχνίδι η ζωή.
Παιχνίδι κι ο χρόνος.
Παιχνίδι κι εμείς, εγκιβωτισμένο.
«Θα κερδίσω».
Οι συμμαχίες με τον χρόνο μετράνε…

Ας είναι χρόνια καλά...
Let it be...!


Vincero, Perdero

Nei sogni che facevo da bambino
vivevo la mia vita come un re,
avevo giorni pieni di sole,
non c'era mai dolore.

Vincero, perdero
la mia vita vivro
io da solo dovro caminare.
Vincero, perdero
la mia strada faro,
giochero la partita della vita.

Ho avuto brevi attimi di gioia,
momenti interminabili di noia,
ho avuto giorni pieni di sole,
io so cos'e il dolore...

Vincero, perdero
la mia vita vivro,
io da solo sapro continuare.
Vincero, perdero
la mia strada ora so,
ma da solo giochero la partita della mia vita.

Un re, io certo non saro,
eppure io vivro...

Vincero, perdero
luci ed ombre io avro
ma da solo dovro continuare.
Vincero, perdero
la mia vita sara
come un viaggio lontano da fare.

Vincero, perdero
la mia vito vivro,
io da solo dovro caminare.
Vincero, perdero
la mia strada ora so...
Vincero, perdero
la partita giochero...
Vincero, perdero
ma da solo...


Mario Frangoulis-Meyra

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

"Κυριακή..."

Όπου υπάρχουν λέξεις δεν υπάρχουν τραγούδια.
Ή είναι απλώς συνοδευτικά.
Όπου υπάρχουν τραγούδια, δεν υπάρχουν λέξεις.
Ή είναι απλώς ενδεικτικές.
Όπου υπάρχουν πράξεις, δε χρειάζεται τίποτα.
Δεν χρειάζονται επικαλύψεις.
Η ζωή είναι εκεί έξω.
Η αλήθεια είναι εκεί έξω.
Και τα παιχνίδια είναι εκεί έξω, επίσης.
Τον ρόλο τον διαμορφώνεις και τον καθορίζεις εσύ.
Το «μέχρι που φτάνεις» το καθορίζεις εσύ.
Τη συνέχεια και το αποτέλεσμα το καθορίζεις εσύ.
Μόνο που χρειάζεται συμβατότητα.
Χρειάζεται αμοιβαιότητα.
Αν εσύ φτάνεις στο 5 κι εγώ στο 10, υπάρχει πρόβλημα.
Αν εσύ αρκείσαι στο 3 κι εγώ στο 6, υπάρχει πρόβλημα.
Αν έγω θέλω αλήθεια κι εσύ παραμύθια, υπάρχει πρόβλημα.
Αν εγώ ξέρω κι εσύ ξέρεις, δεν υπάρχει πρόβλημα.
Αν εγώ καταλαβαίνω, κι εσύ αποφασίσεις ότι καταλαβαίνω, δεν υπάρχει πρόβλημα.
Πρόβλημα υπάρχει όταν δεν υπάρχουν λέξεις.
Πρόβλημα υπάρχει όταν δεν ακούς ανθρώπους.
Όταν δεν σε ακούς.
Πρόβλημα υπάρχει όταν ο άνθρωπος διεκδικεί άνθρωπο, ενώ ο άλλος άνθρωπος διεκδικεί ενδείξεις.
Πρόβλημα υπάρχει όταν δεν αποφασίζεις να το λύσεις.
Κάποιος θα φταίει λίγο, κάποιος πολύ, κάτι θα φταίει, η κωλοζωή, η κωλοκοινωνία, η «λάθος εποχή» που λέει το τραγούδι και όλα θα φταίνε.
Και τίποτα.
Αυτό δεν είναι λύση.
Αυτό είναι οπτική.
Και ανάλωση.


Μια μέρα θα κρατάμε στο χέρι αλήθειες και θα τις ανταλλάζουμε χωρίς δεύτερη σκέψη.
Χωρίς μαλακίες.
Χωρίς να τις αλλοιώνουμε.
Όλοι μας.


Με εκνευρίζει η αξιολόγηση των προθέσεων.
Οι προθέσεις δε με αφορούν.
Δεν επηρεάζουν κανέναν.
Οι προθέσεις δεν αλλάζουν.
Οι πράξεις γίνονται.
Με πρόθεση ή χωρίς.
Να κρατήσουμε το δεύτερο συνθετικό και να τοποθετήσουμε άλλη λεξούλα μπροστά.
Το «εκ-» για παράδειγμα.
Προτιμώ την «έκθεση» από την «πρόθεση».
Πάντα την προτιμούσα.
Προτιμώ πολλά.
Απορρίπτω ακόμη περισσότερα.
Αδειάζω το μυαλό.
Με αδειάζουν άνθρωποι.
Κλείνω τις πόρτες σε όποιο παρελθόν θελήσει να γίνει παρόν.
Ξεκινάω με αμφιβολία.
Τη διατηρώ μια-δυο μέρες.
Και μετά απορρίπτω.
Του δίνω μια-δυο μέρες διορία.
Θυμάμαι για λίγο.
Θυμάμαι μια-δυο γρατζουνιές.
Κοιτάζω μια-δυο φωτογραφίες.
Ακούω μια-δυό λέξεις του να δω τι έχει να μου πει.
Και μετά πάλι στο μπαούλο.
Στο «πριν».
Στο «παλιά».
Απορρίπτω.
Όχι ρητώς.
Σπανίως ρητώς.
Συνήθως εμπράκτως.
Με καθορισμένη πρόθεση.
Η παρελθοντολατρία δεν είναι αγαπημένη μου.
Δε νοσταλγώ το παρελθόν.
Δε με νοιάζει να θυμάμαι το παρελθόν.
Δε με νοιάζει να ξεχνάω το παρελθόν.
Φταίει που έχω αντιληφθεί απόλυτα την ετυμολογία του.


Οι σχέσεις μοιάζουν με τα μοντέλα διαπραγμάτευσης.
Διαλέγεις στρατηγική:
1.Win-win
2.Win-lose
3.Lose-lose
Η τρίτη «καίει».
Μετά τραγουδάς «δε μας συγχωρώ από φόβο χάσαμε».
Κι από άγνοια χάσαμε.
Κι από ηλιθιότητα.
Και από ανισορροπία.
Οριστικά ανέφικτοι.
Όχι.
Υποθετικά ανέφικτοι.
Οριστικά μαλάκες.


Μπήκαμε στο σύστημα των κανόνων.
Φτιάξαμε εαυτούς με κανόνες.
Και θέσαμε όρια.
Όρια αποφυγής ανθρώπινης συναναστροφής.
Να ζούμε με μυαλό.
Να έχουμε πάγο στα χέρια.
Πάγο μέσα μας.
Να αποφεύγουμε επαφή και θερμότητα.
Μη λιώσει ο πάγος.
Μη νιώσει.
Δε νιώθει ο πάγος.
Μπουκώνουμε τις στιγμές με λογική.
Να βρούμε «ηρεμία» και «ψυχραιμία».
Ψυχρ-αιμία.
Κι εκεί πάγος.
Ξέρεις πώς λέγεται αυτό;
«Εύθραυστος».
Εαυτός εύθραυστος.
Με άμυνες.
Και τα έγραφα μέσα στην άγνοιά μου: «…ασ’το να παίξει με τα χώματα…»
Γιατί «υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι», αλλά «υπάρχουν κι άτομα που γίνονται κομμάτια».


Έχω ένα εκατομμύριο κανόνες και ένα εκατομμύριο όρια.
Που δεν τα ξέρεις και δεν τα φαντάζεσαι.
Ένα εκατομμύριο κουτάκια κι ένα εκατομμύριο ορισμούς του «περίπου».
Έχω ένα εκατομμύριο «περίπου».
Και περιπτώσεις που δεν ισχύει τίποτα από τα παραπάνω.
Που κατ’ επιλογήν δεν είναι.
Ξέρεις πώς λέγονται οι περιπτώσεις αυτές;
Αδυναμία.
Αδυναμία.
Αδυναμία μου.


Και μπορεί να μην ήταν Κυριακή.
Μπορεί να μην ήταν καν καλοκαίρι.
Αλλά «ίσως να το ‘χα φανταστεί πως θα σε γνώριζα μια Κυριακή».
«Και ήταν μεσημέρι».
«Ρωτάω αν έχεις μυστικά κι εσύ κοιτάς ψηλά στον ουρανό…»
Κι έδειχνες κάτι αστέρια.
Παγιδεύτηκα.
Παγιδεύομαι κι όταν λες τη φράση "στ' αλήθεια" (σαν τα παιδάκια).
Αυτά τα χαζά είναι οι παγίδες.

Και ας μην ήταν Κυριακή.
Κι ας είσαι απόκοσμος.


…Θα 'ρθει ο καιρός που όλα τα τραγούδια που ακούω θα πάψουν να μιλάνε για ‘σένα.


ΚΥΡΙΑΚΗ

Ίσως να το 'χα φανταστεί πως θα σε γνώριζα μια Κυριακή
Σε μια άδεια πόλη φωτεινή να στέκεις λυγερή απόκοσμη
Μιλήσαμε για μουσική που άλλος κανείς δεν ξέρει
και φάγαμε και ήπιαμε κείνο το μεσημέρι
Θεέ μου ήσουν τόσο όμορφη και ήταν καλοκαίρι

Ρωτάω αν έχεις μυστικά κι εσύ κοιτάς ψηλά στον ουρανό
Τα τσακισμένα όνειρα τα κάνεις να πετούν ψηλά μακριά από 'δω
Τα χέρια σου στα χέρια μου η ανάσα μου η δικιά σου
Ίσως να το 'χα φανταστεί πως θα 'τρεμα μπροστά σου
Τα χέρια μου στα χέρια σου η ανάσα μου δικιά σου

Ίσως να το 'χα φανταστεί
πως θα σε γνώριζα μια Κυριακή
κι όμως δεν είχα φανταστεί
πως θα 'ρθει αυτή η στιγμή
Να φεύγεις μονάχη

Τα χέρια σου στα χέρια μου η ανάσα μου δικιά σου
Να μας ενώνει η μουσική να τρέμω εδώ μπροστά σου
Τα χέρια μου στα χέρια σου η ανάσα μου δικιά σου


Στάθης Δρογώσης-Μαριέττα Φαφούτη
στίχοι-μουσική: Στάθης Δρογώσης

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

"ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ..."

Ή κάτι δεν πάει καλά ή όλα κυλούν ρολόι.
Δεν έχω αποφασίσει.
Το έχεις νιώσει;
Αυτό το ανάμικτο.
Αυτό που αποφεύγεις να προσδιορίσεις.
Που, όμως, δεν σε έχει ανάγκη.
Γιατί αυτοπροσδιορίζεται.
Και σου αυτοσυστήνεται:
«Γεια, είμαι αυτό που ήμουν πάντα», λέει.
Καταφατικά.
Η προτασούλα σου παρέχεται έτοιμη.
Και δεν έχει σημασία αν το πιστεύεις ή όχι.
Ούτε αν σε νοιάζει.
Γιατί με το που το βλέπεις θέλεις απλώς να το πάρεις μια αγκαλιά.
Αυθόρμητα.
Και συγκρατείσαι.
Και απλώς το χαϊδεύεις.
Και δεν έχεις αποφασίσει αν χαϊδεύεις την ιστορία, τον άνθρωπο ή εσένα στην εφηβεία σου.
Σαν τις μνήμες που «μετακόμισαν» πριν μερικές μέρες.
Και δε γίνεσαι πάλι 16, 18, 20.
Ούτε ο εμπνευστής μικραίνει.
Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Και δεν ξέρεις σε τι βάσεις πατάς.
Δεν μπήκαν καν στον κόπο να εισβάλουν οι μνήμες.

Εγώ κι εσύ.
Εσύ κι εγώ.
Στον ίδιο χώρο.
Τόσα χρόνια μετά.
Οι υπάρξεις μας μεγαλωμένες.
Δίπλα-δίπλα.
Και αυτό που κάποτε……….
Μου δίνεται.
Που αν ποτέ σκεφτόμουν με πόση ευκολία θα μπορούσε να μου δοθεί θα γέλαγα.
Και γελάω.
Σε κοιτάζω και γελάω.
Μου φαίνεσαι αστείος.
Μου φαινόμαστε αστείοι.
Μου φαίνεται αστείο.
Με ρωτάς…
Τα απλά.
Που θα μπορούσαν να είναι και αυτονόητα.
Θα…
Σου χαμογελάω.
Ψυχόρμητα.


Δεν ξέρω πώς ορίζεται.
Είμαστε μάλλον δύο φιλόλογοι που δεν θέλουμε ορισμούς.
Κι όσο φιλόλογοι και να είμαστε, τις λέξεις δεν τις χρησιμοποιούμε.
Μπορει να λέγεται κύκλος.
Χωρίς εμπνεύσεις πια.
Ο τίτλος είναι για λόγους συνεννόησης.
Θα ‘σαι πάντα ο εμπνευστής.
Τιμητικά.
Χωρίς εμνεύσεις πια.
Δεδομένο.
Μα και χωρίς τη λέξη «χωρίς».
Δεν υπάρχει «χωρίς» πια.
Και δεν ξέρω αν υπάρχει και χώρος.


Ένα χαμόγελο, μια σύγχυση και μια αμηχανία.
Και κάτι μάτια που τα αγαπάω με όλη μου την αθωότητα.
Ή με όλη την ανάμνηση της αθωότητας.
Ή με όλη την ανάμνηση.
Το πρόβλημα είναι ότι η αθωότητα είναι σχεδόν ξεπουλημένη έννοια.
Όχι.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα.
Είμαστε ακόμα ό,τι ήμασταν πριν 9 χρόνια.
Δυο άνθρωποι που συναντήθηκαν σ’αυτή τη ζωή.
Να λύσουν κάτι.
Να λυθούν.
Είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι, μεγαλωμένοι.
Διαφορετικοί.
Που κρατούν μια ιστορία κάπου μέσα τους.
Που κρατούν.
Σχεδόν μαγικά και σχεδον ηλίθια.
Κρατούν.
Ο ένας τον άλλον.
Κάτι μας δένει.
Απροσδιόριστο.
Κι αυτό που λέγεται «ζωή» δεν μας αφήνει.
Σαν καμπανάκι υπενθύμισης με την υποσημείωση:
«τί ήμασταν ο ένας για τον άλλον».
Τί είμαστε ο ένας για τον άλλον;

Είμαστε οι πιο διαφορετικοί άνθρωποι του κόσμου.
Μα «κάπου θα υπήρχε η ίδια ρίζα».
Και ακόμα εντυπωσιάζομαι που όταν σε βλέπω έχω μια χαρά εφηβική.
Και κάποτε είπα ότι μου πρόσθεσες χρόνια στην πλάτη.
Τα παίρνεις πίσω.
Αλλά δε γυρνάμε πίσω.
Κάπου πάμε.
Σχεδόν παράλληλα.
Οι ζωές μας κάθε τόσο διασταυρώνονται.
Σαν χρωστούμενες.
Δυο ζωές χρωστούμενες.
Ένα «μέλλον» κι ένα «μάλλον» με τόσο κοινή αβεβαιότητα.
«Το "μάλλον" απ’το παρελθόν».
http://www.youtube.com/watch?v=diWPYplQ7T8

Σα να δίνουν κάθε τόσο ραντεβού οι ζωές.
Να θυμηθούμε ότι υπήρξαμε.
Να σκεφτούμε αν θα υπάρξουμε.
Με «μάλλον» και «μέλλον».

Δεν έχω κανένα άλλοθι να με αθωώνει.
Αλλά το πιο περίεργο είναι ότι δεν έχω και τίποτα που να με κατηγορεί πια.
Εννιά χρόνια μετά με άλλα δεδομένα.
Δεν είμαι tabula rasa και δεν μπορείς να γράψεις μέσα μου.
Το αντίθετο.
Ξέρω καλά τι είμαι και αφήνομαι στο να «γίνομαι» και να «διαμορφώνομαι».
Δεν έχω ιδέα τι είσαι.
Δεν έχω ιδέα αν είσαι ό,τι ήσουν.
Δεν είμαι ό,τι ήμουν.
Κι αν είσαι κάτι δεν έχω ιδέα ποιο είναι το «εύρος» σου.
Δεν ξέρω που είσαι, αλλά το πιο σίγουρο είναι ότι δεν ξέρω που είμαι εγώ.

Καμία «λέξη» δεν παίζει μαζί μας.
Μόνο ο αναγραμματισμός της μας παιδεύει μυστηριωδώς: μια ηλίθια «έλξη».
Αδικαιολόγητη πια.
Και δεν πρόκειται για άγνοια.
Πρόκειται για κάτι μοιράσματα που ούτε κι αυτά τα έχω ορίσει.
Κι αν ψάξεις αυτή τη στιγμή τη ζωή μου σε ένα περίεργο «αφήνομαι» θα σταθείς.
Στον χρόνο αφήνομαι.
Δεν ψάχνω.
Δεν πάω γυρεύοντας.
Δεν ξέρω.
Διώκω την τύχη μου.
Μάλλον, με διώκει η τύχη.
Ό,τι τύχη τύχει.
Έχω πάρει ρεπό.
Ο χρόνος τρέχει πιο γρήγορα απ’ό,τι θα ήθελα.
Το μυαλό μου γεμίζει με περισσότερα απ’όσα θα ήθελα.
Οι εγκεφαλικοί εισβολείς σε συγκεκριμένες θέσεις.
Στην πόρτα του μυαλού υπάρχει face control.
«Περιορισμένης διαθεσιμότητας και ενέργειας», γράφει.

Περιορίζω.
Δεν περιορίζομαι.
Άγνοια.
Αμφιβάλλω.
Συνεχώς.
Θα αμφιβάλλω και θα αμφιβάλω.
Για ‘σένα με ένα -λ-.
Για ‘μένα με –λλ-.
Τα κουτάκια που κρατάω σφραγισμένα και τοποθετημένα δεν τα κοιτάω.
Κάποια χαλαρώνουν γιατί δε φοβούνται.
Κάποια κλείνουν πιο σφιχτά.
Αμύνομαι.
«Βόλτα στα σύννεφα που πάντα γυρνάς με τα πόδια».
Και μια αμφιβολία να διέπει τα πάντα.
Γύρω μου.
Μέσα μου.
Αόριστα και οριστικά.
Αόριστοι και μέλλοντες.

ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ

Θα αμφιβάλλεις,
γιατί έτσι παίζεται αυτό
Η φαντασία σου θα βάζει στην αγάπη μου εμπόδιο
Οι συγγενείς σου , οι φίλοι απ'το δημοτικό
Ταινίες με τίτλους όπως: "Η αγάπη το βάζει στα πόδια"


Ο βίος ο σύγχρονος,
το άρωμα σου που σε κάνει ξεχωριστή
Η κάμερά σου που στέκεται στο φούτερ σου και σε κοιτάζω

Κάποιος που υπήρξε
και κάποιος που δεν ήρθε στη σωστή σου στιγμή
Εγώ παράλυτος

κι εγώ που περπατώντας το κορμί μου γυμνάζω

Θα αμφιβάλλω,

γιατί έτσι κουρδίζεται αυτό
Η εμπειρία μου θα υψώνει στο δόσιμό σου εμπόδια
Η απόδρασή μου, οι τσόντες μου σ'ένα φόλντερ κρυφό
Και τα χαρτάκια στο αμάξι από χιλιάδες διόδια


Ο βίος της Τέχνης, το στούντιο,
μ'ένα PC που κρασάρει διαρκώς
Η κάμερά μου που στέκεται στο πιάνο μου και με κοιτάζεις
Κάποια που υπήρξε

και κάποια που μ'έκανε να νιώθω μισός
Εσύ αριστούργημα κι εσύ μόνη το μέικ-απ να βγάζεις

Θα αμφιβάλλεις,

γιατί έτσι πηγαίνει αυτό
Έτσι οδηγείται, έτσι φλέγεται, έτσι ανεβαίνει στη μέρα
Έτσι το μάθαν οι άνθρωποι κάτω από τον ουρανό
Αυτό πιστέψαν οι άνθρωποι

κι αυτό πάει τον κόσμο πιο πέρα
Θα αμφιβάλλω,
γιατί έτσι πρέπει να παίξω κι εγώ
Η φαντασία μου θα βάζει στην αγάπη σου εμπόδια
Είναι ο άγραφος κώδικας, είναι το κοινό μυστικό
Είναι μια βόλτα στα σύννεφα

που πάντα γυρνάς με τα πόδια...

Φοίβος Δεληβοριάς

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

"ΦΙΛΕΝΑΔΑ..."

(το mixpod αρνήθηκε να συνεργαστεί. Το τραγούδι της ανάρτησης εδώ: http://www.youtube.com/watch?v=esrHNcemFqY )

Δίνεις στα πράγματα τη διάσταση που αντέχεις.
Δίνεις στα πράγματα τη διάσταση που έχεις ανάγκη.

Ώρες-ώρες μου φαίνεται αστεία η διαμόρφωσή μας.
Και οι από κοινού ζωές μέσα στις ζωές.
Είμαστε κομμάτια ιστοριών.
Ανά δύο ή και ανά παρέα.
Μοιραζόμαστε κομματάκια ζωής.
Κι είμαστε ζωές μέσα στις ζωές.
Οι άνθρωποι μέσα μας είναι ιστοριούλες γραμμένες κατά κάποιον τρόπο.
Κάποτε ξεθωριάζουν.
Κάποτε ξαναγράφονται.


Οι αναμνήσεις, ακόμα κι αν πακετάρονται, δε μετακομίζουν.
Υπάρχουν χώροι που σε έχουν κλειδώσει μέσα τους για πάντα.
Υπάρχουν γέλια που θα αντηχούν για πάντα.
Υπάρχουν δάκρυα που πότισαν για πάντα.
Και μουσικές που κλειδώθηκαν σε χώρους για πάντα.
Ακόμα κι αν ξεκαρφιτσώθηκαν οι φωτογραφίες.
Ακόμα κι αν έφυγαν οι μοκέτες που είχαν καεί από τα τσιγάρα.
Ακόμα κι αν δε σου κάνουν τα ρούχα που φορούσες τότε.
Ακόμα κι αν χάθηκαν τα τετράδια που έκλειναν τραγούδια και ραβασάκια.
Ακόμα κι αν έσπασαν τα cd που είχες γράψει και ξαναγράψει.
Η εικόνα της ξανθούλας, αρχές Σεπτέμρη, που παίζει βόλεϊ στα κάγκελα, θα μείνει για πάντα στο μυαλό μου.

Ραντεβού στο «καρπουζόμερος» για τσιγάρο.
Ραντεβού στην ταράτσα, κρυφά, να προσπαθήσουμε να σύρουμε αργά τις καρέκλες, να μη μας ακούσουν.
Γιατί να τις σύρουμε;
Αφού κάτω θα κάτσουμε.
Και θα γυρίσουμε με βρώμικα ρούχα, μέσα στη σκόνη.
Και θα βάλουμε το στρώμα στο σαλόνι.
Εσύ θα κοιμάσαι κι εγώ θα διαβάζω λατινικά και θα σηκωθώ το πρωί να πάω στο φροντιστήριο.
Θα σου πω για τον Χρήστο.
Θα μου πεις για τον Παναγιώτη.
Θα παμε στο μικρολίμανο.
Θα παραγγείλουμε breezer καπούζι ή freddoccino.
Θα καπνίσεις.
Θα κοιτάμε τον Αλέξη και τον φίλο του.

Και μετά θα έρθεις στο σχολείο μου.
Θα πάμε στον αγιασμό με τα πόδια.
Θα σε φωνάζω «καινούργια»!
Θα σε γνωρίσω στα παιδιά και στους καθηγητές.
Θα κάτσουμε στο πρώτο θρανίο.
Θα πίνουμε φραπέ.
Θα σου κάνει παρατήρηση ο διευθυντής.
Θα γελάω και θα κρύβω τον δικό μου καφέ κάτω από το παλτό μου.
Θα ανεβαίνω στις καρέκλες και θα κάνω τον μπατμαν.
Θα ανεβαίνεις στον πίνακα να λύσεις ασκήσεις μαθηματικών και θα γελάς.
Κι εγώ θα διορθώνω όλα τα ορθογραφικά του Νικολακάκη.
Θα με σπρώχνεις και θα μου λες να βγάλω τα ακουστικά κάθε φορά που η καθηγήτρια θα στέκεται από πάνω μου.
Κι εγώ πάντα θα εκνευρίζομαι και θα σου λέω «δε με νοιάζει».
Και θα λέω ότι θα γίνω φιλόλογος.
Και θα λες ότι θα γίνεις ψυχολόγος.
Και θα διαβάζουμε.
Και θα αναστατώνουμε το σχολείο.
Θα μοιράζουμε γλειφιτζούρια στα παιδιά.
Θα σε τραβάει η Αναστασίου από το ένα χέρι κι εγώ από το άλλο μέχρι να πέσεις κάτω.
Θα κάνεις ότι στέλνεις μήνυμα κι εγώ θα κρεμάω σε ένα κορδόνι τα στυλό μου.
Θα έχουμε ένα βιβλίο και οι δύο.
Θα κάνουμε ότι χτύπησα.
Θα πάρω αποβολή και θα ζητάς να πάρεις κι εσύ.


Μετά θα βγούμε στο μπαλκόνι.
Θα κάνουμε πως διαβάζουμε και θα κοιτάμε τον τύπο που φτιάχνει το πεζοδρόμιο.
Θα μου πετάς τσιγάρα.
Θα τραγουδάμε.
Θα λέμε ότι η Μαριέττα πάει νηπιαγωγείο κι ο Δημοσθένης στο τρελοκομείο.
Κι ο Χρήστος αδέσμευτος.
Θα ποντάρουμε να βρούμε την ηλικία του.
Η Κάτια θα σου πετάει βιβλία στο κεφάλι.
Εσύ θα βάζεις επιδέσμους στο χέρι και θα λες ότι δεν μπορούσες να γράψεις.
Εγώ θα γελάω.
Θα οργανώνουμε πάρτυ με σπανακόπιτα και κεράκια.
Θα μαθαίνουμε για γάμους και η «κυρία-Ντένη» θα παίρνει τηλέφωνο να επιβεβαιώνει.
Κι εγώ θα ακούω «τα ήσυχα βράδια» στην ίδια γωνιά.
Πάνω στο κρεβάτι σου.
Θα καπνίσω πρώτη φορά κι εσύ θα με μαλώσεις.

Θα δώσουμε πανελλήνιες.
Θα λες ότι θα πέσει Ελύτης.
Θα τραγουδάς στο αμάξι στον μπαμπά σου «shut up, just shut up».
Θα μου δείχνεις το άλλο σου σπίτι…
Θα τρέμω τι θα πέσει στα αρχαία.
Θα ασχολούμαι με τον Χρήστο.
Ο Βασίλης θα μοιάζει με τον Χατζηγιάννη.
«Αυτή η νύχτα μένει» και θα μένει για πάντα.
Θα τρως σοκολάτα μετά το φροντιστήριο.
Εγώ θα κάνω δίαιτα.
Θα μου λες «στην πουτάνα πουτανιές δεν κάνουν».
Θα κοιτάς κάποιον άλλον και θα εμφανίζεται μπροστά σου ο Μάρκος.
Θα με ρωτάς κάθε Τρίτη βράδυ τι έχουμε να διαβάσουμε στη φιλοσοφία.
Δεν θα έρχεσαι ποτέ στο μάθημα της φιλοσοφίας.
Θα ακούμε Χατζηγιάννη.
Θα τραγουδάμε «Πώς χάνω τον έλεγχο».
Θα λέμε στους καθηγητές να μιλήσουμε για το «θελώπρεπο».
Θα μου κόβεις τούφες από τα μαλλιά με το ψαλιδάκι σου.
Θα σβήνω γράμματα από τα βιβλία την ώρα που διαβάζεις.
Η Φάκου θα σου πιάνει την κουβέντα.
Θα ζωγραφίζουμε το απουσιολόγιο.
Θα γίνουμε εφορευτική επιτροπή και θα βγάλουμε πρόεδρο όποιον θέλουμε έμεις.
Και δεν θα πάρει κανείς χαμπάρι.


Η μαμά σου θα ρωτάει τη μαμά μου σε ποιο φροντιστήριο θα πάω.
Η μαμά μου θα θέλει να κάνουμε παρέα.
Εγώ θα θυμώνω με τη μαμά μου.
Κι εσύ θα με συμπαθείς.
Εγώ θα σε λέω ψεύτικη και θα απορώ γιατί χαίρεσαι κάθε φορά που με βλέπεις.
Και θα σου δώσω ένα πουκάμισο για την παρέλαση.
Θα μου πεις για τον Αλέξη.
Θα σου πω για τον Μιχάλη.
Θα μου πεις για τον Κορκολή.
Θα σου πω για τον Σχοινά.

Θα σχεδιάζουμε τη συγκατοίκησή μας.
Θα έρχομαι στο σχολείο όταν θα ξαναδίνεις πανελλήνιες.
Θα αποφασίσουμε να κάνουμε αγγλικά.
Θα γράφουμε στίχους στα βιβλία μας.
Θα έχεις ντοσιέ πολύχρωμα.
Θα έχω πολύχρωμα στυλό.
Θα παίρνουμε αυτοκόλλητα.
Θα μου δώσεις ένα σαπούνι με μια τίγρη.
Θα φωνάζεις "νιάου γάτα".

Θα δώσουμε πανελλήνιες.
Θα φύγω.
Αλλά θα είμαι εκεί.
Θα φύγω.
Αλλά θα είσαι εκεί.
Και θα ξανάρθω.
Και θα έρθει και η ξανθιά.
Θα κάνω την καλόγρια.
Θα κάνεις τη Ζαΐρα.
Η ξανθιά θα μας εξηγεί για τον συνδικαλιστή.
Και θα τραγουδάει Καλομοίρα.
Θα πίνουμε χυμό μανταρίνι.
Και θα συναντιόμαστε στο παρκάκι.
Και θα τραβάμε βιντεάκια.
Και θα λέω για τον Χρήστο.
Εσύ για τον Προ.
Η ξανθια για τον Γιώργο.
Και θα ακούμε «Πόσο πολύ σ’αγάπησα» και θα κλαίμε.
Και μετά θα γελάμε.
Θα πάμε στη συναυλία του Θηβαίου και δεν θα αντέχουμε.
Θα πάμε στο «Γρηγόρη» και θα βάζουμε μαντήλια στο κεφάλι.
Θα βλέπουμε γραμμένο «Όλη μου ζωή συνενοχή και πώς γουστάρω κάτι απογεύματα με καφέ και τσιγάρο».
Θα πιάσουμε δουλειά.
Θα παίρνουμε τηλέφωνο στα lay’s.
Θα παίρνουμε τηλέφωνο όλα τα telemarketing.
Θα κάνουμε φάρσες συνέχεια.
Θα πάμε Καστοριά ανύποπτα.
Θα λέμε ότι «ο Άγγελος είμαι από Λιβανάτες».
Θα μου παίρνεις αυτοκόλλητα.
Θα προσπαθείς να με κάνεις να γελάσω τα Χριστούγεννα.
Θα κάνουμε μαζί Πρωτοχρονιά.
Και Πάσχα.
Θα διαβάζουμε ιστορία κατεύθυνσης.
Θα έχουμε την ίδια λαμπάδα.
Με κατακόκκινη πασχαλιά.
Θα πηγαίνουμε στα Πατήσια και θα λέμε «Φως».
Με μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και μαύρο παλτό.
Θα μετονομάσουμε τις "τύψεις" σε μπάμιες.
Θα "κάνω" πάντα καφέ με τον αφρό να καλύπτει τα 3/4 του ποτηριού.
Θα φτιάχνεις πάντα νερουλούς καφέδες.
Αλλά θα τους πίνουμε.
Θα έχουμε πάντα τα BF ως έσχατη λύση.
Θα στοχεύουν στο μπαλκόνι.

Θα διαβάζουμε τις εξεταστικές.
Θα βγαίνουμε στο μπαλκόνι και θα λέμε πώς θα ήταν η ζωή αν δεν είχαμε εξεταστικές.
Θα πίνουμε πάντα ούζο με χυμό.
Θα μου δίνεις το lap top σου όταν χαλάει το δικό μου.
Θα έρχεσαι στις 4 το πρωί στο σπίτι να σκοτώνεις κατσαρίδες.
Θα σου μαγειρεύω μακαρόνια με λουκάνικο γαλοπούλας.
Θα φωνάζεις «ππππποντίκι».
Θα ακούμε το «αερικό».
Θα νοικιάζουμε συνέχεια το «οι άλλοι», αλλά δεν θα δούμε ποτέ αυτή την ταινία.
Θα μπαίνουμε κι οι τρεις μαζί στις συναυλίες κι ας έχουμε διπλή πρόσκληση.
Θα ακούς Ελευθερία.
Θα χορεύεις «τα κορμιά και τα μαχαίρια».
Θα ακούμε τα «παιδιά των δρόμων» και το «combo-combo» και θα χορεύουμε χαρούμενες.
Θα με κοροιδεύεις για το «καροτσέρη» που θα είναι πάντα «καρότσερη».
Η ξανθιά θα ρωτάει ποιο είναι το όνειρο του Γιάννη.
Θα διαβάζουμε κι οι τρεις «το ροκ που παίζουν τα μάτια σου».
Θα θέλω πάντα τον Χρήστο.
Θα θέλεις πάντα τον Προ.
Η ξανθιά θα θέλει πάντα τον Γιώργο.
Θα μείνουμε για πάντα στην ίδια ηλικία.
Πάντα μία θα είναι ξενιτεμένη.
Θα συναντιόμαστε στο μικρολίμανο και θα τραγουδάμε.
Εσύ θα τσακώνεσαι με περαστικούς και ταξιτζήδες και θα λες ότι "τους έχεις".
Θα κλέβουμε μπλούζες απλωμένες και μανταλάκια.
Θα φωνάζω «Σάάάάββας» και «γατούληηη».
Θα ακούμε μέσα στο μετρό την "υβρεοπομπή" και θα την τραγουδάμε.
Θα σου κλείνω το στόμα στον ηλεκτρικό.
Θα τρομάζεις τις γιαγιάδες που κάθονται δίπλα μας στο λεωφορείο.
Θα φωνάζεις δυνατά "όόό,τι θέέέλωωω".

Και θα καθόμαστε στο ίδιο κρεβάτι.
Στην ίδια μοκέτα.
Με τον βάτραχο δίπλα.
Με την κουβέρτα που θα καίω με το τσιγάρο μου.
Με τις στάχτες που θα πετάω έξω από το τασάκι.
Θα κάνουμε κι οι τρεις το τσιγάρο του ύπνου.
Θα λέμε όλες τις λέξεις στον πληθυντικό: αγάπες και αλήθειες.

Θα πάμε πενθήμερη.
Θα φροντίζεις όλους τους μεθυσμένους.
Θα χορεύουμε τσιφτετέλι.
Θα φωνάξουμε την αστυνομία να χαλάσουμε το πάρτυ του αχώνευτου.
Θα κλειδωνόμαστε στις τουαλέτες για να καπνίσεις και μετά η Αναστασίου θα λέει ότι εγώ είμαι η ένοχη.
Θα λέω στη Φάκου ότι θα έρθω στο νοσοκομείο και θα σου φέρω λουλούδια από εκείνη και δεν θα μου βάζει απουσία.
Θα σε σπρώχνω να μπεις πρώτη στην τάξη.
Θα ονομάσουμε το μπαλόνι "Βλάσση".
Θα βγάλουμε όνομα στο κολάρο.
Θα πάρουμε χρυσόψαρο.
Θα δίνουμε ραντεβού έξω από τον παιδικό σταθμό για να τσακωθούμε.
Θα κάνω πάντα κατακόρυφο στην πόρτα σου.
Θα μετακομίσουμε στο τελευταίο θρανίο.
Θα λέω ότι δεν υπέγραψε το απουσιολόγιο ο καθηγητής της προηγούμενης ώρας και θα σε παίρνω μαζί μου να πάμε να τον ψάξουμε.
Κι εμείς θα κάνουμε βόλτες στους διαδρόμους.
Θα με ψάχνεις και θα με βρίσκεις στη βιβλιοθήκη να παρακολουθώ dvd για τον Πρωταγόρα.
Θα σου μιλάω για τα αρχαία και θα λες ότι μυρίζει παρελθόν και σκόνη.
Η ξανθιά θα ψάχνει να βρει τον λόγο που διαβάζουμε ιστορία και θα λέει: «περασμένα, ξεχασμένα ρε αδερφέ».
Δεν θα διαβάσω ποτέ Βιολογία.
Θα λέμε στον Σωτηρόπουλο να ποζάρουμε να μας βγάλει φωτογραφία.
Θα με ρωτάει για το περιβάλλον και θα του λέω για το DNA.
Θα πηγαίνουμε στον Κάλαμο και θα κάνω μπάνιο με τα ρούχα.
Θα κανονίζουμε πάντα διακοπές για τρεις και μετά θα τσακωνόμαστε.
Και θα μείνουμε κι οι τρεις στην Καστοριά.
Εκεί.
Στα γενέθλιά σου.
Θα γελάμε.
Δεν θα μεγαλώσουμε.
Θα τραβάμε βίντεο.
Θα μιλάω ακατάπαυστα και θα απορείτε αν έχω μεθύσει.
Κι εγώ δεν θα έχω πιει ούτε μια στάλα αλκοόλ.
Θα παλεύετε να με μεθύσετε.
Και να με φιλήσετε.
Η ξανθιά θα παλεύει να πει «πο-τ-οκάλι».
Θα πάμε για καφέ στο πασαλιμάνι και θα έρθει μια τρελή να κάτσει στο τραπέζι μας.
Και μετά θα μπεις στο παιδικό τρενάκι.
Ο Χρήστος πάντα θα μου δίνει κίνητρα, έμπνευση, θα τον συναντάω πάντα κρυφά και θα σας το λέω μετά.
Ο Προ θα έρχεται πάντα κάτω από το σπίτι σου και θα του χτυπάμε πάντα παλαμάκια όταν θα χορεύει τη «μολυβιά».
Ο Γιώργος θα λέει πάντα την ξανθιά "κορίτσι μου" και θα μιλάμε πάντα για την Κρήτη.

Μετά θα μείνουμε ξαπλωμένες στη μοκέτα.
Αυτή που έχει στίγματα από τις καύτρες μου.
Με τις φωτογραφίες από τον εκτυπωτή μου στον τοίχο.
Θα ξαπλώνεις στη φουσκωτή μπλε πολυθρόνα-κρεβάτι.
Κάθε φορά που γυρνάω από Κρήτη.
Θα κλαις από τη χαρά σου.
Θα σου λέω ότι βλέπω φοίνικες.
Και θα είμαι δίπλα.
Θα είμαι δίπλα.
Θα είσαι δίπλα.
Θα είμαστε δίπλα.
Και δεν θα κάνουμε ποτέ αγκαλιά αποχωρισμού.
Θα λέμε πάντα «θα τα πούμε αύριο».
Κι ας είμαι στην Κρήτη.
Κι ας είναι στην Καστοριά η ξανθιά.
Και θα λέμε πάντα «μη χαθούμε».
Και μετά θα γελάμε.
Και δεν θα μεγαλώσουμε.
Κι ας μεγαλώσαμε.
Κι ας ξεκαρφιτσώθηκαν οι φωτογραφίες.
Κι ας έφυγε η μοκέτα.
Κι ας πετάχτηκε η κουβέρτα.
Κι ας μη μου πετάς τσιγάρα.
Κι ας μη σου φέρνω γάλα και παγάκια για τον καφέ.
Κι ας μην έρχομαι από εκεί για καφέ.
Κι ας μην πηγαίνουμε στην ταράτσα να βλέπουμε αστέρια.
Κι ας μην τραγουδάμε καημούς.
Κι ας μη μιλάω πια για τον Χρήστο.
Κι ας μη μιλάς για τον Προ.
Κι ας μη μιλάει η ξανθιά για τον ναυτικό.
Έγινα φιλόλογος τελικά (κι ας ξε-έγινα!).
Έγινες ψυχολόγος.
Έφυγαν και τα τελευταία πράγματα.
Έμεινε ένα κιούπι στο μπαλκόνι.
Μπορεί να έχει μέσα κάνενα BF όταν θα ξεμείνω από τσιγάρα.
Ή κανένα χαρτάκι από αυτά που γράφαμε.
Κι ένα ζευγάρι κλειδιά από το σπίτι σου στο ντουλάπι μου.
Κι ένα σπίτι γεμάτο αναμνήσεις.
Άδειο από έπιπλα.
Κι έτσι όπως κοιτάω δίπλα νομίζω ότι βλέπω ένα 10χρονο ξανθό, χαρούμενο κοριτσάκι να παίζει βόλεϊ.
Κι εγώ ένα στριμμένο 10χρονο…!
Να δεις που θα είμαστε στην ίδια τάξη……





ΦΙΛΕΝΑΔΑ

Σαν αστεράκι κάτω εδώ για συντροφιά μου
σαν ερημώνει και ο κόσμος κι η καρδιά μου
κοιτάζω μέσα απο του χρόνου τη σχισμάδα
και βλέπω εσένα, φιλενάδα, φιλενάδα

Τόσα καλά που μας χαρίζει η ζωή μας
χωρίς την κοριτσίστικη γιορτή μας
πές μου τι θα'τανε χωρίς την τρυφεράδα
της μοιρασιάς τους, φιλενάδα, φιλενάδα

Σαν φυσικό μοιάζει το δώρο ετούτο
δεν χωράει ευχαριστώ
μα φιλενάδα ήρθε η ώρα να στο πω

Και όταν ψάχνω μες του χρόνου τη ρυτίδα
κι εγώ σου λέω για τα τόσα που δεν είδα
πως απ'τα βάρη μας θα μείνει η ελφράδα
αυτο το ξέρεις , φιλενάδα, φιλενάδα

Κόσμος παντού μα οι πιο πολλοί μένουνε ξένοι
κι άραγε ακόμα τι μας περιμένει
σ'αυτό το αίνιγμα που ζούμε στην Ελλάδα
ώσπου να σκίσει η ομάδα, φιλενάδα

Σαν φυσικό μοιάζει το δώρο ετούτο
δεν χωράει 'φχαριστώ
μα φιλενάδα ήρθε η ώρα να σ'το πω

Και τι πειράζει αν στο δρόμο μας χαθήκαν
όνειρα, σχέδια που αλλάξαν, ξεχαστήκαν
όλα όσα γίνανε αυτά είναι τα ωραία
κι αληθινά σαν τη δική μας την παρέα

Σαν φυσικό μοιάζει το δώρο ετούτο
δεν χωράει ευχαριστώ
μα φιλενάδα ήρθε η ώρα να στο πω.
Μελίνα Τανάγρη